Άραβας χαλίφης From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Αλί ιμπν Αμπού Τάλιμπ (εξελληνισμένα Αλής, 17 Μαρτίου 599[1] - 27 Ιανουαρίου 661) είναι, για τους Σουνίτες, ο τέταρτος και τελευταίος από τους Χαλίφες Ρασιντούν («ορθά καθοδηγούμενους» Χαλίφες), ενώ για τους Σιίτες είναι ο πρώτος Ιμάμης, εξάδελφος του προφήτη Μωάμεθ, που κυβέρνησε μόνο για 4 χρόνια, από το 656 έως το 661, όταν και δολοφονήθηκε. Οι Σιίτες ιστορικοί πιστεύουν ότι γεννήθηκε μέσα στον ιερό περίβολο της Κάαμπα.
Αλί ιμπν Αμπί Τάλιμπ | |
---|---|
Ηγέτης των πιστών | |
Περίοδος | 656–661 |
Προκάτοχος | Οθμάν ιμπν Αφφάν |
Διάδοχος | Μωαβίας Α΄ (ως πρώτος χαλίφης του χαλιφάτου των Ομεϋαδών) |
Ιμάμης (Σύμφωνα με τους Σιίτες) | |
Προκάτοχος | Μωάμεθ |
Διάδοχος | Χασάν ιμπν Αλί |
Γέννηση | 17 Μαρτίου 599 Μέκκα, Αραβία |
Θάνατος | 27 Ιανουαρίου 661 Κούφα, Ιράκ |
Τόπος ταφής | Τέμενος Ιμάμη Αλή, Νατζάφ, Ιράκ |
Επίγονοι | Χασάν ιμπν Αλί Χουσεΐν ιμπν Αλί κ.α. |
Οίκος | Αλίδες |
Πατέρας | Αμπού Τάλιμπ |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ήταν το δεύτερο άτομο, μετά τη γυναίκα του Προφήτη, Χατιτζά, που δέχτηκε την προφητική ιδιότητα του Μωάμεθ, και στάθηκε όλη τη ζωή του, πιστός στον Προφήτη και και στα διδάγματά του. Παντρεύτηκε τη κόρη του Μωάμεθ Φάτιμα, και έκανε μαζί της δυο γιους και δυο κόρες. Συνολικά, απέκτησε γύρω στα 35 παιδιά, αφού εκτός από τις 10 συνολικά γυναίκες που παντρεύτηκε, έκανε παιδιά και με 18 ακόμα σκλάβες. [2] Οι απόγονοί του είναι γνωστοί ως Αλίδες, και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ισλαμικού κόσμου.
Ήταν ο τελευταίος μουσουλμάνος που μετανάστευσε στη Μεδίνα, το 622. Κατά τη διάρκεια της χαλιφείας των τριών πρώτων χαλιφών στάθηκε πιστός δίπλα τους και πάντα είχε μια ξεχωριστή θέση στο «συμβούλιο της διακυβέρνησης», σαν ανιψιός αλλά και σύντροφος (σαχάμπι) του Προφήτη.
Από τον Προφήτη του είχε δοθεί το προσωνύμιο Abu Turaab, "πατέρας της σκόνης" [3]
«Όταν έκανα το νυχτερινό ταξίδι, είδα γραμμένο στο πόδι του Θρόνου (του Θεού): Υπάρχει μόνο ένας Θεός, και ο Μωάμεθ είναι ο απεσταλμένος Του. Είναι ο εκλεκτός Μου ανάμεσα στα δημιουργήματά Μου, και ο Αλί είναι το στήριγμά του».[4]
Ο Αλί συμπαραστάθηκε στον Μωάμεθ σε όλες τις στιγμές της ζωής του, διακινδυνεύοντας μάλιστα τη ζωή του, για τη ζωή του Προφήτη. Το ίδιο έγινε και όταν στη Μεδίνα πλέον, ο Προφήτης έβαζε τα θεμέλια του καινούριου μουσουλμανικού κράτους. Πήρε μέρος σε όλες τις μάχες που έδωσε ο Μωάμεθ μέχρι να υποτάξει τους Κουραϊσίτες και να κατακτήσει τη Μέκκα. Επίσης ανέλαβε να εξισλαμίσει τη φυλή Tayy, καθώς και τις φυλές στην Υεμένη.
