From Wikipedia, the free encyclopedia
Βιασμός ονομάζεται η συνουσία ή άλλη σεξουαλική επαφή χωρίς την συγκατάθεση ενός ατόμου. Δεδομένου ότι αποτελεί νομικό αδίκημα, ο ακριβής ορισμός του βιασμού είναι διαφορετικός από χώρα σε χώρα, ενώ έχει σαφέστατα αλλάξει στη διάρκεια των ετών.
Χαρακτηριστικά, ο ορισμός στις ΗΠΑ άλλαξε το 2012 ώστε να περιλαμβάνει ως θύματα και τους άνδρες (ενώ ο προηγούμενος νόμος του 1927 περιελάμβανε μόνο τις γυναίκες).[1]
Στην Ελλάδα, ο ποινικός κώδικας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους το 1834, συντάκτης του οποίου ήταν ο Μάουρερ, θεωρούσε βιασμό την εξαναγκασμένη συνουσία ανεξαρτήτως φύλου, ενώ ο προηγούμενος κώδικας, το Απάνθισμα των εγκληματικών, της προσωρινής κυβέρνησης της επαναστατημένης Ελλάδας του 1824, ανέφερε μόνο την περίπτωση «φθοράς» από έγγαμο.[2][3] Το άρθρο 336 τροποποιήθηκε για να συμπεριλάβει τον ορισμό της σεξουαλικής βίας βάσει συναίνεσης και συμπεριλήφθηκε στον νέο ελληνικό ποινικό κώδικα στις 6 Ιουνίου 2019.[4] Το άρθρο 336 τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2019.[5]
Στην Κύπρο, στο κεφ. 154 του περί Ποινικού Κώδικα Νόμου, ο ορισμός του βιασμού αναφερόταν αποκλειστικά στις γυναίκες από το 1960 έως το 2020, αλλά το 2020 η Κύπρος ενημέρωσε τα άρθρα 144, 145 και 146 για να συμπεριλάβει άνδρες και ΛΟΑΤ άτομα.[6][7][8]
Ο βιασμός καταγράφεται ως αδίκημα ήδη από τον Κώδικα του Χαμουραμπί του 18ου αιώνα π.Χ.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.