From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Τζέτσιν (τσεχική προφορά: ˈɟɛtʃiːn, γερμανικά: Tetschen, 1942-1945: Tetschen-Bodenbach) είναι μια πόλη στην περιοχή Ούστι ναντ Λαμπέμ της Τσεχίας.
Τζέτσιν | |||
---|---|---|---|
| |||
Διοικητική υπαγωγή | Děčín District | ||
Διοίκηση | |||
• Δήμαρχος | Jiří Anděl (από 2020) | ||
Έκταση | 117,695618 km²[1] | ||
Υψόμετρο | 138 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 46.799 (1 Ιανουαρίου 2024)[2] | ||
Ταχ. κωδ. | 405 02[3], 405 05[3] και 407 11[3] | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Έχει περίπου 47.000 κατοίκους. Είναι ο έβδομος μεγαλύτερος δήμος της χώρας από άποψη έκτασης.
Το Τζέτσιν είναι ένα σημαντικό σταυροδρόμι μετακινήσεων.
Αποτελείται από 35 αστικές συνοικίες και χωριά.[4]
Το όνομα προέρχεται από το προσωπικό σλαβικό όνομα Děk.[5]
Το Τζέτσιν βρίσκεται περίπου 18 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Ούστι ναντ Λαμπέμ και 40 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Δρέσδης. Το δημοτικό έδαφος συνορεύει με τη Γερμανία στα βόρεια.
Με έκταση 70 τετραγωνικών χιλιομέτρων, το Τζέτσιν είναι ο έβδομος μεγαλύτερος δήμος της χώρας από άποψη έκτασης. Βρίσκεται στην ζώνη μετάβασης μεταξύ των Ορέων Ψαμμίτη του Έλβα στα βόρεια και των Κεντρικών Υψιπέδων της Βοημίας στα νότια. Το υψηλότερο σημείο είναι μια ισοϋψής καμπύλη στις πλαγιές του όρους Τζετσίνσκι Σνιέζνικ στα 702 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Η πόλη βρίσκεται στην διασταύρωση των ποταμών Έλβα και Πλούσνιτσε. Το μεγαλύτερο κομμάτι της περιοχής με κτίρια βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού με υψόμετρο 135 μέτρα, γεγονός που την καθιστά την χαμηλότερη πόλη της χώρας. Όλη η περιοχή της πόλης εμπίπτει στα προστατευόμενα τοπία της χώρας.
Σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα, η κατοίκηση της περιοχής ξεκίνησε κατά την εποχή του Λα Τεν.
Ένας σλαβικός οικισμός μπορεί να τεκμηριωθεί από τον 7ο αιώνα. Η πρώτη γραπτή αναφορά του Τζέτσιν είναι από το 993, όταν υπήρχε η επαρχία Τζέτσιν και υποτίθεται ότι το Τζέτσιν ήταν το διοικητικό κέντρο της. Το Τζέτσιν ιδρύθηκε πάνω από τον Έλβα, στα μέρη όπου οδηγούσε η εμπορική διαδρομή. Οι δούκες των Πρεμυσλιδών της Βοημίας έχτισαν ένα οχυρό (γκορντ) για την προστασία της υδάτινης οδού. Το γκορντ αντικαταστάθηκε από ένα πέτρινο κάστρο στο πρώτο μισό του 13ου αιώνα. Στο δεύτερο μισό του 13ου αιώνα, ο βασιλιάς Ότακαρ Β' της Βοημίας ίδρυσε μια νέα βασιλική πόλη κάτω από το κάστρο.[6]
Οι άρχοντες της Βυρτεμβέργης απέκτησαν το Τζέτσιν το 1305. Έκαναν την πόλη την έδρα της οικογένειάς τους, αλλά έπρεπε να την πουλήσουν λόγω χρεών. Από το 1511 έως το 1515, η περιουσία ανήκε στον Μίκουλας Τρτσκα του Λίπα, ο οποίος την πούλησε στη συνέχεια στην οικογένεια Σαλχάουζεν. Το 1534, οι Ιππότες του Μπούναου αγόρασαν την έκταση. Ξανάχτισαν ένα μέρος του κάστρου και το μετέτρεψαν σε μια άνετη αναγεννησιακή κατοικία[7]. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας τους, η πόλη γνώρισε γρήγορη ανάπτυξη. Άνθισαν το εμπόριο, οι μεταφορές στον Έλβα και οι χειροτεχνίες[6].
