From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Κριστίν (8 Μαρτίου 1905 – 18 Μαΐου 1937) και η Λέα Παπέν (15 Σεπτεμβρίου 1911 – 24 Ιουλίου 2001, ή 1982) ήταν δύο γαλλίδες αδελφές, εσωτερικές υπηρέτριες, οι οποίες καταδικάστηκαν για τη δολοφονία των δυο γυναικών (μητέρα και κόρη) του σπιτιού όπου εργάζονταν.
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: κακή σύνταξη Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Το περιστατικό αυτό είχε σημαντική επίδραση τους γάλλους διανοούμενους Ζαν Ζενέ, Ζαν-Πωλ Σατρ και Ζακ Λακάν[1][2], οι οποίοι θέλησαν να το αναλύσουν, και θεωρήθηκε από μερικούς ως συμβολικό της ταξικής πάλης. Η υπόθεση διαμόρφωσε τη βάση για έναν αριθμό εκδόσεων, θεατρικών έργων και ταινιών καθώς και δοκίμων, προφορικού λόγου, τραγουδιών και έργων τέχνης.
Η Κριστίν και η Λέα είχαν μεγαλώσει σε χωριά νότια του Λε Μαν. Μεγάλωσαν σε ένα σπίτι αλκοολικού περιβάλλοντος, κακοποιημένες από τον πατέρα τους, ο οποίος φέρεται ότι βίασε την αδελφή τους, και παραμελημένες από τη μητέρα τους. Είχαν μια μεγαλύτερη αδελφή, την Εμίλια, η οποία έγινε καλόγρια. Και οι δυο τους πέρασαν κάποιο διάστημα σε ιδρύματα ως αποτέλεσμα της διάλυσης του γάμου των γονιών τους. Καθώς μεγάλωναν, εργάζονταν ως υπηρέτριες σε διάφορα σπίτια του Λε Μαν, προτιμώντας, όποτε είναι δυνατόν, να δουλεύουν μαζί.
Από το 1926 περίπου, εργάστηκαν ως εσωτερικές υπηρέτριες στην οικία του συνταξιούχου δικηγόρου, Ρενέ Λανσελέν στο Λε Μαν. Η οικογένεια αποτελούνταν από τη σύζυγο και την ενήλικη κόρη του, η οποία ζούσε ακόμα με τους γονείς της (μια άλλη κόρη ήταν παντρεμένη). Οι δύο υπηρέτριες ήταν εξαιρετικά ήσυχες και συνεσταλμένες νέες γυναίκες, οι οποίες ζούσαν μοναχικά και φαινόταν να μην έχουν άλλα ενδιαφέροντα παρά η μία την άλλη. Ένα-δυο χρόνια αφ’ ότου η Κριστίν και η Λέα ξεκίνησαν να εργάζονται για την οικογένεια, η κυρία Λανσελέν άρχισε να χτυπά τα κορίτσια. Την εποχή εκείνη έπασχε από κατάθλιψη και ήθελε κάποιον να ξεσπάσει πάνω του. Όποτε τα κορίτσια «δεν έκαναν αρκετά καλή δουλειά» τις γρονθοκοπούσε. Η κακοποίηση άρχισε να χειροτερεύει μέχρι του σημείου που χτυπούσε τα κεφάλια των κοριτσιών στον τοίχο. Τα κορίτσια αποφάσισαν ότι την επόμενη φορά που η κυρία Λανσελέν θα τις χτυπούσε, θα ανταπέδιδαν.
Στις 2 Φεβρουαρίου 1933, ο κύριος Λανσελέν έπρεπε να συναντήσει τη σύζυγο και την κόρη του για δείπνο στο σπίτι ενός φίλου. Εκείνη τη μέρα συνέβη ένα μπλακάουτ. Η κυρία Λανσελέν αναστατώθηκε και ήθελε κάποιον να του ρίξει το φταίξιμο. Οι δύο αδελφές γνώριζαν τι επρόκειτο να συμβεί. Όταν έφτασε σε αυτές, η Κριστίν χτύπησε το κεφάλι της κυρίας με ένα σκεύος. Η κόρη της κυρίας έτρεξε στο πλευρό της μητέρας της για να την βοηθήσει. Ξαφνικά, η Κριστίν έβγαλε τα μάτια της κυρίας Λανσελέν έξω. Η κυρία σωριάστηκε στο πάτωμα. Η Κριστίν έδωσε εντολή στη Λέα να κάνει το ίδιο και στην κόρη της κυρίας Λανσελέν, οπότε η Λέα έβγαλε τα μάτια της κόρης της κυρίας. Η Κριστίν πήγε στην κουζίνα για να πάρει ένα μαχαίρι και ένα σφυρί. Η κυρία και η κόρη της δεν ήταν ακόμη νεκρές, έτσι οι αδελφές άρχισαν να τις βασανίζουν.
