From Wikipedia, the free encyclopedia
Η οικοδιδασκαλία (επίσης γνωστή ως εκπαίδευση στο σπίτι ή κατ' οίκον εκπαίδευση) είναι η εκπαίδευση των παιδιών στο σπίτι, από γονείς ή δασκάλους και όχι σε δημόσια ή ιδιωτικά σχολεία. Παρά το γεγονός ότι πριν από την εισαγωγή των νόμων περί υποχρεωτικής σχολικής φοίτησης, το μεγαλύτερο μέρος της εκπαίδευσης της παιδικής ηλικίας συνέβαινε μέσα στην οικογένεια ή την κοινότητα, η οικοδιδασκαλία υπό τη σύγχρονη έννοια είναι μια εναλλακτική λύση αντί των δημόσιων ή ιδιωτικών σχολείων στις αναπτυγμένες χώρες. Η οικοδιδασκαλία είναι μια νομική επιλογή για τους γονείς σε πολλές χώρες, που τους επιτρέπει να παρέχουν στα παιδιά τους ένα μαθησιακό περιβάλλον μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, ως εναλλακτική λύση στα δημόσια ή ιδιωτικά σχολεία.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Οι γονείς αναφέρουν πολυάριθμους λόγους ως κίνητρα που επιλέγουν την οικοδιδασκαλία για τα παιδιά τους. Οι τρεις λόγοι που αναφέρονται από την πλειονότητα των γονιών που επιλέγουν την οικοδιδασκαλία για τα παιδιά τους στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η ανησυχία για το σχολικό περιβάλλον, η παροχή θρησκευτικής ή ηθικής αγωγής και η δυσαρέσκεια από τον τρόπο διδασκαλίας σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία. Η οικοδιδασκαλία μπορεί επίσης να επιλέγεται βάσει των απόψεων που έχουν οι γονείς και θεωρούν σωστές για την ανατροφή του παιδιού τους. Ενίοτε, η οικοδιδασκαλία είναι επιλογή οικογενειών που ζουν σε απομονωμένες αγροτικές περιοχές, που ζουν προσωρινά στο εξωτερικό, και για να επιτραπούν περισσότερα ταξίδια, ενώ πολλοί νέοι αθλητές και ηθοποιοί διδάσκονται στο σπίτι. Στην οικοδιδασκαλία το άτομο που διδάσκει γνωρίζεται με το παιδί πολλά χρόνια και επομένως, το γνωρίζει πολύ καλά. Πρόσφατα, η δημοτικότητα της οικοδιδασκαλίας έχει αυξηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, με το ποσοστό των παιδιών 5-17 ετών, τα οποία την ακολουθούν (παιδιά τα οποία λαμβάνουν εκπαίδευση στο σπίτι), να έχει αυξηθεί από 1,7% το 1999 σε 2,9% το 2007.
Η οικοδιδασκαλία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μορφή συμπληρωματικής εκπαίδευσης, ένας τρόπος μάθησης σε συγκεκριμένες περιστάσεις. Για παράδειγμα, τα παιδιά που φοιτούν σε υποβαθμισμένα σχολεία μπορούν να ωφεληθούν σημαντικά από την οικοδιδασκαλία, χρησιμοποιώντας την αμεσότητα και το χαμηλό κόστος του διαδικτύου. Η οικοδιδασκαλία μπορεί να συνδυαστεί επίσης με την παραδοσιακή εκπαίδευση και να οδηγήσει σε καλύτερα και πληρέστερα αποτελέσματα. Μπορεί να αναφέρεται σε διδασκαλία στο σπίτι, υπό την εποπτεία σχολείων εξ αποστάσεως. Σε ορισμένα μέρη, απαιτείται από τον νόμο ένα εγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών, αν τα παιδιά πρόκειται να διδαχθούν στο σπίτι. Ένα πρόγραμμα σπουδών βασισμένο στη φιλοσοφία της οικοδιδασκαλίας είναι "αποσχολειοποίηση", όρος που δημιουργείται το 1977 από τον Αμερικάνο εκπαιδευτικό και συγγραφέα Τζον Χολτ και προβάλλεται στο περιοδικό του Growing Without Schooling (μεγαλώνοντας χωρίς σχολική μόρφωση).
