From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Μετρόπολις (πρωτότυπος τίτλος: Metropolis) είναι γερμανική δραματική, επική ταινία επιστημονικής φαντασίας, του 1927. Το έργο ανήκει στο είδος του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Η σκηνοθεσία έγινε από τον Φριτς Λανγκ, σε σενάριο της Τέα φον Χάρμπου, το οποίο βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημά της. Πρωταγωνιστούν οι Άλφρεντ Άμπελ, Γκούσταβ Φρέλιχ, Ρούντολφ Κλάιν-Ρόγκε και Μπριγκίτε Χελμ. Παραγωγός της ταινίας ήταν ο Έριχ Πόμερ και η διανομή έγινε από την UFA. Η ταινία σήμερα θεωρείται πρωτοπόρος τους είδους της επιστημονικής - φαντασίας στις ταινίες, και μάλιστα η πρώτη μεγάλης διάρκειας ταινία τους είδους, που κυκλοφόρησε.[3]
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Metropolis | |
---|---|
Αυθεντική κινηματογραφική αφίσα της ταινίας, 1927. | |
Σκηνοθεσία | Φριτς Λανγκ |
Παραγωγή | Έριχ Πόμερ |
Σενάριο | Τέα φον Χάρμπου Φριτς Λανγκ (χωρίς να του γίνεται αναφορά) |
Βασισμένο σε | μυθιστόρημα της Τέα φον Χάρμπου, ονόματι Metropolis |
Πρωταγωνιστές | Άλφρεντ Άμπελ Γκούσταβ Φρέλιχ Ρούντολφ Κλάιν-Ρόγκε Μπριγκίτε Χελμ |
Μουσική | Γκότφριντ Χούπερτς (αυθεντικό sountrack) |
Φωτογραφία | Καρλ Φρόιντ Γκούνθερ Ριτάου Βάλτερ Ράτμαν |
Μοντάζ | Φριτς Λανγκ |
Σκηνογραφία | Erich Kettelhut[1] |
Εταιρεία παραγωγής | Universum Film |
Διανομή | UFA |
Πρώτη προβολή | 10 Ιανουαρίου 1927[2] |
Διάρκεια | 153 λεπτά (πρεμιέρα, χαμένη έκδοση) 118 λεπτά (2002, επανέκδοση, αποκαταστημένη έκδοση) 148 λεπτά (2010, επανέκδοση, αποκαταστημένη έκδοση) |
Προέλευση | Γερμανία (Δημοκρατία της Βαϊμάρης) |
Γλώσσα | Γερμανικά |
Προϋπολογισμός | 5,100,000 Reichsmark (υπολογίζεται) |
Ακαθάριστα έσοδα | 75,000 Reichsmark (υπολογίζεται) |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η ταινία γυρίστηκε κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Η πλοκή της λαμβάνει χώρα σε μία μελλοντική αστική δυστοπία, και αφηγείται την ιστορία του γιου του κυβερνήτη, Φέντερ, ο οποίος με μία εργάτρια, τη Μαρία προσπαθούν να εξαλείψουν το χάσμα που χωρίζει την πόλη τους. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν το 1925 και η παραγωγή στοίχισε, σχεδόν, 5 εκατομμύρια Reichsmarks.[4] Τα σκηνικά είναι επηρεασμένα από το Μπάουχαους, τον Κυβισμό και τον Φουτουρισμό.[5]
Κατά την περίοδο της κυκλοφορίας του, το έργο έλαβε ανάμικτες κριτικές. Από τη μία οι κριτικοί αντιμετώπισαν θετικά τα ειδικά εφέ της και την όμορφη εικόνα της, όμως, ως επί το πλείστον, κατέληξαν ότι πλοκή της ήταν naiveté (τη χαρακτήριζε αφέλεια).[6] Το έργο, επίσης, δέχτηκε κριτική για τα υποτιθέμενα κομμουνιστικά του μηνύματα.[7] Μετά την πρεμιέρα του κόπηκε μεγάλο μέρος από το αρχικό έργο του Λανγκ.
Η ιστορία εκτυλίσσεται χωρίς σαφή ένδειξη κάπου στο μέλλον. Το περιβάλλον είναι ψυχρό και βιομηχανικό.
Η υπερπληθυσμική Μετρόπολις χωρίζεται σε δύο κοινωνικές τάξεις που ζουν σε διαφορετικά επίπεδα της πόλης. Η ελίτ των αρχόντων και της αριστοκρατίας ζει στο ανώτερο επίπεδο, ενώ οι εργάτες, τα χέρια που φτιάχνουν την πόλη, ζουν στο κατώτερο επίπεδο, όπου βρίσκονται και οι μηχανές. Οι μηχανές είναι αυτές που καθορίζουν - και "καταβροχθίζουν" - τις ζωές των εργατών. Ο χρόνος, πάντοτε σχετικός, δείχνει να έχει σταματήσει για τους κατοίκους της "άνω" πόλης, ενώ για τους εργάτες αποτελείται μόνο από το ατελείωτο δεκάωρο της κάθε βάρδιας τους. Οι ολοκληρωτικές πολιτικές και οι οικονομικές δομές της κοινωνίας, καταγράφονται με ακρίβεια σε μια πόλη που γίνεται, τελικά, εφιαλτική.
Ο Γιόχαν Φρέντερσεν είναι ο Άρχοντας της Μετρόπολις. Δεν διευθύνει απλώς, αλλά εξουσιάζει την πόλη. Ο χαρακτήρας του κατά πολλούς είναι ένας συνδυασμός του (Σαιξπηρικού) Ριχάρδου Γ' και του Αδόλφου Χίτλερ. Η ομοιότητα του με τον Χίτλερ αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι η ταινία δημιουργήθηκε στην προ-Χιτλερική Γερμανία.
Ταυτόχρονα, στην ταινία υπάρχουν αρκετοί βιβλικοί συμβολισμοί. Ο ίδιος ο Φρέντερσεν παραλληλίζεται με Αιγύπτιο φαραώ του οποίου οι σκλάβοι φτιάχνουν τις πυραμίδες. Σε ερώτηση του γιου του, γιατί φέρεται τόσο άσχημα στους εργάτες απάντα "είναι τα χέρια τους που χτίζουν τη Μετρόπολις".
Η γυναίκα - καταλύτης, ονομάζεται "Μαρία" και η πρώτη φορά που εμφανίζεται είναι στις κατακόμβες της πόλης, όπου περιβαλλόμενη από ξύλινους σταυρούς, "κηρύττει" στους εργάτες. Τους μιλάει για ένα παρόμοιο κατασκεύασμα με τη Μετρόπολις, τον Πύργο της Βαβέλ, ενώ ταυτόχρονα ο θεατής βλέπει τις συνθήκες εργασίας των εργατών που προσομοιάζουν με αυτές των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
(Με πλάγια γράμματα περιγράφονται οι σκηνές που, σύμφωνα με τις τελευταίες ανακαλύψεις, θεωρούνται χαμένες).
Η Μετρόπολις, μια μεγάλη βιομηχανική πόλη του μέλλοντος βρίσκεται κάτω από την εξουσία του Γιόχαν Φρέντερσεν. Στην κατώτερη πόλη ζουν οι εργάτες που δεν έχουν ονόματα, αλλά νούμερα. Ανάμεσα στην ανώτερη πόλη των αριστοκρατών και την κατώτερη των εργατών, ζουν οι τεχνοκράτες, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την ομαλή λειτουργία των μηχανών που κρατούν την πόλη ζωντανή. Στην ανώτερη πόλη βρίσκονται οι "αιώνιοι κήποι" όπου τα παιδιά της κυρίαρχης τάξης διασκεδάζουν διαρκώς. Ένας από αυτούς είναι και ο Φρέντερ, γιος του Φρέντερσεν.
Η Μαρία, ένα κορίτσι της κατώτερης πόλης εισβάλει κρυφά στους "αιώνιους κήπους" μαζί με μια ομάδα από παιδιά εργατών, λέγοντας στους παρευρισκομένους πως "αυτά είναι αδέρφια σας". Η πράξη της αυτή συγκινεί τον Φρέντερ ο οποίος την αναζητεί, όταν εκείνη εκδιώκεται από τους κήπους.