Ο Αλί έγινε εκλεκτό μέλος του άτυπου συμβουλίου διακυβέρνησης και του Αμπού Μπακρ αλλά και του Ουμάρ ιμπν αλ-Χαττάμπ. Μάλιστα ο τελευταίος τον χρησιμοποίησε στη θέση του δικαστή, εξαιτίας της ευγενικής φύσης του αλλά και της πλήρους γνώσης του Κορανίου και των νόμων που απορρέουν από αυτό. [5]
Ο Αλί αποδέχτηκε τελικά την εκλογή του Οθμάν ιμπν Αφφάν αν και πολλές πηγές της Σία λένε ότι δυσαρεστήθηκε πολύ, καθώς θεώρησε ότι ο Αμπντούρ Ραχμάν έδωσε τη χαλιφεία στον Οθμάν εξαιτίας της συγγενικής σχέσης που είχαν.[6]
Αναρχία βασίλεψε για μερικές μέρες στη Μεδίνα, καθώς οι εξεγερμένοι από την Αίγυπτο είχαν καταλάβει τη πόλη και τρομοκρατούσαν τους κατοίκους. Οι συγγενείς του Οθμάν – οι Ομαγιάδες – το έσκασαν κρυφά για τη Μέκκα για να μην έχουν τη τύχη του Οθμάν. Τη πέμπτη μέρα, οι Αιγύπτιοι ζήτησαν πριν φύγουν να εκλεγεί ο νέος χαλίφης, παρουσία τους. Την επόμενη μέρα – 23 Ιουνίου του 656, χαλίφης εκλέχτηκε ο Αλί, κυρίως από την πίεση που άσκησαν οι Αιγύπτιοι στον πληθυσμό. [7]
Η πρώτη απαίτηση των ανθρώπων της Μεδίνας ήταν να βρεθούν και να τιμωρηθούν οι δολοφόνοι του Οθμάν. Ο Άλι το υποσχέθηκε αλλά δεν έκανε τίποτα προς αυτή τη κατεύθυνση.
Το δεύτερο έργο ήταν να αντικαταστήσει τους κυβερνήτες των επαρχιών που τόσες δυσαρέσκειες προκάλεσαν επί χαλιφείας του Οθμάν. [κάτι που ήταν αντίθετο με τις συμβουλές των φίλων του, που του σύστηναν να μην κάνει προς το παρόν καθαιρέσεις για να μην οξύνει τα πράγματα, και κυρίως να μην καθαιρέσει τον Μωαβία – μια που αν μη τι άλλο, ήταν επιλογή του Ομάρ και όχι του Οθμάν. Όμως ο Άλι δεν τους άκουσε. [8] Πράγματι αντικαταστάθηκαν οι κυβερνήτες της Αιγύπτου, της Κούφας, της Βασόρας και της Υεμένης. Μάλιστα διέταξε και την αποπομπή του κυβερνήτη της Συρίας Μωαβία και την αντικατάστασή του από τον Sahl ibn Haneef [9] Αυτό όμως θα είναι το χειρότερο λάθος που θα κάνει.
Ο Αλί αποφάσισε να αντιμετωπίσει το θέμα διπλωματικά – σύμφωνα με τις συμβουλές των οικείων του – και έτσι αντί να αποπέμψει τον Μωαβία, του ζήτησε με το γράμμα που του έστειλε να τον αναγνωρίσει σαν χαλίφη του. Όμως ο Μωαβίας αρνήθηκε να το κάνει. Ο Μωαβίας και οι άρχοντες της Συρίας, στη συντριπτική πλειοψηφία Ομαγιάδες αρνιόνταν να αναγνωρίσουν αυτόν που δεν εκδικήθηκε για το θάνατο του προκατόχου του. [10]
Ο Αλί αποφάσισε ότι έπρεπε να διεκδικήσει την αναγνώριση από τους Άραβες της Συρίας ακόμα και με τα όπλα και ετοίμασε έναν στρατό γι’ αυτόν το σκοπό.Όμως η αντίδραση της Αϊσά, της τελευταίας γυναίκας του Προφήτη τον πρόλαβε. [11]
Η Αϊσά βρισκόταν στη Μέκκα για το ετήσιο προσκύνημα (χατζ) όταν έμαθε τα νέα της δολοφονίας του Οθμάν και της διαδοχής του από τον Αλί, μια εξέλιξη που δεν της άρεσε καθόλου. Διαφώνησε με την εκλογή, και έμεινε στη Μέκκα αρνούμενη και αυτή να αναγνωρίσει το νέο χαλίφη. Εκεί κατέφυγαν έπειτα από 4 μήνες μετά τη δολοφονία του Οθμάν και οι σύντροφοί του Προφήτη, Αζ-Ζουμπαϊρ και Ταλάτ με το πρόσχημα του προσκυνήματος, αποχωρώντας διακριτικά από τη Μεδίνα, διαφωνώντας με την απόφαση του Άλι να αντιμετωπίσει το Μωαβία με τα όπλα. [12]. Από τη Μεδίνα έφυγαν και όσοι Ουμαγιάδες βρίσκονταν και γύρισαν και αυτοί στη Μέκκα και με αρχηγό τους τον Μερβάν ιμπν αλ-Χακάμ (Marawan ibn al-Hakam), ενώθηκαν με την Αϊσά.