Για ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας και σε πολλούς πολιτισμούς, η απασχόληση επαγγελματιών δασκάλων (είτε σε ανηπίσημο είτε σε επίσημο ακαδημαϊκό περιβάλλον) ήταν μια επιλογή διαθέσιμη μόνο σε μια μικρή ελίτ. Κατά συνέπεια, η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων εκπαιδευόταν από μέλη της οικογένειας (ιδίως κατά την πρώιμη παιδική ηλικία), από οικογενειακούς φίλους ή από οποιονδήποτε με κάποιες χρήσιμες γνώσεις.
Τα πρώτα δημόσια σχολεία στον σύγχρονο δυτικό κόσμο ξεκίνησαν να λειτουργούν στις αρχές του 16ου αιώνα στα γερμανικά κρατίδια της Γκόθα και Θουριγγίας. Παρ' όλα αυτά, ακόμη και μέχρι τον 18ο αιώνα, η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων στην Ευρώπη στερούνταν την επίσημη εκπαίδευση, πράγμα που σημαίνει ότι είτε περνούσαν από οικοδιδασκαλία είτε δεν διδάσκονταν καθόλου. Το ίδιο ίσχυε και για τις αποικίες της Αμερικής και για τις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι το 1850. Η τυπική εκπαίδευση μέσα σε τάξη ήταν το πιο κοινό μέσο σχολικής εκπαίδευσης σε όλο τον κόσμο, ιδίως στις ανεπτυγμένες χώρες από τις αρχές και τα μέσα του 19ου αιώνα. Οι αυτόχθονες Αμερικανοί, οι οποίοι παραδοσιακά χρησιμοποιούσαν το την οικοδιδασκαλία και τη μαθητεία, αντιστάθηκαν σθεναρά στην υποχρεωτική εκπαίδευση στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την ίδια εποχή, στην Ελλάδα, αρκετές οικογένειες ανωτέρων κοινωνικών τάξεων καταφεύγουν στην οικοδιδασκαλία αντί να στείλουν τα παιδιά τους στα σχολεία, ιδίως εάν επρόκειτο για εκπαίδευση κοριτσιών.[1][2][3]
Στη δεκαετία του 1960, ο Ρ. Τζ. Ράσντουνι άρχισε να υποστηρίζει την οικοδιδασκαλία, την οποία έβλεπε ως μέσο για την καταπολέμηση του εκ προθέσεως κοσμικό χαρακτήρα του συστήματος των δημόσιων σχολείων των ΗΠΑ. Επιτέθηκε σθεναρά στους προοδευτικούς μεταρρυθμιστές της εκπαίδευσης, όπως οι Χόρας Μαν και Τζον Ντιούι και στράβηκε κατά της κρατικής επιρροής στην εκπαίδευση σε τρία έργα: Intellectual Schizophrenia (μια γενική, συνοπτική μελέτη της εκπαίδευσης), The Messianic Character of American Education (ιστορική θεώρηση και διαπόμπευση της δημόσιας εκπαίδευσης στις ΗΠΑ) και The Philosophy of the Christian Curriculum (μια παιδαγωγική άποψη με επίκεντρο τους γονείς). Ο Ράσντουνι κλήθηκε αρκετές φορές ως ειδικός μάρτυρας σε σχετικές δικαστικές υποθέσεις.