Ο Φρέντερ καταλήγει στα μηχανοστάσια της κατώτερης πόλης όπου γίνεται μάρτυρας ενός ατυχήματος που στοιχίζει τις ζωές αρκετών εργατών. Στα μάτια του Φρέντερ η γιγάντια μηχανή φαντάζει σαν το Μολώχ (Βασιλιάς), μια ειδωλολατρική θεότητα της ευρύτερης περιοχής της Παλαιστίνης της Παλαιάς Διαθήκης, στην οποία θυσίαζαν παιδιά ρίχνοντας τα στη φωτιά που έκαιγε στο στόμα της.
Στο γραφείο του πατέρα του ο Φρέντερ περιγράφει σ' αυτόν τις απάνθρωπες συνθήκες των μηχανοστασίων, και συνειδητοποιεί την ψυχρή λογική με την οποία κυβερνάται η Μετρόπολις. Εμφανίζεται ο Γκροτ (Οτοΐ) - ο υπεύθυνος της "μηχανής καρδιάς" που παράγει την ενέργεια της πόλης - και δίνει στο Φρέντερσεν σχέδια που βρέθηκαν στις τσέπες των νεκρών από το ατύχημα εργατών. Κάποιες μυστικές δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα στην κατώτερη πόλη. Έξαλλος ο Φρέντερσεν απολύει τον Γιόζαφατ το δεξί του χέρι, καθώς όφειλε να τον πληροφορήσει για τις ενέργειες αυτές. Ο Φρέντερ θλίβεται για την απόλυση και προσφέρεται να προσλάβει το Γιόζαφατ για λογαριασμό του. Ο πατέρας του αναθέτει στον "Ξερακιανό" έναν ακόλουθο, να παρακολουθεί το γιο του.
Ο Φρέντερ επιστρέφει στα μηχανοστάσια. Ένας εργάτης, με το νούμερο 11811, γνωστός και ως Γκεόργκυ, σωριάζεται από την κούραση της δουλειάς, θέλοντας να τον σώσει, ο Φρέντερ αποφασίζει να τον αντικαταστήσει μέχρι το τέλος της βάρδιας, και αλλάζουν μεταξύ τους ρούχα. Ο Φρέντερ στέλνει το Γκεόργκυ στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ με οδηγίες να τον περιμένει εκεί. Στη διαδρομή ο Γκεόργκυ ενδίδει στους πειρασμούς της "άνω" πόλης. Καθώς βρίσκει χρήματα στις τσέπες των ρούχων του Φρέντερσεν αποφασίζει να επισκεφτεί την Γιοσιβάρα, το μπαράκι όπου η υψηλή κοινωνία της Μετρόπολις επιδίδεται σε ένα διαρκές όργιο απολαύσεων. Ο "Ξερακιανός" που ακολούθησε το αυτοκίνητο του Φρέντερ οδηγείται και αυτός εκεί μην ξέροντας ότι παρακολουθεί το Γκεόργκυ και όχι αυτόν που θα έπρεπε.
Στο μεταξύ ο Γιοχ Φρέντερσεν επισκέπτεται το Ρότβανγκ τον εφευρέτη. Στο σπίτι του Ρότβανγκ ανακαλύπτει ένα μνημείο αφιερωμένο στη Χελ, τη μοιραία γυναίκα ανάμεσα στο Ρότβανγκ και στο Φρέντερσεν. Η Χελ, ενώ υπήρξε ο μεγάλος έρωτας του Ρότβανγκ, παντρεύτηκε τελικά το Φρέντερσεν και πέθανε πάνω στη γέννηση του γιου τους Φρέντερ. Ο Ρότβανγκ μην μπορώντας να ξεπεράσει τον χαμό της, χλευάζει το Φρέντερσεν μπροστά στο μνημείο της και θριαμβευτικά του παρουσιάζει την τελευταία του εφεύρεση. Μια μηχανική γυναίκα που προορίζεται να αναπληρώσει την Χελ. (Στη συντομευμένη και παραποιημένη έκδοση της ταινίας, ο Ρότβανγκ παρουσιάζει το ρομπότ στο Φρέντερσεν ως αντικατάσταση του ανθρώπου, των εργατών, αφού μπορεί να δουλεύει ακούραστα και αλάθητα). Χρειάζεται όμως 24 ακόμη ώρες για να ολοκληρώσει τη δουλειά του και η μηχανική γυναίκα να είναι πιστό αντίγραφο της Χελ. Ο Φρέντερσεν του εξηγεί το λόγο της επίσκεψης του και ζητάει από το Ρότβανγκ να αποκρυπτογραφήσει τα σχέδια των εργατών. Ο Φρέντερ την ίδια ώρα υποφέρει τα πάθη της ζωής των εργατών. Φαντάζεται το ρολόι στο γραφείο του πατέρα του να δείχνει μόνο το ωράριο δουλειάς των εργατών. Η αλλαγή της βάρδιας τον ανακουφίζει και οι υπόλοιποι "συνάδελφοι" του τον οδηγούν στις κατακόμβες της πόλης όπου γίνονται οι μυστικές συναντήσεις.
Ο Ρότβανγκ αποκρυπτογραφεί τα σχέδια που τους οδηγούν και αυτούς στις κατακόμβες. Παρακολουθούν τη συγκέντρωση των εργατών, οι οποίοι ακούν τη Μαρία, που τους διηγείται την ιστορία του Πύργου της Βαβέλ. "Καταστράφηκε από τους σκλάβους που τον έχτιζαν γιατί δεν υπήρχε κοινή γλώσσα ανάμεσα ανάμεσα σε αυτούς και τους αφέντες". Τελειώνει λέγοντας πως κάποιος διαμεσολαβητής θα εμφανιστεί και θα βελτιώσει τις ζωές τους. Ο Ρότβανγκ αναγνωρίζει τον Φρέντερ ανάμεσα στους εργάτες, αλλά το κρύβει από τον Φρέντερσεν. Ο Φρέντερ ερωτεύεται τη Μαρία, ενώ εκείνη τον αναγνωρίζει σαν τον μέλλοντα διαμεσολαβητή. Του προτείνει να συναντηθούν την επόμενη μέρα στον καθεδρικό ναό.
Ο Φρέντερσεν παραγγέλνει στο Ρότβανγκ να δώσει στο ρομπότ όχι τη μορφή της Χελ, αλλά της Μαρίας, ώστε στέλνοντας το στους εργάτες να διαλύσει τις συγκεντρώσεις. Ο Ρότβανγκ αρχικά αρνείται, γρήγορα αλλάζει γνώμη όταν συνειδητοποιεί πως με αυτό τον τρόπο μπορεί να βλάψει τον Φρέντερσεν περισσότερο ακόμη και από το να δημιουργήσει μια ψεύτικη Χελ. Κυνηγάει τη Μαρία στις κατακόμβες και αφού την απαγάγει, την οδηγεί στο εργαστήριο του για να δώσει στο ρομπότ την εμφάνιση της.
Ιντερλούδιο
Την επόμενη μέρα, ο Φρέντερ μπαίνει στον καθεδρικό ναό της Μετρόπολις. Ακούει το κήρυγμα ενός μοναχού που ανακοινώνει ότι η Αποκάλυψη πλησιάζει και ότι θα εμφανιστεί με τη μορφή αμαρτωλής γυναίκας. Την ίδια στιγμή ο Ρότβανγκ προγραμματίζει το ρομπότ να καταστρέφει το Φρέντερσεν, την πύλη του και το γιο του. Ο Φρέντερ περιπλανάται στο ναό και ανακαλύπτει ένα γλυπτό που αναπαριστά το θάνατο και τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα.