Οι Ιππότες του Μπούναου εισήγαγαν τον Προτεσταντισμό στην περιοχή, ωστόσο η προτεσταντική πίστη καταπιέστηκε από τους βασιλείς των Αψβούργων κατά τη διάρκεια της Αντιμεταρρύθμισης και οι Μπούναου εκδιώχθηκαν κατά την Μάχη του Λευκού Όρους το 1620. Το 1628, πούλησαν την έκταση στην οικογένεια Θων και Χοενστάιν. Σε αυτή η οικογένεια ανήκε το Τζέτσιν μέχρι το 1918.[6]
Η πόλη υπέφερε κατά τη διάρκεια του Τριακονταετούς Πολέμου. Το 1631 καταλήφθηκε από τους Σάξονες και το 1639 και 1648 κατακτήθηκε από τον σουηδικό στρατό.[7] Ως αποτέλεσμα του πολέμου, το Τζέτσιν μετατράπηκε σε μια μικρή ασήμαντη πόλη.[6]
Το 1768, ανακαλύφθηκε μια πηγή μεταλλικού νερού στο κοντινό χωριό Χορνί Ζλεμπ (πλέον μέρος του Τζέτσιν). Ο Κόμης Γιόχαν Γιόζεφ Θων ίδρυσε εδώ ένα μικρό σπα το 1777. Το σπα άνθισε και η οικογένεια έχτισε πρόσθετη υποδομή. Λόγω της ανάπτυξης της βιομηχανίας και της κυκλοφορίας, η οποία έφερε θόρυβο στην περιοχή, το σπα άρχισε να παρακμάζει και το 1906 η οικογένεια το πούλησε. Το 1922, το σπα έκλεισε οριστικά.[8]
Μια νέα ανάπτυξη του Τζέτσιν έλαβε χώρα τον 18ο αιώνα. Η μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη της βιομηχανίας ήταν η κατασκευή σιδηροδρόμου από την Πράγα στη Δρέσδη το 1851. Το Τζέτσιν στην αριστερή όχθη του Έλβα και το χωριό Ποντμόκλι (γερμανικά: Bodenbach) στην δεξιά όχθη έγιναν σημαντικοί κόμβοι μεταφοράς. Η ανάπτυξη της βιομηχανίας έφερε την κατασκευή διαμερισμάτων και εισροή κατοίκων. Μεταξύ 1890 και 1914, ο πληθυσμός του Ποντμόκλι αυξήθηκε σε 20.000 κατοίκους. Το Ποντμόκλι έγινε κωμόπολη το 1901.[6]
Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, από το 1918, η περιοχή ήταν μέρος της Τσεχοσλοβακίας. Με τη Συμφωνία του Μονάχου του 1938, και οι δύο πόλεις προσαρτήθηκαν από τη Ναζιστική Γερμανία και ενσωματώθηκαν στο ραϊχσγκάου της Σουδητίας. Υπό τη γερμανική κατοχή, βρίσκονταν στην πόλη μια φυλακή της Γκεστάπο[9] και ένα στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας[10].
