From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Σέργιος Αλεξάνδροβιτς (ρωσικά: Сергей Александрович, 11 Μαΐου 1857 - 17 Φεβρουαρίου 1905) από τον Οίκο των Ρομανώφ ήταν μέγας δούκας της Ρωσίας.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Γεννήθηκε στο Ανάκτορο της Αικατερίνης στο Τσάρσκογιε Σελό της Αγίας Πετρούπολης και ήταν το έβδομο παιδί και ο πέμπτος γιος του Αλεξάνδρου Β΄ της Ρωσίας και της Μαρίας της Έσσης (Μαρίας Αλεξάνδροβνας), κόρης του Λουδοβίκου Β΄ της Έσσης και παρά τω Ρήνω.
Πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στα Χειμερινά Ανάκτορα στην Αγία Πετρούπολη και στο Ανάκτορο της Λιβαδιάς στην Κριμαία. Είχε πολύ καλή σχέση με την αδελφή του, Μαρία, και το νεότερο αδελφό του, Παύλο, καθώς και με τη μητέρα του. Λόγω της κακή υγείας της Αυτοκράτειρας, περνούσαν αρκετό καιρό στο Γιούγκενχαϊμ στην περιοχή του Ντάρμστατ και στη νότια Γαλλία, μακριά από το ψυχρό ρωσικό κλίμα. Λίγο πριν κλείσει τα οκτώ, ο μεγαλύτερος αδελφός και νονός του Σεργίου, τσάρεβιτς Νικόλαος, πέθανε στη Νίκαια, βυθίζοντας την οικογένεια στη θλίψη.
Είχε κλειστό χαρακτήρα, αγαπούσε τη μελέτη και λόγω της επιρροής της μητέρας του έγινε πολύ θρησκευόμενος. Γνώριζε πολλές ξένες γλώσσες και είχε κλίση στη ζωγραφική και τη μουσική. Είχε ακόμη ενδιαφέρον για την ιστορία και τις παραδόσεις της Ρωσίας, καθώς και τους μεγάλους Ρώσους συγγραφείς Ντοστογιέφσκυ και Τολστόυ.
Από τη στιγμή της γέννησής του έλαβε τον τίτλο του συνταγματάρχη του 38ου Συντάγματος Πεζικού του Τομπόλσκ και, μετά το πέρας της στρατιωτικής του εκπαίδευσης, έλαβε τον τίτλο του συνταγματάρχη της 2ης Μεραρχίας Πυροβολικού και αργότερα του συνταγματάρχη του 5ου Συντάγματος Γρεναδιέρων του Κιέβου.
Στην ηλικία των είκοσι πήρε όρκο υποταγής στον πατέρα του, τσάρο Αλέξανδρο, τον οποίο συνόδευσε στον πόλεμο εναντίων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μαζί με τους αδελφούς του, Αλέξανδρο, Βλαδίμηρο και Αλέξιο. Υπηρέτησε κυρίως στη νοτιανατολική Ρουμανία. Έλαβε το μετάλλιο του Τάγματος του Αγίου Γεωργίου μετά τη μάχη του Μέυκ.
Τα χρόνια μετά τον πόλεμο επισκιάστηκαν από την επιδεινώμενη κατάσταση της οικογένειάς του. Ο Αλέξανδρος Β΄ είχε δημιουργήσει οικογένεια με την Εκατερίνα Ντολγκορούκαγια, ερωμένη του από το 1866, και η σχέση τους προκαλούσε οργή στους συγγενείς του. Το 1880, η αυτοκράτειρα Μαρία Αλεξάνδροβνα πέθανε και ενάμιση μόλις μήνα μετά ο Τσάρος παντρεύτηκε την Ντολγκορούκαγια και νομιμοποίησε τα παιδιά τους. Η πράξη αυτή αποξένωσε το Σέργιο και την υπόλοιπη οικογένεια από τον Τσάρο, όμως η δολοφονία του Αλεξάνδρου λιγότερο από ένα χρόνο μετά (Μάρτιος 1881) έφερε περισσότερη θλίψη. Εκείνο το διάστημα ο Σέργιος βρισκόταν στην Ιταλία και τρεις μήνες αργότερα ταξίδεψε στην Ιερουσαλήμ όπου ίδρυσε την Ορθόδοξη Αυτοκρατορική Εταιρεία Παλεστίνης για την προστασία των ορθόδοξων ναών στους Αγίους Τόπους και την αρωγή στους Ρώσους προσκυνητές.