Ο Γκεόργκυ βγαίνει από τη Γιοσιβάρα έχοντας ξοδέψει όλα τα λεφτά του Φρέντερ. Καθώς μπαίνει στο αυτοκίνητο τον συλλαμβάνει ο "Ξερακιανός". Ανακρίνοντας τον μαθαίνει ότι έχουν σχεδιάσει με το Φρέντερ να συναντηθούν στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ. Μην έχοντας βρει τη Μαρία στο ναό, ο Φρέντερ πηγαίνει στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ, ελπίζοντας να βρει τον Γκεόργκυ για να τον φέρει σε επαφή με τους εργάτες. Ο "Ξερακιανός" αφήνει ελεύθερο το Γκεόργκυ μετά την υπόσχεση του να ξεχάσει ότι έγινε. Κατευθύνεται στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ με σκοπό να συναντήσει το Φρέντερ, ο οποίος έχει ήδη φύγει ξεχνώντας πίσω το καπέλο του Γκεόργκυ. Θεωρώντας το ως απόδειξη των κρυφών συνεννοήσεων μεταξύ του Φρέντερ και του Γιόζαφατ, ο "Ξερακιανός" προσφέρει στον τελευταίο χρήματα για να εγκαταλείψει τη Μετρόπολις. Ο Γιόζαφατ αρνείται και διαπληκτίζεται με τον "Ξερακιανό" ο οποίος και επικρατεί και φεύγοντας κλειδώνει τον Γιόζαφατ στο διαμέρισμα του.
Η Μαρία είναι αιχμάλωτη του Ρότβανγκ. Πλησιάζοντας το σπίτι του εφευρέτη ο Φρέντερ ακούει τις φωνές της και μάταια προσπαθεί να τη βοηθήσει. Ο Ρότβανγκ την οδηγεί στο εργαστήριο του όπου και "μεταφέρει" την εμφάνιση της στο ρομπότ. Μετά την επιτυχή επιχείρηση ο Φρέντερ μυστηριωδώς οδηγείται στο εργαστήριο, όπου ο Ρότβανγκ τον πληροφορεί ότι η Μαρία είναι με τον πατέρα του. Με μια επιστολή ο Ρότβανγκ προσκαλεί το Φρεντερσεν στην παρουσίαση της ψεύτικης Μαρίας: μια επίδειξη των χορευτικών δυνατοτήτων της στην υψηλή κοινωνία της Μετρόπολις, προκειμένου να φανεί ότι είναι άνθρωπος και όχι μηχανή.
Στο γραφείο του, ο Φρεντερσεν δίνει οδηγίες στην ψεύτικη Μαρία. Ο Φρέντερ φτάνει και τους βρίσκει σε μια τρυφερή στιγμή. Νομίζοντας ότι η αγαπημένη του τον πρόδωσε παραληρεί από τρόμο και λιποθυμά. Στο σπίτι του Ρότβανγκ η ψεύτικη Μαρία κάνοντας ένα χορευτικό νούμερο ημίγυμνη υπνωτίζει τους άνδρες της Μετρόπολις.
Ο "Ξερακιανός" προσέχει το Φρέντερ στο κρεβάτι του, ο οποίος βλέπει σε όνειρο τον "Ξερακιανό" μεταμορφωμένο στον καλόγερο που κήρυττε για την Αποκάλυψη. Ο Γιαν και ο Μαρίνος παιδιά της υψηλής κοινωνίας, γοητεύονται από το χορό της Μαρίας (και πρόθυμοι θα έπρατταν και τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα για χάρη της).
Ο Φρέντερ ονειρεύεται με τα μάτια ανοιχτά. Τα αγάλματα του καθεδρικού ναού, που αναπαριστούσαν το θάνατο με τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα, ζωντανεύουν και τον πλησιάζουν. Ο θάνατος ανεμίζει το δρεπάνι του μέσα στο δωμάτιο του Φρέντερ.
Κορύφωση
Ο Γιόζαφατ δραπετεύει από το σπίτι του και κρύβεται στη Μετρόπολις προσπαθώντας να έρθει σε επαφή με τον Φρέντερ. Την ίδια στιγμή ο "Ξερακιανός" αναφέρει στον Φρεντερσεν την αυξανόμενη ανησυχία του για τις βιαιότητες, που αυξάνονται στην κατώτερη πόλη και ότι το μόνο πράγμα που κρατά ακόμα τους εργάτες από την εξέγερση είναι η προσμονή του "διαμεσολαβητή". Ο Γιόζαφατ πληροφορεί τον Φρέντερ, ο οποίος έχει πια αναρρώσει, για τα γεγονότα που συνέβησαν: ο Γιαν και ο Μαρίνος μονομάχησαν για την ψεύτικη Μαρία, και πάνω στη συμπλοκή ο Γιαν σκοτώθηκε. Από τότε οι "αιώνιοι κήποι" έχουν εγκαταλειφθεί και τα παιδιά των πλουσίων έχουν μαζευτεί στη Γιοσιβάρα όπου βρίσκεται η ψεύτικη Μαρία. Οι νέοι μαλώνουν για χάρη της, και όλο και περισσότεροι βρίσκουν το θάνατο. Καθώς ο Γιόζαφατ διηγείται αυτά στον Φρέντερ, οι σειρήνες της Μετρόπολις σημαίνουν την αλλαγή της βάρδιας των εργατών και ταυτόχρονα δίνουν το σύνθημα για τη μυστική συνάντηση των εργατών στις κατακόμβες. Ο Φρέντερ αποφασίζει να ξανακατεβεί στις κατακόμβες. Ο Φρέντερσεν δίνει διαταγή στον "Ξερακιανό" να μην εμποδιστούν οι εργάτες ότι και να πράξουν. Έπειτα ξεκινάει να συναντήσει τον Ρότβανγκ. Ο Ρότβανγκ λέει στην αληθινή Μαρία, πως το ρομπότ φαίνεται να ακολουθεί τις οδηγίες του Φρεντερσεν εξεγείροντας τους εργάτες, ενώ στην πραγματικότητα ακολουθεί μόνο τις δίκες του διαταγές.
Η ψεύτικη Μαρία παρακινεί τους εργάτες να καταστρέψουν τις μηχανές. Ο Φρέντερ και ο Γιόζαφατ ενώνονται μαζί τους και ο Φρέντερ συνειδητοποιεί πως αυτή δεν μπορεί να είναι η Μαρία. Το ρομπότ αποκαλύπτει ότι ο Φρέντερ είναι γιος του Φρέντερσεν και διατάζει τους εργάτες να τον δολοφονήσουν. Ο Γκεόργκυ στην προσπάθεια να προστατέψει με το σώμα του τον Φρέντερ σκοτώνεται. Τη στιγμή που οι εργάτες ορμούν να καταστρέψουν τις μηχανές ο Φρέντερ και ο Γιόζαφατ κατορθώνουν να ξεφύγουν.
Ο Φρεντερσεν, απαρατήρητος, κρυφάκουσε όσα ο Ρότβανγκ αποκάλυψε στη Μαρία και ορμά εναντίον του. Η Μαρία βρίσκει την ευκαιρία να ξεφύγει και κατευθύνεται προς την πόλη. Οργισμένοι οι εργάτες φτάνουν στις πύλες των μηχανοστασίων. Ο Γκροτ, φύλακας στη "μηχανή - καρδιά", έχει ενημερωθεί για το τι συμβαίνει και κλειδώνει τον θάλαμο της μηχανής. Επικοινωνεί με τον Φρέντερσεν ο οποίος τον διατάζει να ανοίξει τις πύλες και να αφήσει την κατάσταση να εξελιχθεί. Ο Γκροτ υπακούει με δισταγμό, αλλά μπαίνει μπροστά από τους εργάτες προσπαθώντας να τους ηρεμήσει. Κανένας δεν ακούει τα λόγια του και την ίδια στιγμή η ψεύτικη Μαρία καταστρέφει τη μηχανή και επιστρέφει στην "άνω" πόλη.
