Ορθόδοξη Εκκλησία
Σύνολο αυτοκέφαλων Χριστιανικών Εκκλησιών που ακολουθούν ορθόδοξα τον Χριστιανισμό / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ή Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία[1], επισήμως: Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία[2], από τον 1ο αιώνα χαρακτηρίζεται και ως Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία[3], είναι ένα σύνολο τοπικών εκκλησιών, οργανωμένες ως Πατριαρχεία, αυτοκέφαλες σύνοδοι και αυτόνομες αρχιεπισκοπές, που βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία μεταξύ τους, με «πρώτο μεταξύ ίσων» το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, συγκροτώντας έτσι τη μία ενιαία Εκκλησία. διαφορετικές γεωγραφικά και εθνικά, αλλά ενωμένες θεολογικά και λειτουργικά. Όλες αναγνωρίζουν τις αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων και θεωρούν την Οικουμενική Σύνοδο ως το ανώτατο όργανο για αποφάσεις σε θέματα δόγματος και λατρείας, μοιράζονται πλήρη κοινωνία, καθώς και συγκεκριμένα δόγματα και παραδόσεις. Αξιώνει ως αφετηρία της τον ιδρυτή της Κύριο Ιησού Χριστό και τους Αποστόλους του μέσω της συνεχούς αποστολικής διαδοχής.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ορθόδοξη Εκκλησία | |
---|---|
Η Αγία Σοφία, μία ιστορική έδρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας που λειτουργεί σήμερα ως τζαμί υπό την επίβλεψη του Τουρκικού κράτους | |
Είδος | Χριστιανισμός |
Κατηγοριοποίηση | Ανατολικός Χριστιανισμός |
Θεολογία | Ορθόδοξη Θεολογία |
Μεσολαβητής | Κύριος Ιησούς Χριστός |
Περιοχή | Άγιο Όρος Άγιοι Τόποι Βαλκάνια Ανατολική Ευρώπη Βόρεια Ασία Χερσόνησος του Σινά Μέση Ανατολή κ.α. |
Ιδρυτής | Κύριος Ιησούς Χριστός |
Καταβολές | 1ος αιώνας Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία |
Μέλη | 300.000.000 |
Άλλες ονομασίες |
|
Τα αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά της είναι η Ορθοδοξία, η πλούσια λειτουργική ζωή της και, όπως διδάσκει, η αφοσίωσή της στην αποστολική παράδοση. Θεωρείται από τους Ορθόδοξους Χριστιανούς ότι η Εκκλησία τους έχει διατηρήσει την παράδοση, τα δόγματα και τη διαδοχή της αρχαίας Εκκλησίας στην πληρότητά της, έναντι άλλων αυτο-αποκαλουμένων χριστιανικών ομολογιών, οι οποίες έχουν αποκλίνει και απομακρυνθεί από την κοινή εκκλησιαστική παράδοση των πρώτων 10 αιώνων. Σήμερα το άθροισμα των ορθόδοξων αυτοκέφαλων Εκκλησιών υπολογίζεται σε 300 περίπου εκατομμύρια Χριστιανούς, που ακολουθούν την πίστη και τις πρακτικές που καθορίστηκαν από τις επτά Οικουμενικές Συνόδους και άλλες οικουμενικού χαρακτήρα συνόδους.
Οι όροι ορθόδοξος και ορθοδοξία είναι ελληνικοί και σημαίνουν κυριολεκτικά «ορθό δόγμα», με την έννοια της ορθής χριστιανικής δοξασίας-πίστης. Αμφότεροι έχουν χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά, στον ελληνόφωνο χριστιανικό κόσμο, προκειμένου να υποδείξουν τις κοινότητες, ή τα άτομα, που διατήρησαν την αληθινή πίστη (όπως καθορίζεται από τις Οικουμενικές Συνόδους), σε αντιδιαστολή με εκείνους που κηρύχτηκαν αιρετικοί. Επίσημα, ο όρος «Ορθοδοξία» τέθηκε σε κοινή χρήση για να υποδείξει ακριβώς την Ορθόδοξη Εκκλησία μόνο, μετά το Σχίσμα του 1054, προκειμένου να τη διακρίνει από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ωστόσο, ο επίσημος προσδιορισμός της Εκκλησίας στα λειτουργικά και κανονικά κείμενά της είναι «Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία».
Ιστορικά, η Ορθόδοξη Εκκλησία προέρχεται από τα τέσσερα από τα πρώτα πέντε πατριαρχεία της αρχικά αδιαίρετης Χριστιανικής Εκκλησίας – την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας, των Ιεροσολύμων, της Αντιοχείας, της Κωνσταντινούπολης και της Ρώμης. Το 1054 υπήρξε διαίρεση της Εκκλησίας, γνωστή ως το Μεγάλο Σχίσμα, μεταξύ του Πάπα της Ρώμης και του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Οι λόγοι για το Σχίσμα αυτό ήταν δύο:
- Η προσθήκη του Filioque από τον Πάπα στο Σύμβολο της Πίστεως το 1014.
- Το δόγμα του παπικού πρωτείου (απαίτηση για υπεροχή της εξουσίας) του Πάπα της Ρώμης έναντι των άλλων Πατριαρχείων και η διαφωνία των άλλων Χριστιανών (το 1870 προστέθηκε και το αλάθητο του Πάπα).