Άρχισαν να τις κόβουν με το μαχαίρι στα πόδια τους, τα χέρια τους και το στομάχι. Οι αδελφές τις χτύπησαν πολλές φορές στο κεφάλι τους με το σφυρί και το σκεύος. Τα κορίτσια ήταν και οι δύο μαγείρισσες έτσι, για να το τελειώσουν, πήραν όλο το αίμα από τα κεφάλια τους και το περιέλουσαν πάνω τους σαν σάλτσα. Ο κύριος Λανσελέν άρχισε να έχει υποψίες που η σύζυγός του και η κόρη του δεν εμφανίστηκαν και επέστρεψε στο σπίτι της οικογένειας. Δεν μπόρεσε να μπει στο σπίτι, επειδή οι πόρτες ήταν κλειδωμένες από μέσα, αλλά μπόρεσε να διακρίνει τη λάμψη ενός κεριού από το παράθυρο του δωματίου των υπηρετριών. Τότε πήγε στην αστυνομία και ένας από τους αστυνομικούς μπήκε στο σπίτι, σκαρφαλώνοντας τον τοίχο του κήπου. Μέσα, βρήκε τα σώματα της κυρίας Λανσελέν και της κόρης της. Είχαν και οι δύο χτυπηθεί μέχρι το σημείο που δεν ήταν άλλο δυνατό να αναγνωριστούν, και ένα από τα μάτια της κόρης ήταν πεσμένο στο πάτωμα, εκεί κοντά. Τα μάτια της κυρίας Λανσελέν είχαν πεταχτεί έξω από τις κόγχες τους και βρέθηκαν στις πτυχές του μαντηλιού γύρω από το λαιμό της. Οι δύο υπηρέτριες βρέθηκαν στο δωμάτιό τους επάνω, γυμνές[3] στο κρεβάτι μαζί. Αμέσως ομολόγησαν ότι σκότωσαν τις δύο γυναίκες και δεν έδειξαν καμία μεταμέλεια καθώς το έκαναν. Τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ένα κουζινομάχαιρο, ένα σφυρί και ένα μπρούτζινο σκεύος που έστεκε στην κορυφή των σκαλοπατιών.
Οι αδελφές οδηγήθηκαν στη φυλακή και χωρίστηκαν μεταξύ τους. Η Κριστίν έπεσε σε μεγάλη απελπισία, επειδή δεν μπορούσε να δει τη Λέα, αλλά σε κάποια φάση οι αρχές υπαναχώρησαν και την άφησαν να δει την αδελφή της. Ρίχτηκε στην αγκαλιά της Λέα και της μίλησε με τρόπους που υποδήλωναν σεξουαλική σχέση. Τον Ιούλιο του 1933, η Κριστίν βίωσε ένα είδος «αμόκ» ή κρίσης, κατά την οποία προσπάθησε να βγάλει έξω τα δικά της μάτια και χρειάστηκε να της φορέσουν ζουρλομανδύα. Στη συνέχεια, έκανε μια δήλωση στον ανακριτή, λέγοντας ότι την ημέρα των δολοφονιών είχε βιώσει μια κρίση όπως αυτή που είχε μόλις στη φυλακή και αυτό ήταν που προκάλεσε τις δολοφονίες.
Η υπόθεση είχε τεράστιο αντίκτυπο στο κοινό και αποτέλεσε θέμα έντονης συζήτησης των διανοούμενων. Κάποιοι θεωρούσαν ότι οι δολοφονίες ήταν το αποτέλεσμα της «εκμετάλλευσης των εργαζόμενων», θεωρώντας ότι οι υπηρέτριες εργάζονταν δεκατέσσερις ώρες, με μόνο μισή ημέρα ρεπό την εβδομάδα.
.
