Πρωθυπουργός
αρχηγός της κυβέρνησης / From Wikipedia, the free encyclopedia
Πρωθυπουργός ονομάζεται στα κοινοβουλευτικά και ημιπροεδρικά συστήματα ο επικεφαλής του υπουργικού συμβουλίου. Είναι ο αρχηγός της κυβέρνησης και όχι του κράτους, ο οποίος είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή ο μονάρχης.
Ως αξίωμα υφίσταται από πολύ παλιά στις συνταγματικές μοναρχίες της Ευρώπης πριν την εγκαθίδρυση των δημοκρατιών και την καταλυτική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του αξιώματος. Παρόλο που ένα κράτος μπορεί να είχε μοναρχικό πολίτευμα, η καθημερινή διακυβέρνηση ασκούνταν από συγκεκριμένο εκτελεστικό σώμα αποτελούμενο από υπουργούς ενώ το συντονισμό τους ανελάμβανε ένας υπουργός-συντονιστής, ο πρωθυπουργός. Αυτό το αξίωμα εμφανίζεται σε μοναρχικά πολιτεύματα ακόμα και σήμερα,[1] όπως στη Σουηδία, τη Βρετανία και άλλες χώρες.
Σύμφωνα με ορισμένα προεδρικά συστήματα, όπως η Νότια Κορέα και το Περού, ο πρωθυπουργός δεν είναι ο αρχηγός της κυβέρνησης.
Οι μονάρχες της Αγγλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου διόριζαν υπουργούς στους οποίους έτρεφαν ιδιαίτερη εμπιστοσύνη και οι οποίοι θεωρούνταν επικεφαλής της κυβέρνησης. Παραδείγματα αποτελούν ο Τόμας Κρόμγουελ υπό τον Ερρίκο Η΄ της Αγγλίας και οι μάγιστροι στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αυτοί οι υπουργοί κατείχαν ποικίλες επίσημες θέσεις, αλλά ήταν κοινώς γνωστοί ως ο «πρώτος υπουργός» ή ο «πρωθυπουργός».
Η εξουσία τους εξαρτόταν εξ ολοκλήρου από την προσωπική εύνοια του μονάρχη. Αν και η διαχείριση του κοινοβουλίου ήταν μια από τις απαραίτητες δεξιότητες για την ανάληψη αξιωμάτων, δεν εξαρτούταν από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για την ανάληψη αυτού του θώκου. Αν και υπήρχε υπουργικό συμβούλιο, διοριζόταν εξ ολοκλήρου από τον μονάρχη και ο μονάρχης συνήθως προήδρευε στις συνεδριάσεις του.
Στα μέσα του 17ου αιώνα, μετά τον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο, το Κοινοβούλιο ενίσχυσε τη θέση του σε σχέση με τον μονάρχη και στη συνέχεια απέκτησε περισσότερη δύναμη μέσω της Ένδοξης Επανάστασης του 1688 και της ψήφισης της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων το 1689.[2] Ο μονάρχης δεν μπορούσε πλέον να θεσπίσει κανένα νόμο ή να επιβάλει φόρο χωρίς την άδειά του και έτσι η Βουλή των Κοινοτήτων έγινε μέρος της κυβέρνησης. Με αυτές τις κινήσεις, ο πρωθυπουργός αρχίζει να λαμβάνει τα περισσότερα από τα σημερινά του χαρακτηριστικά στα συστήματα που ομοιάζουν του συστήματος Γουεστμίνστερ.