Τσιναντέγα
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.
Η Τσιναντέγα (ισπανικά: Chinandega, ισπανική προφορά ΔΦΑ: [tʃinanˈdeɣa]) είναι πόλη και έδρα του διαμερίσματος της Τσιναντέγα στη Νικαράγουα
Τσιναντέγα | |||
---|---|---|---|
Η είσοδος στην πόλη | |||
| |||
Χώρα | Νικαράγουα | ||
Διοικητική υπαγωγή | Διαμέρισμα Τσιναντένγκα | ||
Ίδρυση | 1839 | ||
Έκταση | 686,61 | ||
Υψόμετρο | 46 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 121.793 | ||
Ταχ. κωδ. | 25000 | ||
Ζώνη ώρας | UTC−06:00 | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Η Τσιναντέγα είναι η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη της Νικαράγουας, με έναν πληθυσμό 121.793 κατοίκων (2006), και με 151,000 στο δήμο.
Η πόλη βρίσκεται κοντά στα σύνορα με την Ονδούρα.
Η πόλη της Τσιναντέγα έχει το παρατσούκλι «Πόλη των Πορτοκαλιών» (Ciudad de las Naranjas). Το όνομα της είναι Νάουατλ προέλευσης, αν και η ακριβής έννοια της αμφισβητείται. Μπορεί να προέρχεται από τις λέξεις: Chinamitl-tacatl (Τσινάμιτλ-τάκατλ), «τόπος που περιβάλλεται από τους καλάμους».[1]
Ήταν μια μικρή πόλη κατά τη διάρκεια της αποικιακής εποχής.
Ο ισπανός χρονικογράφος μοναχός Αντόνιο Εσπινόθα Βάθκεθ περιγράφει την επίσκεψη του στη Τσιναντέγα το 1613 ως εξής: Η πόλη της Τσιναντέγα αποτελείται από πολλούς ινδιάνους, άφθονο καλαμπόκι, και όλους τους καρπούς της γης, και φαίνεται να είναι ένα κομμάτι παραδείσου.[1]
Το 1842, ονομάστηκε πρωτεύουσα της βραχύβιας Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Κεντρικής Αμερικής, και το 1858, έγινε το κέντρο ενός νέου διοικητικού διαμερίσματος.
Την 1η Νοεμβρίου 1998, η Τσιναντέγα είχε πληγεί από μαζικές πλημμύρες που προκάλεσε ο τυφώνας Μιτς.
Η Ενορία της Παναγίας Σάντα Άνα είναι μια πολύ σημαντική εκκλησία της πόλης και έχει αντέξει τους σεισμούς.