Η βουπρενορφίνη είναι ημισυνθετικό οπιοειδές το οποίο χρησιμοποιείται για την θεραπευτική υποκατάσταση των οπιοειδών, ιδίως της ηρωίνης, και την αντιμετώπιση του συνδρόμου στέρησης των οπιοειδών σε μεγάλες δόσεις, με περίπου τα ίδια αποτελέσματα με τη μεθαδόνη, και ως μέτρια ισχυρό αναλγητικό σε μικρότερες δόσεις για την αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου. Η βουπρενορφίνη άρχισε αν χρησιμοποιείται ως αναλγητικό τη δεκαετία του 1980. Η χρήση της σε θεραπείες υποκατάστασης εγκρίθηκε το 2002 στις Ηνωμένες Πολιτείες από το FDA[1] και το 2006 στην Ευρωπαϊκή Ένωση[2]. Η χορήγηση του φαρμάκου γίνεται συνήθως σε υπογλώσσια ταμπλέτα. Η βουπρενορφίνη, σε αντίθεση με άλλα οπιοειδή, όταν λαμβάνεται δεν προκαλεί ευφορία.[3] Προσδένεται αγωνιστικά/ανταγωνιστικά στους υποδοχείς των οπιοειδών μ και κ στον εγκέφαλο[4] και έχει διάρκεια δράσης έως και 72 ώρες, περισσότερο δηλαδή από τη μεθαδόνη. Το στερητικό σύνδρομο της βουπρενορφίνης είναι ήπιο με αποτέλεσμα να είναι πιο εύκολο να γίνει αποτοξίνωση σε σχέση με τη μεθαδόνη.[3] Παρενέργειες περιλαμβάνουν ναυτία και εμετούς, ζάλη, πονοκέφαλο, αμνησία, εφίδρωση, ξηροστομία, ορθοστατική υπόταση, σεξουαλική δυσλειτουργία ανορεξία και κατακράτηση ούρων. Επηρεάζει το ΚΝΣ λιγότερο σε σχέση με τη μορφίνη.[5]

Thumb
Η χημική δομή της βουπρενορφίνης

Παραπομπές

Wikiwand in your browser!

Seamless Wikipedia browsing. On steroids.

Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.

Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.