Σε λίγο διάστημα οι δυο πόλεις είχαν χωριστεί. Η Μέκκα με τους Ουμαγιάδες και την Αϊσά και η Μεδίνα με τον Αλί και τους ανσάρ.
Η Αϊσά και οι σύντροφοί της, πιο αποφασισμένοι από ποτέ σχημάτισαν στρατό από όσους ήθελαν να εκδικηθούν τον άδικο θάνατο του αδερφού της, και ύστερα από διάφορες απόψεις αποφάσισαν να κατευθυνθούν στη Βασόρα. [13]
Σε αυτό το σημείο ο Αλί πληροφορήθηκε τους σκοπούς τους και ανέβαλλε την εκστρατεία μέχρι τη Συρία με σκοπό να εξουδετερώσει πρώτα τους πιο κοντινούς του αντιπάλους. Ο Άλι πέρασε από τη Κούφα και υποσχόμενος ότι θα την κάνει πρωτεύουσά του, κατάφερε να συγκεντρώσει 10.000 άραβες πολεμιστές για να τον ακολουθήσουν στη Βασόρα. Επίσης πολλούς πρόθυμους πολεμιστές βρήκε και στην ίδια τη Βασόρα, που έφυγαν από τη πόλη για να ενωθούν μαζί του. [14].Οι Μεκκανοί έφτασαν στη Βασόρα, τη πολιόρκησαν και τη κατέλαβαν τη νύχτα της 19ης Οκτωβρίου του 656. Βρήκαν τους εμπλεκόμενους στη δολοφονία του Οθμάν και τους σκότωσαν όλους, καθώς και περίπου 70 από όσους συμμετείχαν στην επίθεση στο σπίτι του Οθμάν στη Μεδίνα. [15]
Εκεί έγινε η πρώτη μουσουλμανική εμφύλια σύρραξη που πήρε το όνομά της, «η μάχη της καμήλας», από τη καμήλα στην οποία καθόταν η Αϊσά και διεύθυνε τους στρατιώτες της. 10.000 μουσουλμάνοι σκοτώθηκαν εκείνη την ημέρα και από τις δυο πλευρές και ανάμεσά τους και οι Ταλάτ και Αζ-Ζουμπαϊρ οι σαχάμπι του Προφήτη. [16]
Ο Αλί νίκησε, διόρισε τον ανιψιό τον Αμπνταλλάχ ιμπν αλ Αμπάς σαν κυβερνήτη της πόλης και επέστρεψε στη Κούφα. Η Αϊσά διατάχτηκε να επιστρέψει και να παραμείνει στη Μέκκα.
Τον Γενάρη του 657 ο Αλί έμπαινε στη Κούφα και την ονόμαζε πρωτεύουσα του χαλιφάτου του. εκεί βρισκόταν το μεγαλύτερο μέρος των υποστηρικτών του, οι αραβικές φυλές των Βεδουίνων, της υπόλοιπης εκτός Μέκκας, Αραβίας.
Ύστερα από μερικούς μήνες ξεκούρασης ο Άλι, συγκέντρωσε 50.000 στρατιώτες και ξεκίνησε να βαδίζει κατά της Δαμασκού. Τον Απρίλιο του 657 εισβάλλει από τη βόρεια Συρία, και φτάνοντας στο ύψος του Χαλεπιού, στρατοπεδεύει στη περιοχή του Σιφφίν.