Η πραγματική Μαρία κατεβαίνει στην έρημη κατώτερη πάλη, όπου βλέπει τα μηχανοστάσια να αρχίζουν να πλημμυρίζουν. Αμέσως συγκεντρώνει τα παιδιά των εργατών και τα οδηγεί σε ασφαλές μέρος. Μετά την έκρηξη της "μηχανής - καρδιάς" η πόλη βυθίζεται στο σκοτάδι. Ο Γιόζαφατ και ο Φρέντερ βρίσκουν τη Μαρία με τα παιδιά. Ο Φρέντερ καταλαβαίνει πως έχει βρει τη σωστή Μαρία. Καθώς ανεβαίνουν στην "ανώτερη πόλη" μέσα από τους αεραγωγούς συναντούν αδιέξοδο. Την τελευταία στιγμή καταφέρνουν να σωθούν οι ίδιοι και τα παιδιά από το νερό που ανεβαίνει.
Ο Γκροτ εξηγεί στους θριαμβευτικούς εργάτες το μέγεθος της καταστροφής στα μηχανοστάσια και η διάθεση τους ξαφνικά αλλάζει. Την ίδια στιγμή η ψεύτικη Μαρία στη Γιοσιβάρα προσκαλεί τους καλεσμένους σε μια φρικαλέα νύχτα "..ας δούμε τον κόσμο να καταποντίζεται!" και το πλήθος, χορεύοντας, ξεχύνεται στην πόλη. Ο Ρότβανγκ συνέρχεται από το χτύπημα του Φρέντερσεν, σέρνεται ως το μνημείο της Χελ και με τα λόγια "δικιά μου Χελ ήρθε η ώρα να σε φέρω πίσω στο σπίτι" ξεκινάει να βρει το ρομπότ.
Στο δρόμο η Μαρία συναντά τους θυμωμένους μαζί της εργάτες και καταφέρνει να τους ξεφύγει. Οι εργάτες και το πλήθος από τη Γιοσιβάρα αναμιγνύονται. Η ψεύτικη Μαρία συλλαμβάνεται από τους εργάτες οι οποίοι ετοιμάζουν πυρά, μπροστά από τον καθεδρικό ναό για να την κάψουν. Ο Φρέντερ ψάχνει την πόλη για τη "δική του" Μαρία, η οποία κρύβεται σε μια εγκοπή πίσω από την πόρτα του καθεδρικού ναού. Ο Ρότβανγκ την εντοπίζει και πιστεύοντας πως πρόκειται για το ρομπότ την καταδιώκει, στο καμπαναριό και στη στέγη του ναού.
Καθώς καίγεται, η ψεύτικη Μαρία, παίρνει την αρχική της μορφή, αυτή του ρομπότ. Οι εργάτες και ο Φρέντερ συνειδητοποιούν ότι έχουν εξαπατηθεί και ότι η αληθινή Μαρία βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Ο Φρέντερ αντιμετωπίζει τον Ρότβανγκ στη στέγη του ναού και ελευθερώνει τη Μαρία. Την ίδια στιγμή ο Φρέντερσεν εμφανίζεται και οι εργάτες τον απειλούν. Ο Γιόζαφατ τους πληροφορεί ότι τα παιδιά τους είναι ασφαλή χάρη στον Φρέντερ και στη Μαρία. Ο Ρότβανγκ πεθαίνει πέφτοντας από τη σκεπή, ενώ το πλήθος των εργατών συγκεντρώνεται στην είσοδο του ναού. Η Μαρία και ο Φρέντερ - ο διαμεσολαβητής της προφητείας - κηρύσσουν τη συμμαχία ανάμεσα στην εξουσία και στους εργαζόμενους και αναγκάζουν τον Φρέντερσεν και τον Γκροτ να δώσουν τα χέρια ως μια αρχή της μελλοντικής καλής τους συνεργασίας, "ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στα χέρια και στο μυαλό πρέπει να είναι η καρδιά".
Το κόστος της ταινίας ανέρχεται περίπου στα επτά εκατομμύρια μάρκα, ποσό υπέρογκο για την εποχή, και θεωρείται ότι κατά το γύρισμά της, ο Φριτς Λανγκ είχε αναλογικά τη μεγαλύτερη δημιουργική ελευθερία, από κάθε άλλο σκηνοθέτη. Το σενάριο της ταινίας γράφτηκε το 1924 από τον ίδιο και την τότε σύζυγό του, Τέα φον Χάρμπου και κυκλοφόρησε ως βιβλίο το 1926. Εταιρία παραγωγής της ταινίας ήταν η UFA.
Η ταινία περιέχει ειδικά εφέ και σκηνικά που ακόμα και σήμερα εντυπωσιάζουν το σύγχρονο κοινό με την επιβλητικότητά τους. Το φιλμ συνδέεται αισθητικά και θεματικά με τον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό, αν και η αρχιτεκτονική στην ταινία βασίζεται μάλλον στον σύγχρονο της Μοντερνισμό και στην Αρ Ντεκό. Ιδιαίτερα η τελευταία ήταν ένα καινούργιο στυλ στην Ευρώπη τότε, που δεν είχε αρχίσει ακόμα να παράγεται μαζικά και θεωρούνταν έμβλημα της άρχουσας τάξης.
Το Αρ Ντεκό εργαστήριο του Ροτβανγκ, με το φωτισμό του και τις βιομηχανικές συσκευές θεωρείται από πολλούς πρόδρομο στυλ του Μοντέρνου στυλ steamline, που επηρέασε ιδιαίτερα την οπτική των εργαστηρίων των «τρελών επιστημόνων» τύπου Φρανκενστάιν στην ποπ κουλτούρα.
Ο ειδικός των εφέ, Eugen Schüfftan, δημιούργησε οπτικά εφέ που εντυπωσίασαν και συζητήθηκαν τα επόμενα χρόνια από την παραγωγή της ταινίας. Ανάμεσά στα εφέ που χρησιμοποιήθηκαν ήταν μικρογραφίες της Μετρόπολις, κάμερες σε κίνηση και κυρίως μία διαδικασία που ονομάστηκε επεξεργασία Schüfftan, η οποία και χρησιμοποιήθηκε αργότερα και από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ. Το υπερβολικό κόστος της ταινίας θεωρείται ως ένας από τους λόγους της χρεοκοπίας της UFA, η οποία οδήγησε στην αγορά της από τους Ναζιστές.
Το ρομπότ, το οποίο υποδύεται η Μπριγκίτε Χελμ δημιουργήθηκε από τον Βάλτερ Σούλτσε-Μίτεντορφ. Μία κατά τύχη ανακάλυψη δείγματος ενός «πλαστικού ξύλου», μίας χημικής ουσίας που χρησιμοποιούνταν για γέμισμα σε σκηνικά, του επέτρεψε να κατασκευάσει το κοστούμι σαν μία πανοπλία πάνω από ένα γύψινο εκμαγείο της ηθοποιού. Το κοστούμι στη συνέχεια βάφτηκε με ένα χρώμα μείγμα ασημένιου και μπρούντζινου, το οποίο φαινόταν πολύ εντυπωσιακό στην οθόνη. Η Helm υπέφερε κατά τα γυρίσματα καθώς το κοστούμι τη γέμιζε μελανιές και κοψίματα. Παρ’ όλα αυτά ο Λανγκ επέμενε να το παίξει αυτή, παρά το ότι το κοινό δε θα έβλεπε ότι ήταν αυτή.
Στις 10 Ιανουαρίου του 1927 έγινε η πρώτη προβολή της ταινίας στην αίθουσα UFA-Palast στην περιοχή του Ζωολογικού κήπου στο Βερολίνο, με μέτρια επιτυχία. Το μήκος της ταινίας τότε ήταν 4.819 μέτρα και η διάρκειά της σήμερα υπολογίζεται στα 153 λεπτά.