Την ίδια περίοδο, οι Αμερικάνοι επαγγελματίες εκπαιδευτικοί Ρέιμοντ και Ντόροθι Μουρ άρχισαν να ερευνούν το ακαδημαϊκό υπόβαθρο της ενίσχυσης της εκπαίδευσης κατά την παιδική ηλικία. Αυτή η έρευνα περιελάμβανε ανεξάρτητες μελέτες από άλλους ερευνητές και ανασκόπηση περισσότερων από 8.000 μελετών για την εκπαίδευση κατά την παιδική ηλικία και τη φυσική και διανοητική ανάπτυξη των παιδιών. Οι έρευνες βεβαίωσαν ότι η επίσημη εκπαίδευση πριν από την ηλικία των 8-12 όχι μόνο δεν είχε την προσδοκώμενη αποτελεσματικότητα, αλλά ήταν τελικά επιβλαβής για τα παιδιά. Οι Μουρ άρχισαν να δημοσιεύουν την άποψή τους ότι η επίσημη εκπαίδευση έβλαπτε τα μικρά παιδιά ακαδημαϊκά, κοινωνικά, διανοητικά, και ακόμα και σωματικά. Παρουσίασαν με στοιχεία ότι προβλήματα της παιδικής ηλικίας όπως η εγκληματικότητα ανηλίκων, η μυωπία, η αυξημένη προσέλκυση μαθητών σε σχολεία ειδικής αγωγής και τα προβλήματα συμπεριφοράς ήταν το αποτέλεσμα των ολοένα και αυξανόμενων εγγραφών μαθητών στα σχολεία. Οι Μουρ εξέθεσαν μελέτες που αποδείκνυαν ότι ορφανά παιδιά που δόθηκαν σε παρένθετες μητέρες ήταν ευφυέστερα, με ανώτερες μακροπρόθεσμες επιδόσεις - ακόμα κι αν οι μητέρες ήταν «διανοητικά καθυστερημένες έφηβοι» - και ότι οι αναλφάβητες μητέρες από φυλές στην Αφρική ανέτρεφαν παιδιά που ήταν κοινωνικά και συναισθηματικά πιο προηγμένα από τα μέσα δυτικά παιδιά.
Ο αρχικός ισχυρισμός τους ήταν ότι οι δεσμοί και η συναισθηματική ανάπτυξη που δημιουργούνταν στο σπίτι με τους γονείς κατά τη διάρκεια αυτών των ετών δεν οδηγούσαν στα κρίσιμα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα τα οποία έρχονταν με την εγγραφή στα σχολεία και τα οποία δεν θα μπορούσαν ούτε να αντικατασταθούν ούτε να διορθωθούν με άλλες θεσμικές ρυθμίσεις. Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για έγκαιρη φροντίδα ορισμένων παιδιών εκτός του σπιτιού - ιδιαίτερα παιδιών με ειδικές ανάγκες ή ιδιαίτερα φτωχών παιδιών - υποστήριξαν ότι η συντριπτική πλειονότητα των παιδιών είναι πολύ προτιμότερο να βρίσκονται στο σπίτι, ακόμη και με μέτριους γονείς, παρά με τους πιο προικισμένους και χαρισματικούς δασκάλους σε μια σχολική τάξη (με την προϋπόθεση ότι το παιδί έχει καταρτισμένο και χαρισματικό δάσκαλο). Όπως έκανε και ο Τζον Χολτ, οι Μουρ υιοθέτησαν την οικοδιδασκαλία μετά τη έκδοση του πρώτου τους έργου με τίτλο Better Late Than Early το 1975 και έγιναν προασπιστές της με την έκδοση βιβλίων όπως Home Grown Kids το 1981, Homeschool Burnout και άλλα.
Εκείνη την εποχή, άλλοι συγγραφείς επίσης εξέδωσαν βιβλία που αμφισβητούσαν τις παροχές και την αποτελεσματικότητα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, όπως το Deschooling Society του Ιβάν Ίλιτς το 1970 και το No More Public School του Χάρολντ Μπένετ το 1972.