Ο Μωαβίας από την άλλη, με 60.000 στρατιώτες ξεκίνησε από τη Δαμασκό για να συναντηθούν στη περιοχή του Σιφφίν δίπλα στον Ευφράτη. [17].
Οι αψιμαχίες κράτησαν έναν ολόκληρο μήνα, με διαφορετικά τμήματα των στρατών να συμπλέκονται κάθε μέρα, αλλά χωρίς να δίνεται καμιά ουσιαστική μάχη με όλο το στράτευμα. Μόλις έφθασε ο ιερός μήνας του χρόνου, (ο Μουχαρράν κατά τη διάρκεια του οποίου γιορτάζεται το Ραμαζάνι-) ο Ιούνης του 658 - οι δυο πλευρές αποφάσισαν να κάνουν ανακωχή και ταυτόχρονα προσπαθούσαν να έρθουν σε κάποια συμφωνία. Τελικά όταν οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν, η αποφασιστική μάχη έλαβε χώρα από τις 26 έως τις 28 Ιουλίου του 657.
Κανένας δεν φαινόταν ικανός να νικήσει μέχρι που ο Αμρ ιμπν αλ Ας που ήταν στο στρατόπεδο του Μωαβία, πρότεινε ότι το Κοράνι με τη σοφία του έπρεπε να λύσει το ζήτημα. Οι δυο διεκδικητές της χαλιφείας θα κρινόντουσαν με βάση την ιερή γραφή ποιος άξιζε για χαλίφης και συμφωνήθηκε ανάμεσα στους δυο στρατούς να οριστεί διαιτησία για να λύσει το ζήτημα. Η συμφωνία υπογράφηκε και η απάντηση ορίστηκε να δοθεί σε 6 μήνες.
Η απόφαση όμως του Αλί να δεχτεί τη διαιτησία δυσαρέστησε τους συντρόφους του (Shia) αλλά και αυτούς που ήθελαν να συνεχίσει τη μάχη και σηκώθηκαν και εξεγέρθηκαν και ορκίστηκαν να μην ξαναγυρίσουν πίσω μαζί του στη Κούφα. Οι τελευταίοι ονομάστηκαν Χαριτζίτες («οι αποχωρήσαντες») και αποτέλεσαν έκτοτε ξεχωριστή σέκτα του Ισλάμ.[18]
Τον Φλεβάρη του 658, συγκεντρώθηκαν στη πόλη Dawmat al- Jandal οι αντιπρόσωποι και των δυο ηγετών καθώς και πλήθος κόσμου από όλη την Αραβία που με αγωνία περίμενε το αποτέλεσμα. Εκεί άρχισαν τις διαπραγματεύσεις για να βρουν άλλο –εκτός των δυο- πιο κατάλληλο για τη χαλιφεία. Αλλά δεν κατάφεραν τίποτα. Οι αντιπρόσωποι του Μωαβία με αρχηγό τον διάσημο στρατηγό Αμπρ ιμπν αλ-Ας επέστρεψαν στη Συρία και ανακήρυξαν χαλίφη τον διοικητή της Συρίας ενώ οι αντιπρόσωποι του Άλι ξαναγύρισαν στη Κούφα, φλογερότεροι υπέρ του Άλι, παρά ποτέ.
Οι Χαριτζίτες τελικά, που εγκατέλειψαν τον Άλι μετά τη συμφωνία του για διαπραγμάτευση, δημιούργησαν τον τρίτο πόλο της αντιπαράθεσης αφού τελικά δεν ήθελαν ούτε τον Μωαβία ούτε τον Άλι. [19]
Ο Άλι ετοίμασε τα στρατεύματά του για να εισβάλλει στη Συρία κα συγκέντρωσε 65.000 άντρες[20]. Ενώ βάδιζε κατά του Μωαβία, έμαθε για τις παρανομίες και τις αυθαιρεσίες που οι Χαριτζίτες έκαναν στα περίχωρα του στρατοπέδου τους και αποφάσισε να πάει πρώτα εκεί για να τους επιβάλλει τη τάξη στις 17 Ιούλη του 658. Οι περισσότεροι από τους 4000 Χαριτζίτες έφυγαν αλλά 1800 που έμειναν να πολεμήσουν, σφαγιάστηκαν μέχρι ενός. Ο στρατός του Άλι, που τελικά φάνηκε ότι δεν ήθελε να πάει να πολεμήσει στη Συρία απαίτησε ξεκούραση μερικών μηνών. Οι στρατιώτες ξεκουράστηκαν κοντά στη Κούφα, και σιγά- σιγά άρχισαν να αδειάζουν το στρατόπεδο και να επιστρέφουν στα σπίτια τους. Έτσι άδοξα, έληξε τον Απρίλη, του 658 η εκστρατεία για τη Συρία. [21].