Ο Αμερικανός εκπρόσωπος της UFA στις ΗΠΑ, Frederick Wynne-Jones, έφερε το Μετρόπολις στην Αμερική για να το παρουσιάσει στην Paramount Pictures με στόχο τη διανομή της ταινίας εκεί. Η ταινία παίχτηκε σε μία εκδοχή που είχε μονταριστεί από τον Αμερικανό δραματουργό Τσάνινγκ Πόλοκ, που αλλοίωσε τελείως την αρχική πλοκή της ταινίας, που είχε διχάσει τους Αμερικανούς διανομείς, καθώς επίσης μείωσε κατά πολύ την διάρκειά της. Η διαμάχη ανάμεσα στους χαρακτήρες Ρότβανγκ και Φρέντερσεν, η αντιζηλία για την πεθαμένη Χελ και άλλες σκηνές αφαιρέθηκαν. Προκειμένου να αποκατασταθεί η συνοχή της ταινίας μετά από όλες αυτές τις διαγραφές και συντομεύσεις, ήταν απαραίτητο να πραγματοποιηθούν ριζικές αλλαγές στους μεσότιτλους της ταινίας και να αλλαχθεί σημαντικά το μοντάζ των σκηνών που είχαν μείνει αυτούσιες. Παρά τις αλλαγές, η αμερικάνικη εκδοχή της ταινίας εξακολουθούσε να είναι περίπου 3.100 μέτρα σε μάκρος. Ο Πόλοκ συνόψισε την άποψη του λέγοντας: «Η ταινία, πριν αρχίσω τη δουλειά μου στην μορφοποίηση και το μοντάζ, δεν είχε ούτε λογική ούτε περιορισμούς. Ήταν ένα συμβολικό παραλήρημα και οι άνθρωποι που την έβλεπαν δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν τι πραγματευόταν η ταινία, ποιο ήταν το θέμα της. Εγώ της έδωσα την δική μου ερμηνεία, το δικό μου νόημα.»
Στο Βερολίνο η ταινία Μετρόπολις αποσύρθηκε από την κυκλοφορία μέσα σε λίγες εβδομάδες. Οι λόγοι που συνέβη αυτό είναι ακόμη αδιευκρίνιστοι. Πιθανότατα στη Γερμανία υπήρχε η πεποίθηση ότι το μέγεθος της ταινίας θα αποτελούσε εμπόδιο για τη διανομή της στην ευρύτερη περιοχή της Γερμανίας.
Στις 7, 8 και 27 Απριλίου του 1927 το διοικητικό συμβούλιο της UFA συνεδρίαζε συνεχώς και αποφάνθηκε ότι η ταινία, σύμφωνα με την αμερικάνικη εκδοχή της, μετά την αφαίρεση των τίτλων που εκ φύσεως «έτειναν» να είναι κομμουνιστικοί, επίσης δεν προσφέρονταν για προβολή στη Γερμανία. Σ' αυτή τη φάση δεν είναι γνωστό εάν ο Λανγκ εμπλέχθηκε στη μεταφορά της δεύτερης γερμανικής εκδοχής της ταινίας. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι ότι η ταινία κατατέθηκε στο Γραφείο Λογοκρισίας Κινηματογράφου στο Βερολίνο στις 5 Αυγούστου του 1927, όπου έγιναν περικοπές σύμφωνα με το μοντέλο της αμερικάνικης εκδοχής και αλλάχθηκαν οι μεσότιτλοι, όπου κρίθηκε απαραίτητο, και τότε μόνο δόθηκε σε κυκλοφορία έχοντας μέγεθος 3.241 μέτρων. Έκτοτε τέτοιες μόνο κόπιες της ταινίας δόθηκαν από την UFA σε περιοχές εκτός Βερολίνου.
Στις διαφημίσεις για την ταινία το τμήμα επικοινωνίας της UFA κομπορρημονούσε ότι χρησιμοποιήθηκαν 620.000 μέτρα αρνητικού φιλμ και 1.300.000 μέτρα θετικού. Συγκρίνοντας με την πρεμιέρα όπου το μήκος φιλμ που προβλήθηκε ήταν 4.187 μέτρα αυτό θα σήμαινε μία αναλογία αρνητικού σε σχέση με το φιλμ που προβλήθηκε σχεδόν της τάξης 148:1. Εάν αυτά τα στοιχεία είναι ακριβή, κανείς θα μπορούσε να συμπεράνει ότι από αυτό το υπεραρκετό υλικό, η UFA όχι μόνο απέτυχε να αφαιρέσει τις λήψεις που χαρακτηρίστηκαν ανεπιτυχείς αλλά - αντίθετα με την υιοθετημένη τακτική της βιομηχανίας κινηματογράφου, ανατύπωσε περισσότερο από δύο φορές το σύνολο των σκηνών- ο μόνος τρόπος να εξηγηθεί η χρήση του υπέρογκου ποσού του θετικού φιλμ. Με άλλα λόγια αυτοί οι αριθμοί είναι μετά βίας ευλογοφανείς, παρόλο που στηρίζουν περιγραφές μόνο για τον Φριτς Λανγκ, οι οποίες τον χαρακτηρίζουν ως ένα σαδιστή - «θηριοδαμαστή» σε σχέση με τους ηθοποιούς του και έναν άφρονα σπάταλο των υλικών αγαθών. Άνθρωποι, που ήταν παρόντες στα γυρίσματα αναφέρουν ότι ο Λανγκ ανάγκαζε τους ηθοποιούς του να επαναλαμβάνουν τις σκηνές έως ότου φτάσουν σε σημείο εξάντλησης. Ο Έριχ Κέτελχουτ, χρονικογράφος, αναφέρει ότι ο Λανγκ δεν ήταν ευχαριστημένος έως ότου τουλάχιστον τρεις από τις λήψεις του ανταποκρίνονταν πλήρως στις επιδιώξεις του. Αυτή η παρατήρηση του Κέτελχουτ στην επιμήκη αναφορά του για τα γυρίσματα και τη δημιουργία της Μετρόπολις αποδεικνύει ότι ο Λανγκ ήταν ένας ευσυνείδητος επαγγελματίας, ο οποίος απέφερε κάτι σημαντικό στον εργοδότη του: τρεις καλές λήψεις από κάθε γύρισμα.
Σύμφωνα με σύγχρονες έρευνες είναι πιθανό ότι το σχέδιο αρχικά ήταν να δημιουργηθούν τρία πανομοιότυπα αρνητικά φιλμ της Μετρόπολις: ένα για να παράγονται αντίτυπα για χρήση στη Γερμανία, ένα για το τμήμα των εξαγωγών και ένα για να αποσταλεί στην Ρaramount, η οποία θα διένειμε την ταινία στην Αμερική. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, τα 620.000 μέτρα δαπανημένου αρνητικού θα διανέμονταν σε τρία γνήσια αρνητικά, γεγονός, το οποίο μειώνει την αναλογία δαπανημένου αρνητικού σε μονταρισμένο κινηματογραφικά φιλμ σε ποσοστό 49:1, νούμερο που παραμένει υπερβολικό και απίθανο. Εκείνη την περίοδο ήταν πάγια πολιτική η παράλληλη παραγωγή πολλαπλών αρνητικών. Δεν υπήρχαν αξιόπιστα υλικά αναπαραγωγής και μόνο με την ύπαρξη αρκετών αρνητικών ήταν δυνατόν να αναπαράγει κανείς μεγάλο αριθμό αντίτυπων ή να εξάγει αρνητικά. Αυτά τα γνήσια αρνητικά γυρίζονταν παράλληλα, από κάμερες που ήταν η μια δίπλα στην άλλη και ήταν στραμμένες προς την ίδια κατεύθυνση. Ποτέ φυσικά, οι λήψεις τους δεν ήταν τελείως όμοιες.