Μετά τον πόλεμο, ο εθνοτικός γερμανικός πληθυσμός εκδιώχθηκε σύμφωνα με τους όρους της Συμφωνίας του Πότσνταμ και των διαταγμάτων του Μπένες του 1945. Και οι δύο πόλεις συγχωνεύτηκαν το 1942. Μετά το 1945, οι γειτονικοί δήμοι σταδιακά συγχωνεύτηκαν επίσης με το Τζέτσιν.[6]
Το Τζέτσιν επλήγη σοβαρά από την ευρωπαϊκή πλημμύρα του 2002. [11]
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1869 | 17.492 | — |
1880 | 22.846 | +30.6% |
1890 | 28.298 | +23.9% |
1900 | 37.617 | +32.9% |
1910 | 48.148 | +28.0% |
1921 | 50.010 | +3.9% |
1930 | 55.925 | +11.8% |
1950 | 42.563 | −23.9% |
1961 | 46.339 | +8.9% |
1970 | 50.301 | +8.6% |
1980 | 53.207 | +5.8% |
1991 | 53.899 | +1.3% |
2001 | 52.506 | −2.6% |
2011 | 49.106 | −6.5% |
2021 | 46.337 | −5.6% |
Απογραφές[12][13] |
Ο μεγαλύτερος εργοδότης με έδρα το Τζέτσιν είναι η ČEZ Distribuce, μέρος του ομίλου ČEZ που δραστηριοποιείται στην διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι μεγαλύτερες βιομηχανικές εταιρείες είναι η Constellium Extrusions Děčín, κατασκευαστής προϊόντων αλουμινίου, και η Chart Ferox, κατασκευάστρια συστημάτων αποθήκευσης αερίου.[14]
Ο τουρισμός είναι σημαντικό μέρος της οικονομίας της πόλης. Η πόλη επωφελείται από τη θέση της σε προστατευμένες περιοχές και την εγγύτητα του Εθνικού Πάρκου της Βοημίας.[6]
Το Τζέτσιν είναι σημαντική διασταύρωση χερσαίων, σιδηροδρομικών και υδάτινων μεταφορών, κοντά σε ένα σημαντικό τσεχο-γερμανικό συνοριακό πέρασμα. Η πόλη βρίσκεται στη διασταύρωση των δρόμων I/13 (από Τέπλιτσε έως Λίμπερετς) και I/62 (από το Ουστί νατ Λάμπεμ έως τα τσεχο-γερμανικά σύνορα), τα οποία αποτελούν μέρος της ευρωπαϊκής οδού E442.
Ο κεντρικός σιδηροδρομικός σταθμός του Τζέτσιν βρίσκεται σε μία από τις σημαντικότερες τσεχικές σιδηροδρομικές γραμμές, η οποία οδηγεί από την Πράγα στο Τζέτσιν μέσω του Ουστί νατ Λάμπεμ, και συνεχίζει προς Δρέσδη, Βερολίνο, Αμβούργο και Κίελο. Άλλες γραμμές που οδηγούν από ή μέσα από την πόλη είναι το Ουστί ναντ Λάμπεμ-Λίμπερετς, το Τζέτσιν-Καντάνι και Τζέτσιν-Ρούμπουρκ.[15]
Υπάρχουν δύο δημόσιοι ποτάμιοι λιμένες.[16]
Το Κάστρο Τζέτσιν είναι ένα από τα πιο δημοφιλή αξιοθέατα της περιοχής. Βρίσκεται σε λόφο κοντά στο κέντρο της πόλης και έχει θέα στον Έλβα. Μάλλον πριν το 1128, χτίστηκε ως ξύλινο φρούριο και αντικαταστάθηκε από ένα βασιλικό πέτρινο κάστρο τον 13ο αιώνα. Τον 16ο αιώνα, χτίστηκε ένα μεγάλο αναγεννησιακό παλάτι στην περιοχή, που ανακαινίστηκε σε στυλ μπαρόκ από τον 17ο αιώνα.[17]
Από το 1628, το κάστρο χρησίμευσε ως διοικητικό κέντρο της οικογένειας Θων και Χοενστάιν. Έφτιαξαν ένα ασυνήθιστο χαρακτηριστικό του κάστρου: τον μακρύ, ίσιο δρόμο που οδηγεί μέχρι το κάστρο (Dlouhá jízda). Η τελευταία μεγάλη ανακαίνιση ολοκληρώθηκε το 1803. Το 1835, ο Φρέντερικ Σοπέν έγραψε το Βαλς σε λα δίεση μείζονα (Op. 34 Νο. 1) εδώ.[17]
Το 1932, τα οικονομικά προβλήματα ανάγκασαν την οικογένεια να πουλήσει το κάστρο στο τσεχοσλοβακικό κράτος. Έγινε στρατιωτικός καταυλισμός και στη συνέχεια καταλήφθηκε από τους Γερμανούς ως στρατιωτική φρουρά κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τέλος, καταλήφθηκε από σοβιετικά στρατεύματα, που εισέβαλαν από την ανατολή και εκδίωξαν τους Γερμανούς.[17]