Η καριέρα του στο στρατό συνεχίστηκε με μεγαλύτερη πρόοδο και το 1882 ο αδελφός του, πλέον τσάρος Αλέξανδρος Γ΄, τον ονόμασε συνταγματάρχη του περίβλεπτου Συντάγματος Σωματοφυλάκων Πρεομπραζένσκυ. Επτά χρόνια αργότερα απέκτησε το βαθμό του στρατηγού και έγινε υπασπιστής στην Αυτοκρατορική Φρουρά.
Ο Σέργιος ήταν ψηλός, λεπτός, με ξανθά μαλλιά και προσεγμένη εμφάνιση. Είχε εκλεπτυσμένους τρόπους και καλή μόρφωση, αλλά ήταν πάντοτε σοβαρός, συγκρατημένος και εσωστρεφής. Ήταν πολύ κοντά στην Εκκλησία και είχε επικριτική στάση απέναντι στη σύγχρονη κοινωνία και τα ήθη της. Ακόμη, δεν επιδεχόταν κριτική και έχανε εύκολα τη ψυχραιμία του. Η έλλειψη εκφραστικότητας και χιούμορ, ο πουριτανισμός του και η αδιαφορία του για την κοινή γνώμη τον καθιστούσαν αντιπαθή και αντικείμενο κοροϊδίας, ακόμη και ανάμεσα σε συγγενείς του.
Έπασχε από οστεοαρθρική φυματίωση που του προκαλούσε προβλήματα στα άκρα. Προσπαθούσε να την κρατά κρυφή και έκανε θεραπείες με άλατα και θερμά λουτρά, ενώ φορούσε συνεχώς κηδεμόνα της σπονδυλικής στήλης.
Το 1881 συζητήθηκε η περίπτωση αρραβώνα του με την Καρολίνα Ματθίλδη του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, όμως τελικά δεν ευοδώθηκε. Ο πατέρας του ήθελε ένας τουλάχιστον από τους γιους τους να παντρευτεί μια πριγκίπισσα της Έσσης, όπως είχε κάνει ο ίδιος. Τελικά, ο Σέργιος επέλεξε την Ελισάβετ, κόρη του Λουδοβίκου Δ΄ της Έσσης και ανιψιά της αδελφής του, Μαρίας. Ήταν συγγενείς, καθώς ο προπάππος της Ελισάβετ ήταν παππούς του Σεργίου. Αρχικά, η Ελισάβετ αρνήθηκε την πρότασή του, ενώ υπήρξαν αντιδράσεις από τη γιαγιά της, Βικτωρία του Ηνωμένου Βασιλείου, που δεν εμπιστευόταν τους Ρώσους. Ο Σέργιος και η Ελισάβετ γνωρίζονταν από παιδιά, αλλά μετά την απώλεια των γονιών του η Ελισάβετ τον συμπόνεσε καθώς και η ίδια είχε βιώσει το θάνατο της μητέρας της και δύο αδελφιών της σε μικρή ηλικία. Το 1883 η Ελισάβετ δέχθηκε την πρότασή του και το ζεύγος παντρεύτηκε τον Ιούνιο του 1884 στα Χειμερινά Ανάκτορα.
Έμειναν στην Αγία Πετρούπολη στο Μέγαρο Μπελοζέλσκυ που μετονομάστηκε Παλάτι του Σεργίου. Είχαν ακόμη τη βίλλα Φέρμε στο Πέτερχοφ, την Έπαυλη Ιλλίνσκογιε στα περίχωρα της Μόσχας και το Ούσοβο, έπαυλη στην όχθη του Μόσκοβα. Σύμφωνα με πηγές της εποχής, ήταν ομοφυλόφιλος αλλά αυτό ερχόταν σε αντίθεση με την θρησκευτικότητά του. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει διασωζόμενη αλληλογραφία με τη σύζυγό του, θεωρείται ότι ήταν ευτυχισμένοι και η Ελισάβετ τον υπερασπιζόταν και, μετά τον πρόωρο θάνατό του, τιμούσε τη μνήμη του σε σημείο λατρείας. Το 1891 η Ελισάβετ ασπάστηκε την ορθοδοξία και έλαβε το ρωσικό όνομα "Ελισάβετ Φεοντόροβνα".