Το 1934 μετά από αίτηση των Φίλων Κινηματογράφου του Βασιλείου η UFA συνέταξε μία λίστα με ταινίες βωβού κινηματογράφου, οι οποίες βρίσκονταν ακόμη στο αρχείο της (Τempelhof). Ανάμεσα στους 480 τίτλους ταινιών της λίστας υπήρχε μόνο ένα αρνητικό της Μετρόπολις, που αποτελείτο από 2.589 μέτρα φιλμ (χωρίς τα μέτρα με τους υπότιτλους) σε εννέα μπομπίνες. Ακόμη και το μήκος αποτελεί ένδειξη ότι αυτό δεν μπορεί να είναι το γνήσιο αρνητικό της γνήσιας εκδοχής της ταινίας (τα 4.189 μέτρα ήταν σαφώς πολύ περισσότερα). Το πιθανότερο είναι αυτό το αρνητικό να αποτελεί τη δεύτερη έκδοση της UFA, που εκδόθηκε το καλοκαίρι του 1927, αφ' ότου η ταινία κόπηκε και τροποποιήθηκε λίγο ως πολύ στα μέτρα της Paramount, είχε μήκος 3.241 μέτρα (συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων των υπότιτλων). Συνεπώς δεν έχει αποσαφηνιστεί τι απέγινε το γνήσιο αρνητικό. Κατά πάσα πιθανότητα μεταφέρθηκε κατά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου μαζί με άλλο υλικό έτσι ώστε μετά τον πόλεμο βρέθηκε πάλι υπό την κατοχή της UFA, η οποία αναδιοργανώθηκε στη Δυτική Γερμανία.
Μετά την κατάρρευση της UFA μεταπολεμικά, μεταφέρθηκε στο Ινστιτούτο Υποτροφιών Friedrich-Wilhelm-Murnau στο Βισμπάντεν. Το 1988 πέντε μπομπίνες αντιγράφτηκαν ξανά.
Παρόλα αυτά υπάρχει ένα διπλότυπο αρνητικό της δεύτερης γερμανικής εκδοχής, η οποία χρησίμευσε ως βάση για τα περισσότερα αντίτυπα που κυκλοφορούν στις δυτικές χώρες. Το 1936 η Ιris Barry, η ιδρύτρια του κινηματογραφικού αρχείου του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, ήρθε στο Βερολίνο κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων για να αγοράσει αντίγραφα γερμανικών κλασσικών ταινιών για τη συλλογή του μουσείου. Ανάμεσα σε άλλες ταινίες έλαβε κι ένα αντίτυπο του Μετρόπολις από την UFA. Σε σύγκριση με την ταινία των πέντε μπομπινών που αντιγράφτηκε ξανά στο Βισμπάντεν, αυτά το αντίτυπο προερχόταν από το αυθεντικό αρνητικό, που φύλασσε η UFA. Το αντίγραφο που δόθηκε για τη συλλογή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης δεν υπάρχει πια, αλλά φτιάχτηκε ένα διπλότυπο αρνητικό από αυτό το 1937 στη Νέα Υόρκη. Αυτό το αντίγραφο μπορεί να έχει αντικατασταθεί ακόμη μία φορά το 1947, αφού χρησιμοποίησε αποσπάσματα από το τότε ακόμη υπάρχον πρότερο διασωθέν αντίγραφο. Από το 1986 αυτό το αντίγραφο αρνητικό ανήκει στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μονάχου. Αντίθετα με το μήκος των 2.589 μέτρων (χωρίς τους υπότιτλους ) όπως μετρήθηκε από την UFA το 1934, λείπει τώρα συμπληρωματικό κινηματογραφικό μήκος φιλμ: οι εννέα μπομπίνες του αντίγραφου αρνητικού είναι τώρα μόνο 2.532 μέτρα (συμπεριλαμβανομένων και των υποτίτλων).
Αφού αριθμητικά πολλαπλασιάστηκε από το Αρχείο Κινηματογράφου του Βασιλείου στο Κρατικά Αρχείο Κινηματογράφου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και τώρα στο Αρχείο Κινηματογράφου (Bundesarchiv-Filmarchiv), υπήρχε ακόμη ένα γνήσιο αρνητικό της ταινίας που δεν εμφανίζεται στη λίστα της UFA το 1934. Πιθανώς να μην ήταν υπό την κατοχή της εκείνο το διάστημα και το εν λόγω αρνητικό να ήταν εκείνο της Paramount , το γνήσιο αρνητικό που έφτασε στην Αμερική το 1926/27 και υπέστη τις ριζικές αλλαγές. Πιθανώς επεστράφη στην UFA ύστερα από τη λήξη της άδειας ή κάποια στιγμή μετά το 1936 και οπότε και δόθηκε στο Κινηματογραφικά Αρχείο του Βασιλείου. Το υλικό έχει μήκος 2.337 μέτρων (συμπεριλαμβανομένων και των αμερικάνικων υποτίτλων) σε οκτώ μπομπίνες και η σημερινή του μορφή πιθανά ανταποκρίνεται σε μία δεύτερη ακόμη μικρότερη εκδοχή της Paramount. Έτσι λοιπόν κάποιο συμπληρωματικό υλικό από το αυθεντικό αρνητικό έφτασε στο Αρχείο Κινηματογράφου της Γερμανίας και αυτό επίσης είναι τμήμα της πρώτης εκδοχής της Paramount και περιέχει τις σκηνές που αποκόπηκαν από τη δεύτερη εκδοχή της όπως και στοιχεία που δεν αποκόπηκαν, αλλά απλά συντομεύτηκαν. Το αξιοθαύμαστο μήκος του συμπληρωματικού υλικού (1.952 μέτρα σε 10 μπομπίνες) που δεν επεστράφη στο Βερολίνο, δυστυχώς δεν κατοχυρώνει ότι οι σκηνές της γερμανικής πρεμιέρας, οι οποίες χάθηκαν απ' όλες τις άλλες εκδοχές βρίσκονται εδώ. Το μήκος του υλικού οφείλεται στο γεγονός ότι περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό άλλων παραγόντων και θεμάτων για τους αμερικάνικους υπότιτλους όπως και βασικό υλικό για σκηνές με διάφορα ειδικά οπτικά εφέ, τα οποία έπρεπε να αντιγραφούν μαζί για την ολοκλήρωση της ταινίας.
Έως σήμερα δεν έχει βρεθεί ίχνος του τρίτου γνήσιου αρνητικού, το οποίο δόθηκε στο τμήμα εξαγωγών της UFA. Παρόλα αυτά διατηρούνται αντίγραφα από αυτά τα αρνητικά, τα οποία εξήχθησαν σε πολλές χώρες κατά το 1927/28. Στο Εθνικό Αρχείο Κινηματογράφου και Τηλεόρασης στο Λονδίνο υπάρχει μία κόπια της εκδοχής των 2.603 μέτρων, που διανεμήθηκε στη Βρετανία. Αυτή η κόπια περιέχει τμήματα που δεν περιέχονται ούτε στη γερμανική έκδοση της συλλογής του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης ούτε στην έκδοση της Paramount, ενώ στην ίδια άλλα τμήματα είναι συντομευμένα. Οι αγγλικοί υπότιτλοι διαφέρουν περιστασιακά από τους αμερικάνικους που είχε γράψει ο Πόλοκ. Το Ινστιτούτο George Eastman πήρε προσφάτως την κόπια, η οποία βρισκόταν στο Αρχείο Κινηματογράφου και Ήχου στην Καμπέρα. Το μοντάζ και τα κείμενα αυτής της εκδοχής, η οποία διενεμήθη στην Αυστραλία και προέρχεται από την ιδιωτική συλλογή του Χάρρυ Ντέιβιντσον επίσης διαφοροποιείται ελαφρώς από την αγγλική εκδοχή. Αυτή η κόπια είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα γιατί χρωματίστηκε. Άλλες κόπιες επεξεργασμένες με νιτρικό οξύ, επί μέρους διατηρημένες, χρωματισμένες σε σημεία εκτός της αυστραλιανής, βρίσκονται στο Ίδρυμα Cineteca στο Μιλάνο: 1.899 μέτρα, 482 μέτρα και 190 μέτρα σε μήκος, καθεμία από τις οποίες έχει αφειδείς υποτίτλους των οποίων το νόημα διαφοροποιείται αρκετά απ' αυτό των γερμανικών.
