Διουρητικό
φάρμακο που προάγει την παραγωγή και απέκκριση των ούρων με σκοπό να απομακρυνθεί η περίσσεια υγρού από το σώμα / From Wikipedia, the free encyclopedia
Τα διουρητικά[1] είναι ομάδα φαρμάκων τα οποία αυξάνουν τον όγκο των αποβαλλόμενων ούρων.Οι περισσότεροι διουρητικοί παράγοντες είναι αναστολείς των μεταφορέων ιόντων που ελαττώνουν την επαναρρόφηση νατρίου σε διαφορετικές θέσεις στον νεφρώνα. Ως αποτέλεσμα το Νάτριο και άλλα ιόντα όπως το χλώριο εισέρχονται στα ούρα σε μεγαλύτερες από τις κανονικές ποσότητες από τις κανονικές μαζί με νερό το οποίο θα συμπαρασυρθεί παθητικά, μέσω ώσμωσης για να διατηρηθεί ισορροπία. Κατά συνέπεια τα διουρητικά αυξάνουν τον όγκο των ούρων, μεταβάλλουν το PH τους, και μεταβάλλουν την συγκέντρωση ούρων και αίματος σε ιόντα. Υπάρχουν αρκετές κατηγορίες διουρητικών, στις οποίες παρατηρείται γενικά διαφοροποίηση στον τρόπο δράσης, καθώς και στην ισχύ. Σαν κατηγορίες εντοπίζουμε τα Καλιοσυντηριτικά διουρητικά, τα διουρητικά της Αγκύλης του Henle, τους αναστολείς Καρβονικής Ανυδράσης, τα Ωσμωτικά διουρητικά και τέλος τα Θειαζιδικά διουρητικά.