Ο Σοβιετικός Στρατός έφυγε το 1991 αφήνοντας το κάστρο σε κακή κατάσταση. Το 2005, η κυβέρνηση ολοκλήρωσε την αποκατάσταση ενός μεγάλου μέρους του κάστρου και το άνοιξε ως μουσείο και χώρο για ιδιωτικές συγκεντρώσεις και δημόσιες εκδηλώσεις.[17]
Η Εκκλησία της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένα από τα πιο σημαντικά μνημεία της πόλης. Χτίστηκε αρχικά σε στυλ μπαρόκ το 1687-1691 ως εκκλησία κάστρου. Ένας καλυμμένος διάδρομος σε πυλώνες συνδέει την εκκλησία με το κάστρο.[18]
Η Εκκλησία των Αγίων Βεγκεσλάου και Βλασίου χτίστηκε σε στυλ μπαρόκ τα έτη 1754-1778. Αντικατέστησε μια εκκλησία που καταστράφηκε από μια πυρκαγιά το 1749.[19]
Η Εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου της Ασσίζης στο Τζέτσιν-Ποντμόκλι είναι νεορωμανικό κτίριο. Χτίστηκε το 1856-1858. Το εσωτερικό ζωγράφισε ο Γιόζεφ φον Φύριχ.[20]
Η Ευαγγελική εκκλησία στο Τζέτσιν-Ποντμόκλι χτίστηκε το 1881-1884.[21]
Η εκκλησία του Αγίου Βεγκεσλάου βρίσκεται στο Τζέτσιν-Ροζμπιέλεσι. Χτίστηκε το 1723-1783, σχεδιάστηκε από τον Κίλιαν Ντιντσενχόφερ.[22]
Η συναγωγή στο Τζέτσιν-Ποντμόκλι χτίστηκε το 1906-1907 σε ψευτο-ανατολίτικο στυλ με στοιχεία Αρ Νουβό. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, έχασε τη λειτουργία της και χρησίμευσε ως αποθήκη. Το 1994, επιστράφηκε στην τοπική εβραϊκή κοινότητα. Σήμερα, η πρώην συναγωγή εξυπηρετεί πολιτιστικούς και κοινωνικούς σκοπούς.[23]
Η γέφυρα Σταρομιέστσκι ("Γέφυρα της παλιάς πόλης") χρονολογείται από το 1574. Αυτή η πέτρινη γέφυρα αντικατέστησε μια παλαιότερη πέτρινη, που καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των πλημμυρών του 1561. Η γέφυρα είναι διακοσμημένη από μια ομάδα μπαρόκ γλυπτών των Αγίων Βίτου, Βεγκεσλάου και Ιωάννη του Νεπομούκ, που δημιουργήθηκε από τον Μίκαελ Μπρόκοφ το 1714.[24]
Η "Γέφυρα των Προβάτων" είναι μια μικρή αναγεννησιακή γέφυρα από το 1561. Η γέφυρα είναι σημαντικά τοξωτή για να προστατεύεται από τις πλημμύρες. [24]
Η γέφυρα Τυρς είναι ένα από τα κύρια ορόσημα του Τζέτσιν. Αυτή η ατσάλινη γέφυρα χτίστηκε το 1933 στη θέση της παλαιότερης γέφυρας της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ, η οποία δεν ήταν πλέον κατάλληλη για αυξημένη κυκλοφορία. Η μεταλλική κατασκευή υποστηρίζεται από τροποποιημένους πυλώνες από την αρχική γέφυρα. Η γέφυρα ονομάστηκε προς τιμή του ντόπιου Μίροσλαβ Τυρς.[24]
Στον ποταμό Έλβα κοντά στην αριστερή όχθη στέκεται μια πέτρα από βασάλτη, η οποία είναι ορατή μόνο όταν τα επίπεδα του νερού είναι χαμηλά. Είναι ένα από τα παλαιότερα υδρολογικά μνημεία της Κεντρικής Ευρώπης. Είναι δείκτης ξηρασίας στην περιοχή. Η παλαιότερη ευανάγνωστη εγγραφή για την οποία επαληθεύεται η χρονολογία είναι από το 1616 [25].
Ο πιο δημοφιλής τουριστικός προορισμός της πόλης είναι ο ζωολογικός κήπος Τζέτσιν. Ιδρύθηκε το 1948. [26]
Το Τζέτσιν είναι αδελφοποιημένο με: [27]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.