Το 1976, ο Χολτ εξέδωσε το Instead of Education, Ways to Help People Do Things Better. Στη διατύπωση του συμπεράσματός του έλεγε ότι ήθελε να βοηθήσει τα παιδιά να δραπετεύσουν από την υποχρεωτική εκπαίδευση. Για τον σκοπό αυτό, ο Χολτ ήρθε σε επαφή με οικογένειες από όλες τις ΗΠΑ που εκπαίδευαν τα παιδιά τους στο σπίτι. Το 1977, μετά από έρευνες σε έναν αριθμό αυτών των οικογενειών, ο Χολτ άρχισε να εκδίδει το Growing Without Schooling, ένα ενημερωτικό δελτίο αφιερωμένο στην οικοδιδασκαλία. Το 1980, ο Χολτ είπε: «Θέλω να καταστήσω σαφές ότι δεν βλέπω την οικοδιδασκαλία ως απάντηση στην ανεπάρκεια των σχολείων. Θεωρώ ότι το σπίτι είναι η κατάλληλη βάση για την εξερεύνηση του κόσμου, την οποίο ονομάζουμε μάθηση ή εκπαίδευση. Το σπίτι είναι η καλύτερη βάση ανεξάρτητα από το πόσο καλά είναι τα σχολεία».
Ο Χολτ έγραψε αργότερα ένα βιβλίο για την οικοδιδασκαλία με τίτλο Teach Your Own το 1981. Μια κοινή παράμετρος στις φιλοσοφίες περί οικοδιδασκαλίας του Χολτ και των Μουρ είναι ότι η οικοδιδασκαλία δεν πρέπει να είναι προσπάθεια παρουσίασης του σχολικού περιβάλλοντος στο σπίτι ή μια άποψη της εκπαίδευσης ως προκαταρκτική εισαγωγή στη ζωή. Τη θεωρούσαν μια φυσική, εμπειρική πτυχή της ζωής που συμβαίνει καθώς τα μέλη της οικογένειας συναναστρέφοντια το ένα με το άλλο στην καθημερινή ζωή.
Η οικοδιδασκαλία χρησιμοποιεί μια ευρεία ποικιλία των μεθόδων και εκπαιδευτικού υλικού. Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα και διάφορες εκπαιδευτικές φιλοσοφίες, που υιοθετούνται από οικογένειες.
Δεν είναι ασυνήθιστο ένας μαθητής να δοκιμάζει περισσότερες από μία προσεγγίσεις. Κάθε οικογένεια ανακαλύπτει τον καλύτερο τρόπο διδασκαλίας για την ίδια. Ως πηγές προγραμμάτων σπουδών και βιβλίων, το 78% των οικογενειών που εφάρμοσαν οικοδιδασκαλία στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2003 χρησιμοποίησε «μια δημόσια βιβλιοθήκη», το 77% «έναν κατάλογο για οικοδιδασκαλία, κάποιον εκδότη ή κάποιον ειδικό», το 68% «ένα τοπικό βιβλιοπωλείο ή άλλο κατάστημα», το 60% χρησιμοποίησε «έναν εκδότη εκπαιδευτικών βιβλίων που δεν σχετιζόταν με την οικοδιδασκαλία». Περίπου οι μισές οικογένειες χρησιμοποίησαν το πρόγραμμα σπουδών ή τα βιβλία κάποιας «οργάνωσης οικοδιδασκαλίας», το 37% χρησιμοποίησε υλικό από την «εκκλησία, τη συναγωγή ή άλλο θρησκευτικό φορέα» και το 23% από «το τοπικό δημόσιο σχολείο». Το 41% των οικογενειών το 2003 χρησιμοποίησε κάποιο είδος εκμάθησης από απόσταση, περίπου το 20% «τηλεόραση, βίντεο ή ραδιόφωνο», το 19% «διαδίκτυο, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ή τον Παγκόσμιος Ιστό» και το 15% έκανε μια «σειρά μαθημάτων αλληλογραφίας σχεδιασμένα ειδικά για οικοδιδασκαλία».
Μεμονωμένες κρατικές μονάδες, π.χ. πολιτείκες ή φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης, ποικίλλουν στις επίσημες απαιτήσεις προγράμματος σπουδών και φοίτησης.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.