Συμβίωση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η συμβίωση είναι ρύθμιση όπου άτομα που δεν είναι παντρεμένα, συνήθως ζευγάρια, ζουν μαζί. Συχνά εμπλέκονται σε μια ρομαντική ή σεξουαλικά στενή σχέση σε μακροχρόνια ή μόνιμη βάση. Τέτοιες διευθετήσεις γίνονται ολοένα και πιο συνηθισμένες στις δυτικές χώρες από τα τέλη του 20ου αιώνα, καθοδηγούμενοι από την αλλαγή των κοινωνικών απόψεων, ιδίως όσον αφορά το γάμο, τους ρόλους των φύλων και τη θρησκεία.
Ευρύτερα, ο όρος συμβίωση μπορεί να σημαίνει οποιονδήποτε αριθμό ανθρώπων που ζουν μαζί. Το «συμβιώνω», με την ευρεία έννοια, σημαίνει «συνυπάρχω».[1]