Remove ads
Κροάτης καλαθοσφαιριστής From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Τόνι Κούκοτς (Toni Kukoč, γεννήθηκε 18 Σεπτεμβρίου 1968) είναι Κροάτης πρώην διεθνής καλαθοσφαιριστής και νυν ειδικός σύμβουλος του ιδιοκτήτη των Σικάγο Μπουλς στο ΝΒΑ. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους και πολυσύνθετους Ευρωπαίους καλαθοσφαιριστές.[1]
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Τόνι Κούκοτς | |
---|---|
No. - – Σικάγο Μπούλς | |
Θέση | Ειδικός σύμβουλος |
Πρωτάθλημα | ΝΒΑ |
Προσωπικά στοιχεία | |
Εθνικότητα | Κροάτης |
Γέννηση | 18 Σεπτεμβρίου 1968 Σπλιτ, Σ.Δ. Κροατίας, Γιουγκοσλαβία |
Ύψος | 2,08 μ. |
Στοιχεία καριέρας | |
Ντραφτ | 1990 / Γύρος: 2ος / Επιλογή: 29η Σικάγο Μπουλς |
Αθλ. καριέρα | 1985 - 2006 |
Θέση | Σμολ φόργουορντ |
Καριέρα σε συλλόγους | |
1985 - 1991 | Γιουγκοπλάστικα |
1991 - 1993 | Μπενετόν Τρεβίζο |
1993 - 2000 | Σικάγο Μπουλς |
2000 - 2001 | Φιλαδέλφεια 76ers |
2001 - 2002 | Ατλάντα Χοκς |
2002 - 2006 | Μιλγουόκι Μπακς |
Εθνικές ομάδες | |
Ως παίκτης: | |
1987 - 1991 | Εθνική Γιουγκοσλαβίας |
1992 - 1999 | Εθνική Κροατίας |
Η καριέρα που διήρκησε 21 χρόνια (1985-2006) και κατέκτησε τους σημαντικότερους διεθνείς και συλλογικούς τίτλους: Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης και Πρωτάθλημα ΝΒΑ. Στέφθηκε επίσης δύο φορές αργυρός Ολυμπιονίκης. Έχει πληθώρα ατομικών διακρίσεων αφού ανακηρύχθηκε εννέα φορές Ευρωπαίος παίκτης της χρονιάς (τέσσερις στην ψηφοφορία του Mr. Europa και πέντε στην αντίστοιχη του Euroscar) και υπήρξε τρεις φορές MVP του φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών.[2] Από το 1991 αποτελεί έναν από τους 50 σπουδαιότερους αθλητές της FIBA (ψηφίστηκε 5ος όλων των εποχών[3]), το 2008 έναν από τους 50 σπουδαιότερους συνεισφέροντες της Ευρωλίγκα,[4] το 2017 εισήχθη στο Hall of Fame της Διεθνoύς Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης και το 2021 στο Naismith Memorial Basketball Hall Of Fame.[5]
Ο Κούκοτς ξεκίνησε το μπάσκετ στη Γιουγκοπλάστικα και πρωτοεμφανίστηκε στο - τότε πολύ δυνατό - γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα τη σεζόν 1985-86, σε ηλικία μόλις 17 ετών. Λίγα χρόνια αργότερα έγινε γνωστός σε όλη την Ευρώπη ως μέλος των περίφημων «μωρών του Μάλκοβιτς», ενός πολύ νεανικού ρόστερ (Ράτζα, Περάσοβιτς, Τάμπακ) που κατέκτησε τρία συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών (1989, 1990, 1991), τα δύο στο πλαίσιο τριπλ κράουν.
Το καλοκαίρι του 1991 υπέγραψε στην ιταλική Μπενετόν Τρεβίζο με ένα γιγάντιο (για τα τότε δεδομένα) συμβόλαιο 13 εκατομμυρίων δολαρίων για πέντε χρόνια. Στην παρθενική του χρονιά οδήγησε την ομάδα στην κατάκτηση του πρώτου ιταλικού πρωταθλήματος της ιστορίας της, ενώ την επόμενη σεζόν έφτασε ως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, όπου όμως ηττήθηκε από τη Λιμόζ.
Ο Κούκοτς είχε επιλεγεί στο ΝΒΑ (ντραφτ) το 1990 από τους Σικάγο Μπουλς, αλλά είχε προτιμήσει να παραμείνει στην Ευρώπη.
Τελικά το καλοκαίρι του 1993 έσπασε το συμβόλαιό του με την Μπενετόν και υπέγραψε στους Μπουλς, με τους οποίους θα αγωνιζόταν τα επόμενα εξίμισι χρόνια. Ο ρόλος του στην ομάδα ήταν αυτός του «έκτου παίκτη» - για την ακρίβεια, ο προπονητής Φιλ Τζάκσον έχτισε πάνω στις ικανότητές του ένα μοντέλο παίκτη που συνήθως δεν ξεκινούσε στην αρχική πεντάδα (εξ ου και το έκτος), γινόταν όμως το κλειδί σε πολλές τακτικές που εφαρμόζονταν στον αγώνα ανάλογα με την εξέλιξή του. Ήταν σταθερά ο τρίτος σκόρερ της περίφημης ομάδας του «θριπίτ» (τρεις συνεχόμενοι τίτλοι - 1996, 1997, 1998) μετά τους Τζόρνταν και Πίπεν, με μέσο χρόνο συμμετοχής γύρω στα 28 λεπτά ανά αγώνα. Τις σεζόν 1995-96 και 1997-98 ήταν επίσης δεύτερος στις ασίστ.