Όσο μπορεί να επιβεβαιωΘεί κάτι τέτοιο, όλες οι εκδοχές της ταινίας Μετρόπολις που τίθενται σε κυκλοφορία- είτε είναι αναδομημένες είτε όχι-απορρέουν από το παραπάνω υλικά παρόλο, που, λόγω των ενδιάμεσων σταδίων που έχουν οι περισσότερες απ´αυτές περάσει, η ποιότητα της φωτογραφίας μοιάζει μάλλον με καρικατούρα παρά με αναπαραγωγή της αυθεντικής ταινίας. Οι σκηνές που αφαιρέθηκαν το 1927, αρχικά από την Paramount και κατόπιν από την UFA, δεν είναι πλέον πιθανόν να υπάρχουν κάπου. Αυτό σημαίνει ότι ένα τέταρτο της ταινίας, η «καρδιά» της ιστορίας που συνέλαβαν οι Χάρμπου και Λανγκ πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι χαμένο.
Η περισσότερο διαδεδομένη εκδοχή είναι αυτή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, η οποία δημιουργήθηκε το 1937 αντικαθιστώντας τους υπότιτλους της δεύτερης γερμανικής έκδοσης, μέρος του υλικού που λήφθηκε από την UFA , με αγγλική μετάφραση. Αυτή η έκδοση ήταν πιο κοντά στην γερμανική εκδοχή απ' ό,τι στην εκδοχή της Paramount, κατά την οποία αλλάχθηκαν ακόμη και τα ονόματα των χαρακτήρων: Ο Γιάν Φρέντερσεν μετονομάστηκε Τζον Μάστερ, ο γιος του Φρέντερ έγινε Έρικ και στον Γιοζαφάτ δόθηκε το άνομα Τζάζεφ. Στην εκδοχή του Μουσείου Σύγχρονης τέχνης διατηρούνται τα αρχικά ονόματα. Στις αρχές του 1938, αυτή η έκδοση αντιγράφηκε για την Εθνική Βιβλιοθήκη Κινηματογράφου του Λονδίνου και από εκεί συνέχισε να "εξαπλώνεται" στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι κόπιες που διανεμήθηκαν στη Δυτική Γερμανία μετά τη δεκαετία του '60, βάσει των διαφόρων ειδών μουσικής που περιέχουν, παραπέμπουν και αυτές στο αντίτυπο του Λονδίνου.
Στη δεκαετία του '60 επανεμφανίζεται η έκδοση της Paramount. Από το Βερολίνο η συντομευμένη εκδοχή της Paramount περνώντας από διάφορα αρχεία, όπως εξηγήσαμε παραπάνω, προβλήθηκε στο κοινό. Η Gosfilmofond στη Μόσχα και το Τσεχοσλάβικο Αρχείο Κινηματογράφου στην Πράγα από κοινού παρήγαγαν μία βελτιωμένη έκδοση της Paramount, η οποία τουλάχιστον κατείχε ένα μήκος 2.816 μέτρων και γι' αυτό ήταν πιο πλήρης από αυτήν που ήταν γνωστή στο Βερολίνο, παρ' όλα αυτά εξακολουθούσε να είναι πιο σύντομη από την εκδοχή του Πάλοκ, το 1927. Από το 1969 έως το 1972 στο Κρατικό Αρχείο Κινηματογράφου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, ο Έκαρτ Γιάνκε δημιούργησε την επονομαζόμενη εκδοχή «FIAF», από διαφορετικό υλικό που συγκέντρωσε από διάφορα αρχεία. Αυτή η κίνηση αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη δημιουργία μίας πιο πλήρους εκδοχής της Μετρόπολις- όχι όμως αρκετά ικανοποιητική: Αφής στιγμής πολλοί γρίφοι που ήταν κρυμμένοι στην ταινία δεν μπορούσαν να λυθούν, γιατί το σενάριο, και ό,τι είχε αποκοπεί από τη λογοκρισία δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμη προκαλώντας κενό στη ροή της ταινίας- Γι’ αυτό αυτή η έκδοση δεν μπορεί επίσης να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
Οι αγγλικοί υπότιτλοι διατηρήθηκαν ως είχαν και έτσι στην πορεία της ταινίας αλλάζουν συχνά ονόματα και χαρακτήρες. Λόγω της ανεπάρκειας των πηγών, συχνά ο Γιάνκε καταλήγει σε λάθος συμπεράσματα στην πορεία του έργου του. Πίστευε για παράδειγμα ότι οι λακωνικοί υπότιτλοι της εκδοχής του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης προσομοίαζαν περισσότερο στο στιλ του Χάρμπου απ' ό,τι οι διανθισμένοι του Πάλοκ της αμερικάνικης εκδοχής. Σήμερα ξέρουμε ότι το σωστό ήταν το ακριβώς αντίθετο. Αφού μελέτησε το υλικό που είχε στη διάθεση του, πρότεινε ότι η εκδοχή FIAF να βασιστεί σ' αυτό που αυτός αποκαλούσε «κόπια του Λονδίνου», στην οποία θα έπρεπε να εισαχθούν λήψεις που είχαν αφαιρεθεί, όπου ήταν δυνατόν. Η πρόταση του αυτή είναι αδιευκρίνιστη γιατί δεν είχε στη διάθεση του μόνο την έκδοση για το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης αλλά και μία ακόμη που ανήκε σε Άγγλους διανομείς. Από σημειώσεις που βρέθηκαν πιθανόν αποκαλούσε «κόπια του Λονδίνου» αυτή του Μουσείου. Ενώ το Μουσείο προσέφερε στο Κρατικό Αρχείο Κινηματογράφου της Γερμανίας την κόπια του 1937, κανένας δεν είχε καταλάβει ότι αυτό το υλικό θα ήταν δύο γενιές καλύτερο απ' αυτό που αποκτήθηκε στο Λονδίνο. Ως αποτέλεσμα, αυτή η FIAF εκδοχή πέρα από τις άλλες ατέλειες, ήταν και πολύ απογοητευτική από την ποιότητα της φωτογραφίας.
Σύμφωνα με τα σημερινά κριτήρια δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό γιατί δεν έγινε προσπάθεια να αποκτηθεί μία καινούργια εκδοχή από το φωτογραφικά άριστο γνήσιο αρνητικό της εκδοχής της Paramount, που άλλωστε ήταν διαθέσιμη στο αρχείο. Ένα γράμμα του Λανγκ ίσως είναι η αιτία. Ο Λανγκ έγραψε: «Μάλλον έχεις δίκιο να χρησιμοποιείς την εκδοχή του Λονδίνου ως βάση για την αναδόμηση της ταινίας.» Ο Λανγκ είχε γράψει στο Αρχείο το 1971 σχετικά με την εκδοχή της Paramount: « ...πόσο απερίσκεπτα και δικτατορικά οι Αμερικάνοι διανομείς αντιμετώπισαν τον Ευρωπαϊκά κινηματογράφο της δεκαετίας του '20». Ο σκηνοθέτης προφανώς δεν θα μπορούσε να θορυβηθεί ούτε από το γεγονός ότι ο Λανγκ παραδέχτηκε : «...είναι αδύνατον για μένα να σου πω από μνήμης κάτι που θα σε βοηθούσε στο έργο σου» και μετά οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα: «Μετά που καταλήφθηκε το Βερολίνο όλα τα αντίγραφα της ταινίας μου που φυλάσσονταν σ' ένα εκτυπωτήριο προφανώς κατασχέθηκαν από τους Ρώσους. Ανάμεσα στις ταινίες υπήρχε και ένα πλήρες αντίγραφο της Μετρόπολις. Η παράσταση διαρκούσε 2 ώρες και 4 λεπτά.» Αυτή η παράσταση ανταποκρίνεται στη δεύτερη γερμανική εκδοχή (3.240μ) παρά την προβολή 23 καρέ ανά δευτερόλεπτο, κατά την οποία «οι απερίσκεπτες και δικτατορικές» περικοπές είχαν γίνει από τους Αμερικάνους και παρ' όλα αυτά ο Λανγκ ισχυρίζεται ότι αυτή η εκδοχή ήταν «πλήρης». Ήταν όντως αδύνατον για τον Λανγκ να θυμηθεί ότι η πρώτη του ταινία ήταν μία ώρα και περίπου 1000 μέτρα μεγαλύτερη ή αποτελεί αυτή η δήλωση μία επικεκαλυμμένη ένδειξη ότι και η δεύτερη γερμανική εκδοχή ήταν παραγωγή ή υπό την εποπτεία του Λανγκ;
Διάφορες βερσιόν σε αποκατεστημένες κόπιες κυκλοφόρησαν και στις δεκαετίες του ’80 και του ΄90, με διάρκεια γύρω στα 90 λεπτά. Σε όλες απουσιάζουν σκηνές.
