From Wikipedia, the free encyclopedia
Δικαιοπραξία ονομάζεται πράξη που εξωτερικεύει τη δήλωση βουλήσεως που αποσκοπεί στη παραγωγή ορισμένου αποτελέσματος που έχει έννομες συνέπειες. "Έννομες" συνέπειες σημαίνει αποτελέσματα σύμφωνα με τον νόμο, και δεν σημαίνουν "σύννομες", δηλαδή "σύμφωνα με τον νόμο", αφού μπορεί να είναι παράνομες. Και οι παράνομες έχουν συνέπειες, γι' αυτό λέγονται γενικά "έννομες".
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Κάθε πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) καταβάλλει διαρκή προσπάθεια προς ικανοποίηση των αναγκών του. Η προσπάθεια αυτή επιτυγχάνεται είτε με ενέργειες αυτού επί διαφόρων πραγμάτων απροσώπου φύσης, είτε δια της συνάφειας και συνεργασίας με άλλα πρόσωπα. Για την πραγμάτωση όμως αυτών των ενεργειών απαιτείται να υπάρχει θέληση, απόφαση και εκτέλεση αυτών. Δηλαδή "εκδήλωση" αυτών στον εξωτερικό κόσμο. Απλή και μόνο σκέψη χωρίς να εκδηλώνεται με πράξη δεν μπορεί να επιφέρει έννομο αποτέλεσμα.
Οι ενέργειες αυτές που αποσκοπούν στη γέννεση, μεταβολή ή απώλεια δικαιώματος, εφόσον αναγνωρίζονται από το Δίκαιο χαρακτηρίζονται "θεμιτές" και ονομάζονται δικαιοπραξίες. Αντίθετα όταν αυτές δεν αναγνωρίζονται από το Δίκαιο χαρακτηρίζονται "αθέμιτες" και ονομάζονται αδικοπραξίες.
Οι δικαιοπραξίες διακρίνονται αφενός σε επαχθείς και χαριστικές αφετέρου σε μονομερείς, διμερείς και πολυμερείς, οι τελευταίες σε αμφοτεροβαρείς και ετεροβαρείς και τέλος οι πανηγυρικές.
Είδη συμβάσεων είναι: η πώληση, η μίσθωση, η παρακαταθήκη, η εντολή και πολλές άλλες.
Τα περιστατικά που μπορούν ν΄ απαρτίσουν δικαιοπραξία διακρίνονται σε ουσιώδη, επουσιώδη και τυχαία.
Για την έγκυρη κατάρτιση δικαιοπραξίας απαιτούνται ορισμένες προϋποθέσεις οι οποίες και είναι:
Πολλές φορές συμβαίνει κάποιο πρόσωπο να μη μπορεί να δικαιοπρακτεί αυτοπροσώπως είτε εκ πραγματικού είτε εκ νομικού κωλύματος, όπως ο απουσιάζων ή ασθενών, ως και ο ανήλικος ή ο υπό δικαστική απαγόρευση τελών. Σ΄ αυτές τις περιπτώσεις το Δίκαιο επιτρέπει την κατάρτιση της δικαιοπραξίας να εκτελέσει έτερο πρόσωπο που είτε εκλέγεται από τον κύριο των υποθέσεων, είτε διορίζεται από το δικαστήριο, είτε ακόμη όπως προβλέπει ο Νόμος. Το πρόσωπο που λαμβάνει αυτή την αρμοδιότητα λέγεται αντιπρόσωπος και ο κύριος των υποθέσεων αντιπροσωπευόμενος.
Συνεπώς αντιπροσώπευση είναι ο θεσμός κατά τον οποίον κάποιο πρόσωπο (αντιπρόσωπος) καταρτίζει δικαιοπραξία για λογαριασμό άλλου που καλείται αντιπροσωπευόμενος.
Η αντιπροσώπευση διακρίνεται σε εκούσια αντιπροσώπευση και νόμιμη αντιπροσώπευση.
Ανάλογα με το αν με τη δικαιοπραξία μεταβιβάζεται (εκποιείται) δικαίωμα ή αναλαμβάνεται απλώς υποχρέωση (υπόσχεση μεταβίβασης ή άλλης πράξης) οι δικαιοπραξίες διακρίνονται σε εκποιητικές και υποσχετικές αντίστοιχα. Ανάλογα με τον κλάδο του Αστικού Δικαίου τον οποίον αφορούν οι δικαιοπραξίες ονομάζονται ενοχικές (αφορούν το Ενοχικό Δίκαιο) ή εμπράγματες (αφορούν το Εμπράγματο Δίκαιο). Οι ενοχικές δικαιοπραξίες είναι ως επί το πλείστον υποσχετικές, με εξαίρεση την εκχώρηση που είναι εκποιητική, ενώ οι εμπράγματες είναι εκποιητικές.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.