Μετά το πρωτάθλημα του 1998, οι Μπουλς μπήκαν σε τροχιά ανανέωσης του έμψυχου δυναμικού. Ο Κούκοτς δεν κατάφερε να βοηθήσει την ομάδα στη μετα-Τζόρνταν εποχή και έμεινε μέχρι τις αρχές του 2000,[6] για να ακολουθήσουν σύντομα περάσματα από τους Σίξερς και τους Χοκς και τέλος μία τετραετία (2002-2006) στους Μιλγουόκι Μπακς, όπου έκλεισε την καριέρα του.
Διεθνείς διακρίσεις | ||
---|---|---|
Καλαθοσφαίριση | ||
Χώρα συμμετοχής: Γιουγκοσλαβία | ||
Ολυμπιακοί Αγώνες | ||
Αργυρό | 1988 Σεούλ | Εθνική ομάδα |
Παγκόσμιο Πρωτάθλημα | ||
Χρυσό | 1990 Αργεντινή | Εθνική ομάδα |
Ευρωμπάσκετ | ||
Χάλκινο | 1987 Αθήνα | Εθνική ομάδα |
Χρυσό | 1989 Ζάγκρεμπ | Εθνική ομάδα |
Χρυσό | 1991 Ρώμη | Εθνική ομάδα |
Χώρα συμμετοχής: Κροατία | ||
Ολυμπιακοί Αγώνες | ||
Αργυρό | 1992 Βαρκελώνη | Εθνική ομάδα |
Παγκόσμιο Πρωτάθλημα | ||
Χάλκινο | 1994 Καναδάς | Εθνική ομάδα |
Ευρωμπάσκετ | ||
Χάλκινο | 1995 Αθήνα | Εθνική ομάδα |
Ο Κούκοτς ξεκίνησε από τις «μικρές εθνικές» της Γιουγκοσλαβίας. To 1987 αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής νέων, σκοράροντας στον τελικό 11 τρίποντα εναντίον της ομάδας των ΗΠΑ.
Ήταν στη δωδεκάδα της ανδρικής εθνικής στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας και τους Ολυμπιακούς της Σεούλ (1987 και 1988 αντίστοιχα), χωρίς να πάρει πολύ χρόνο συμμετοχής. Αντίθετα, είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη χρυσή τριετία που ακολούθησε, κατακτώντας με τους «πλάβι» το Ευρωμπάσκετ 1989, το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα 1990 και το Ευρωμπάσκετ 1991 - στα δύο τελευταία μάλιστα ψηφίστηκε MVP του τουρνουά.[7][8]
Μετά τη διάλυση της ομοσπονδίας (1991) επέλεξε την Εθνική Κροατίας, με κορυφαία στιγμή το αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης (1992). Το 1996, μετά τους Ολυμπιακούς της Ατλάντας, αποσύρθηκε από την εθνική ομάδα μαζί με την υπόλοιπη «παλιά φρουρά» (Ράτζα, Τάμπακ, Βράνκοβιτς, Κόμαζετς κ.ά.), επέστρεψε όμως για μια τελευταία εμφάνιση στο Ευρωμπάσκετ 1997.
Συμμετείχε συνολικά σε 10 μεγάλες διοργανώσεις επιπέδου ανδρών (5 Ευρωμπάσκετ, 2 Παγκόσμια Πρωταθλήματα και 3 Ολυμπιακούς Αγώνες) και ανέβηκε στο βάθρο 8 φορές.
Με ύψος 2,08 μ., ασυνήθιστη για το μπόι του τεχνική και αριστερόχειρας, ο Κούκοτς έχει περάσει στην ιστορία ως ένας απ' τους πιο πολυσύνθετους καλαθοσφαιριστές όλων των εποχών.
Ως «φυσική θέση» του αναφέρεται αυτή του σμολ φόργουορντ, στην πραγματικότητα όμως ήταν ο ορισμός του all-around - ο παίκτης που μπορούσε να παίξει οπουδήποτε, ανάλογα με τις ανάγκες της ομάδας και τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου. Ήταν επαρκώς ψηλός για να παίξει μέσα στη ρακέτα (ειδικά απέναντι σε αργά τεσσάρια ή ελαφριά πεντάρια) αλλά σχετικά αδύνατος, διέθετε πλαστικότητα στις κινήσεις και μακρινό σουτ επιπέδου σούτινγκ γκαρντ, η ικανότητά του στο χειρισμό της μπάλας και τις ασίστ συγκρινόταν με πλέι μέικερ. Τον συνοδεύουν τα προσωνύμια Ροζ Πάνθηρας (για την ευλυγισία και την ικανότητα να «ξεκλειδώνει» τα αμυντικά συστήματα των αντιπάλων), White Magic (λευκή μαγεία αλλά και λευκός Μάτζικ), Αράχνη του Σπλιτ, Σερβιτόρος.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.