Το 1984 μια νέα αποκατάσταση και μοντάζ έγινε από τον Τζόρτζιο Μορόντερ, ένα μουσικό παραγωγό που ειδικευόταν σε ποπ και ροκ σάουντρακ για ταινίες. Αυτή η εκδοχή εισήγαγε ένα νέο σάουντρακ ροκ εντ ρολ, καθώς επίσης παιζόταν σε ταχύτητα 24 καρέ το δευτερόλεπτο και είχε διάρκεια μόνο 80 λεπτά. Η βερσιόν αυτή δίχασε τις απόψεις κοινού και κριτικών.
Ο Ένο Πατάλας έκανε μια εξαντλητική απόπειρα να αποκαταστήσει την κόπια το 1986. Η εκδοχή αυτή ήταν η πιο ακριβής για την εποχή της, χάρη στο σενάριο και την αρχική μουσική της ταινίας που είχαν στο μεταξύ ανακαλυφθεί. Ο Πατάλας ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσει πολλές πηγές που ανακαλύφθηκαν ενδιάμεσα και παρέχουν πιο ακριβείς πληροφορίες για την χαμένη εκδοχή της πρεμιέρας: το σενάριο, αυτά που λογοκρίθηκαν και τη μουσική. Το 1986/87, μετά από χρόνια πρωταρχικής εργασίας μετά από χρόνια ανεπαρκούς κινηματογραφικού υλικού και έντονης παγκόσμιας έρευνας, εκδόθηκε ένα αντίτυπο στο Μόναχο βασισμένο στο επεξεργασμένο με νιτρικό οξύ αντίγραφο-αρνητικό, που πάρθηκε από το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και ενσωμάτωσε χαμένες σκηνές απ' όλες τις εκδοχές που είχε στη διάθεση του. Σύμφωνα με το κείμενο που είχε λογοκριθεί συμπλήρωσε εκ νέου φωτογραφημένους κινηματογραφικούς υπότιτλους. Αυτή η εκδοχή είναι 3.153 μέτρα και ως εκ τούτου μικρότερη από τη δεύτερη γερμανική εκδοχή του 1927- Παρόλα αυτά τα σημεία που λείπουν σχετικά με την κατανόηση του υπολοίπου, αντικαταστάθηκαν από κείμενα και το μοντάζ αποκαταστάθηκε όσο το δυνατόν καλύτερα για να είναι πιο κοντινό στην εκδοχή της πρεμιέρας. Η κόπια παρουσιάστηκε και παρουσιάζεται παντού στον κόσμο συχνά με τη μουσική του Γκότφριντ Χούπερτς, εκ νέου μεταποιημένη από τον Μπερντ Χέλλερ.
Η βάση για την εκδοχή του Πατάλας ήταν μία κόπια που είχε το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Το ίδρυμα F. W. Murnau κυκλοφόρησε μία 123λεπτη βερσιόν το 2002, που συντόνισε ο Martin Koerber. Περιείχε κάρτες τίτλων που περιέγραφαν τις σκηνές που λείπουν και είχε καινούργιο σάουντρακ, λόγω νομικών δυσκολιών. Είναι η πιο πλήρης κόπια που υπάρχει αυτή τη στιγμή, καθώς χρησιμοποιήθηκαν όλα τα τμήματα του φιλμ που υπήρχαν από όλες τις διαφορετικές βερσιόν, και όλα τα κινηματογραφικά αρχεία που διέθεταν έστω και θραύσματα του φιλμ. Σε αυτήν έγινε ψηφιακή επεξεργασία του φιλμ για καλύτερη φωτογραφία.
Τα περισσότερα φιλμ του βωβού γυρίζονταν σε ταχύτητες 16-20 καρέ το δευτερόλεπτο, αλλά η ψηφιακά αποκατεστημένη βερσιόν παίζει στην στάνταρ ταχύτητα των 24. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η δράση να φαίνεται πολλές φορές αστεία. Ο λόγος που έγινε αυτό δεν είναι ξεκάθαρος. Στη δεκαετία του 1970, το BBC είχε ετοιμάσει μία εκδοχή με ηλεκτρονικό ήχο που παιζόταν σε ταχύτητα 18 καρέ ανά δευτερόλεπτο, με αποτέλεσμα η κίνηση να είναι πιο φυσική. Εφόσον δεν υπάρχει καταγραφή της θέλησης του Φριτς Λανγκ σχετικά με το θέμα, η διαφωνία μένει ανοιχτή.
Το 2008, ογδόντα χρόνια έπειτα από την εποχή που γυρίστηκε, βρέθηκε στο Μπουένος Αϊρες, στο Μουσείο Κινηματογράφου της Αργεντινής μια χωρίς περικοπές κόπια του Μετρόπολις του Φριτς Λανγκ. Το μουσείο την είχε στην κατοχή του, χωρίς κανείς μέχρι τώρα να έχει συνειδητοποιήσει την αξία της. Με τον φόβο ότι κανείς δεν πρόκειται να την πάρει στα σοβαρά στην Αργεντινή, η επιμελήτρια του μουσείου Πόλα Φελίξ- Ντιντιέ, απευθύνθηκε σε Γερμανούς ειδικούς, οι οποίοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ταινία είναι η πρωτότυπη στην πλήρη της εκδοχή.
Η ταινία ήταν εισπρακτική αποτυχία και αυτό οδήγησε στο να γίνουν πολλές εκδοχές της με διαφορετικό μοντάζ και μικρότερη διάρκεια. Αυτό οδήγησε στην απώλεια τμημάτων της ταινίας, η οποία σήμερα δε σώζεται ολόκληρη. Έγινε δημόσια ιδιοκτησία στις ΗΠΑ, αλλά τα δικαιώματα ανακτήθηκαν το 1998. Η μήνυση του Golan εναντίον του Gonzalez προσπάθησε ανεπιτυχώς να σταματήσει την ανάκτηση των πνευματικών δικαιωμάτων. Στις 15 Νοεμβρίου του 2005 μία αυθεντική αφίσα της ταινίας από το 1927 (η μία από τις 4 γνωστές που έχουν απομείνει) πουλήθηκε σε τιμή ρεκόρ 690.000 δολαρίων από την Reel Poster Gallery στο Λονδίνο.
Υπήρξαν πολλά διαφορετικά σάουντρακ για το Μετρόπολις.
Μία λίστα:
Η ταινία έχει επηρεάσει πολυάριθμες ταινίες επιστημονικής φαντασίας έως σήμερα, με κύρια παραδείγματα το Blade Runner, το Σκοτεινή Πόλη, το Brazil, την Οδύσσεια του Διαστήματος, τη σειρά Star Wars και άλλα. Η δομή του «Πύργου της Βαβέλ» είναι στοιχείο που έχει περάσει σε πολλές ταινίες, όπως και ο πύργος της Μετρόπολις φαίνεται ότι προέρχεται από ένα πύργο που είχε χτίσει στο Πόζεν το 1911 ο Hans Poelzig. Οι πρώτες ταινίες που επηρεάστηκαν ήταν το Just Imagine του 1930, το οποίο επίσης έδειχνε μία πόλη με εναέρια κυκλοφορία και γέφυρες σε ουρανοξύστες, καθώς επίσης και οι ταινίες του Φλας Γκόρντον του 1936, με την πόλη των Vultan όπου υπήρχε ένα εργοστάσιο του οποίου ο έλεγχος γινόταν από ένα καντράν με δείκτη παρόμοιο με αυτό του Μετρόπολις.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.