Οι γυναίκες δικάστηκαν το Σεπτέμβριο του 1933. Πλήθη κόσμου συγκεντρώθηκαν έξω από το δικαστήριο του Λε Μαν και έπρεπε να κληθεί η αστυνομία για να τους ελέγξει. Κατά τη διάρκεια της δίκης, οι γυναίκες δήλωσαν ότι ξέσπασε ένας καβγάς μεταξύ της Κριστίν και των γυναικών Λανσελέν. Τότε η Λέα πήρε μέρος στη συμπλοκή και η Κριστίνα της φώναξε να «της βγάλει τα μάτια» και ότι «θα τις σφάξω!» σε σχέση με την κυρία Λανσελέν, και την κόρη της. Η κόρη έτυχε παρόμοιας μεταχείρισης και η Κριστίν πήγε τότε στην κουζίνα για να πάρει τα όπλα που είχαν χρησιμοποιηθεί για να αποτελειώσουν τις γυναίκες. Τα χτυπήματα και τα κοψίματα κατευθύνονταν σχεδόν αποκλειστικά στα κεφάλια και τα πρόσωπα των θυμάτων, εξαλείφοντας ουσιαστικά τα χαρακτηριστικά τους. Οι υπηρέτριες είχαν επίσης βγάλει τα μάτια των θυμάτων με τα δάχτυλά τους.[3]
Η ιατρική μαρτυρία που δόθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης ήταν ότι η Κριστίν, η οποία ήταν μέσης νοημοσύνης, ήταν απολύτως το κυρίαρχο άτομο στη σχέση. Η Λέα, η οποία είχε χαμηλή νοημοσύνη, κυριαρχήθηκε στο σημείο που η προσωπικότητά της σχεδόν εξαφανίστηκε στην προσωπικότητα της Κριστίν. Υπήρχε επίσης ιστορικό ψυχικής ασθένειας στην οικογένεια – ο θείος τους αυτοκτόνησε και ο ξάδελφος τους ζούσε σε άσυλο. Τα δύο κορίτσια βρέθηκαν αναπόφευκτα ένοχες, και η Κριστίν καταδικάστηκε σε θάνατο. Η Λέα έλαβε τη μικρότερη ποινή δεκαετούς φυλάκισης και καταναγκαστικών έργων ώστε να αντικατοπτριστεί το γεγονός ότι οι επιλογές της είχαν χειραγωγηθεί βαθιά από την επιρροή της Κριστίν[4]. Η θανατική ποινή της Κριστίν μετατράπηκε αργότερα σε φυλάκιση ισόβια, πράγμα που ήταν σύνηθες στην περίπτωση γυναικών. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή, εκδήλωσε οξεία σημάδια τρέλας και διακαή πόθο για την αδελφή της. Η Κριστίν έγινε σοβαρά καταθλιπτική και συχνά αρνιόταν να φάει. Μεταφέρθηκε σε ένα ψυχιατρικό άσυλο στη Ρεν, όπου πέθανε από καχεξία («μαρασμό») στις 18 Μαΐου 1937.[3]
Η Λέα Παπέν αποφυλακίστηκε το 1943, αφού η ποινή της μειώθηκε σε οκτώ χρόνια λόγω καλής διαγωγής. Στη συνέχεια, ζούσε στην πόλη της Νάντης, όπου ενώθηκε με τη μητέρα της και βιοποριζόταν ως καμαριέρα ξενοδοχείου, υιοθετώντας μια ψεύτικη ταυτότητα.[3] Θεωρήθηκε ότι πέθανε το 1982, αλλά αυτό αμφισβητήθηκε το 2000 από τον Γάλλο κινηματογραφιστή Κλοντ Βεντούρα, ο οποίος γύρισε μια ταινία ντοκιμαντέρ με τίτλο «En Quête des Soeurs Papin» (Αναζητώντας τις αδελφές Παπέν), στην οποία ισχυριζόταν ότι βρήκε τη Λέα ζωντανή σε ένα κέντρο περίθαλψης στη Γαλλία. Ήταν εν μέρει παράλυτη συνέπεια ενός εγκεφαλικού επεισοδίου και δεν μπόρεσε να μιλήσει, μολονότι παρουσιάστηκε στην ταινία. Η ταινία του Βεντούρα ισχυρίστηκε ότι η Λέα πέθανε το 2001.[3]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.