![cover image](https://wikiwandv2-19431.kxcdn.com/_next/image?url=https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/7/77/Stellan_Skarsg%25C3%25A5rd_at_the_2017_Berlinale.jpg/640px-Stellan_Skarsg%25C3%25A5rd_at_the_2017_Berlinale.jpg&w=640&q=50)
Στέλαν Σκάρσγκορντ
Σουηδός ηθοποιός / From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Στέλαν Σκάρσγκορντ (σουηδικά: Stellan John Skarsgård, 13 Ιουνίου 1951) είναι Σουηδός ηθοποιός. Είναι ο πατέρας των επίσης ηθοποιών Αλεξάντερ Σκάρσγκορντ, Γκούσταφ Σκάρσγκορντ και Μπιλ Σκάρσγκορντ.
Γρήγορες Πληροφορίες Στέλλαν Σκάρσγκορντ, Όνομα στη μητρική γλώσσα ...
Στέλλαν Σκάρσγκορντ | |
---|---|
![]() Ο Σκάρσγκαρντ το 2017 | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Stellan Skarsgård (Σουηδικά) |
Γέννηση | 13 Ιουνίου 1951 (1951-06-13) (73 ετών) Γκέτεμποργκ, Σουηδία |
Χώρα πολιτογράφησης | Σουηδία |
Ιδιότητα | ηθοποιός τηλεόρασης, ηθοποιός[1][2], παραγωγός ταινιών, ηθοποιός ταινιών και σεναριογράφος[3] |
Σύζυγος | Μάι Σκάρσγκορντ (1976–2007)[4] και Megan Everett (από 2009) |
Τέκνα | Αλεξάντερ Σκάρσγκορντ, Γκούσταφ Σκάρσγκoρντ, Μπιλ Σκάρσγκορντ, Valter Skarsgård, Kolbjörn Skarsgård, Eija Skarsgård, Sam Skarsgård και Ossian Skarsgård |
Βραβεύσεις | Amanda Award for Best Actor (2010), Kanon Award for best actor in a leading role (2010), Αργυρή Άρκτος καλύτερου άνδρα ηθοποιού (1982), European Film Academy Achievement in World Cinema Award (1998)[5] και Golden Globe Award for Best Supporting Actor – Series, Miniseries or Television Film (2020) |
![]() | |
δεδομένα (π • σ • ε ) |
Κλείσιμο
Έχει συμμετάσχει σε ταινίες ευρωπαϊκές και αμερικανικές και έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως ο Λαρς φον Τρίερ, ο Ντέιβιντ Φίντσερ, ο Γκας Βαν Σαντ, ο Κένεθ Μπράνα, ο Μίλος Φόρμαν, ο Ρον Χάουαρντ και ο Φίλιπ Κάουφμαν. Το 1982 κέρδισε την Αργυρή Άρκτο καλύτερου ηθοποιού στο Φεστιβάλ του Βερολίνου από κοινού με τον Μισέλ Πικολί[6] και το 1998 το βραβείο Επιτεύγματος στον Παγκόσμιο Κινηματογράφο από την Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου.[7] το 2020 κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα Β' Ανδρικού Ρόλου σε μίνι τηλεοπτική σειρά για το Τσερνόμπιλ.[8]