Οι Βυζαντινοί, εκμεταλλευόμενοι την εμφύλια σύρραξη, εισέβαλλαν ξανά στα βόρεια σύνορα της Συρίας. Ο Μωαβίας αναγκάστηκε να υπογράψει μια συνθήκη ειρήνης μαζί τους, και να τους πληρώσει μεγάλο χρηματικό ποσό για να εξασφαλίσει την αναβολή των εχθροπραξιών.
Ο Μωαβίας, το 660, πρότεινε προκειμένου να λήξει η διένεξη να κρατήσει τις ανατολικές περιοχές ο Άλι (Ιράκ) και τις δυτικές ο Μωαβίας (Συρία), κάτι που τελικά έγινε δεκτό. [22]
Όμως, τον ίδιο χρόνο, ο Μωαβίας ανακηρύχτηκε χαλίφης, στην Ιερουσαλήμ.
Οι Χαριτζίτες επανήρθαν. Άρχισαν συνωμοσίες για να σκοτώσουν και τον Άλι και τον Μωαβία, έτσι ώστε να ‘’καθαρίσουν’’ το Ισλάμ, από αυτούς τους ‘’δεσποτικούς τύραννους’’. Αλλά και τον Αμρ, αφού θεωρούσαν ότι αυτός θα ήταν ο διάδοχος των προηγούμενων δυο, στην εξουσία.
Κανόνισαν οι τρεις δολοφονίες να γίνουν την ίδια μέρα ταυτόχρονα και στις τρεις πόλεις, στη Φουστάτη για τον Αμρ, στη Δαμασκό για τον Μωαβία, και στη Κούφα για τον Άλι, Παρασκευή την ώρα της πρωινής προσευχής στο τζαμί της πόλης. Ο Άμρ κατόρθωσε να σωθεί, επειδή λόγω ασθένειας δεν πήγε εκείνο το πρωί στο τέμενος για τη προσευχή. Τη πλήρωσε αντ’ αυτού, ο διοικητής του στρατού του, που ηγείτο της προσευχής. Ο Μωαβίας τραυματίστηκε από το δηλητηριασμένο βέλος και αρρώστησε βαριά αλλά τελικά σώθηκε. Ο Άλι όμως δεν ήταν ούτε τόσο τυχερός. Στις 27 Γενάρη του 661, ο επιφορτισμένος με τη δολοφονία του Άλι, Αμπντούρ Ραχμάν ιμπν Μαλγιάμ, πέτυχε το σκοπό του και τον δολοφόνησε όταν έβγαινε έξω από το σπίτι του για να πάει στο τζαμί για την εσπερινή προσευχή. [23].
Ο Αλί δεν πέθανε αμέσως από τα τραύματά του, παρά πέρασαν τρεις ημέρες, κάνοντας τους ειδικούς να πιστεύουν ότι μάλλον τελικά πέθανε από το δηλητήριο στο οποίο είχαν εμβαπτιστεί τα μαχαίρια.
Μετά το θάνατο του Άλι οι μουσουλμάνοι του Ιράκ ανακήρυξαν χαλίφη το γιο του, Χασάν ιμπν Αλί. Ο ίδιος ο Αλί όταν ρωτήθηκε σχετικά, λίγα λεπτά πριν πεθάνει, απάντησε: « δεν το επιβάλω αλλά ούτε και το απαγορεύω. Εσείς θα αποφασίσετε». [24] Ο Αλ Χασσάν δεν ήταν διατεθειμένος να συνεχίσει έναν τόσο καταστρεπτικό για τη συνοχή των μουσουλμάνων πόλεμο, και ήρθε σε συμφωνία με τον Μωαβία, κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους στη Κούφα, το 663. Εκεί συμφωνήθηκε ο μόνος χαλίφης να είναι ο Μωαβίας. Η χαλιφεία του Μωαβία θα ήταν περίοδος ακόμα μεγαλύτερης δύναμης και εξάπλωσης των μουσουλμάνων [25]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.