Έπειτα από οκτώ χρόνια γάμου, ο Σέργιος ήταν σίγουρος ότι δε θα αποκτούσε απογόνους και έτσι το ζεύγος υιοθέτησε τα παιδιά του μικρότερου αδελφού του, Παύλου, που ήταν ορφανά από μητέρα και των οποίων ο πατέρας αργότερα εξορίστηκε από την Αυλή λόγω της σχέσης του με μια παντρεμένη γυναίκα κατώτερης τάξης. Μάλιστα, στη διαθήκη του ο Σέργιος άφησε όλη την περιουσία του στα δύο παιδιά, Δημήτριο Πάβλοβιτς και Μαρία Πάβλοβνα, μετά από το θάνατο του ιδίου και της γυναίκας του. Όμως, και τα δύο παιδιά μισούσαν τους θείους τους, καθώς πίστευαν ότι τα αποξένωσαν από τον πατέρα τους.
Ο Σέργιος και η Ελισάβετ Φεοντόροβνα είχαν πολύ καλές σχέσεις με τον αυτοκράτορα Αλέξανδρο και την αυτοκράτειρα Μαρία Φιόντοροβνα, σε σημείο που ο Τσάρος εμπιστευόταν το Σέργιο περισσότερο από όλους τους άλλους αδελφούς του και του ζήτησε να γίνει ο μέντορας του τσάρεβιτς Νικολάου στα θέματα του στρατού. Εκπροσώπησαν τη Ρωσία στους εορτασμούς του Αργυρού Ιωβηλαίου της βασίλισσας Βικτωρίας στο Λονδίνο και ταξίδεψαν στην Ιερουσαλήμ για τον καθαγιασμό της Εκκλησίας της Μαρίας Μαγδαληνής που χτίστηκε για να τιμήσει την αυτοκράτειρα Μαρία Αλεξάνδροβνα.
Το 1891 ανέλαβε το αξίωμα του διοικητή της Μόσχας. Ο Αλέξανδρος Γ΄ ακολουθούσε συντηρητική πολιτική την οποία συμμεριζόταν και ο Σέργιος. Παρ' όλα αυτά, δέχθηκε τη θέση απρόθυμα καθώς προτιμούσε να μείνει στο σύνταγμα Πρεομπραζένσκυ όπου ήταν δημοφιλής αλλά και στην περισσότερη ήσυχη Αγία Πετρούπολη.
Λογοδοτούσε μόνο στον Αυτοκράτορα και κρατούσε και ο ίδιος μια εθνικιστική πολιτική στάση. Η θητεία του ξεκίνησε με την απέλαση 20.000 Μοσχοβιτών Εβραίων κατώτερης κοινωνικής τάξης εν μέσω ακραίων καιρικών συνθηκών με τους Κοζάκους αστυνομικούς να λεηλατούν τα σπίτια των κατατρεγμένων. Πολλοί μετακινήθηκαν στη νότια και τη δυτική Ρωσία για ένα καλύτερο μέλλον, ενώ η οικονομική κατάσταση της αυτοκρατορίας επιδεινώθηκε.
Ανέλαβε την ανοικοδόμηση νέων κοιτώνων για τους φοιτητές της πόλης αλλά επέβαλε πολύ αυστηρούς περιορισμούς στους φοιτητές και τους καθηγητές για την πρόληψη συνωμοσιών και την εξάλειψε επαναστατικών ιδεών, γεγονός που τον κατέστησε μισητό στους φιλελεύθερους και μορφωμένους κατοίκους. Μάλιστα, κατέπνιξε εξεγέρσεις των φοιτητών, κερδίζοντας την ευγνωμοσύνη του αδελφού του, τσάρου Νικολάου. Η αριστοκρατία και οι έμποροι τον αντιπαθούσαν έντονα λόγω της σκληρότητάς του κατά την καταπολέμηση εμπορικών απατών. Παρ' όλα αυτά βελτίωσε σημαντικά τις συνθήκες διαβίωσης στην πόλη και ήταν ιδιαίτερα ευσυνείδητος. Ήταν αμείλικτος απέναντι στη διαφθορά, ασχολούνταν συνεχώς με τα κοινά και ανέλαβε φιλανθρωπικές οργανώσεις για διαφορετικούς σκοπούς.
Το 1894 ο αδελφός του, Αλέξανδρος Γ΄ της Ρωσίας, πέθανε και ο τσάρεβιτς Νικόλαος ανέβηκε στο ρωσικό θρόνο. Ο Σέργιος και η Ελισάβετ είχαν πολύ στενή σχέση με το Νικόλαο και η σχέση ενδυναμώθηκε καθώς ο Νικόλαος είχε ερωτευθεί και αρραβωνιαστεί την Αλίκη της Έσσης, μικρότερη αδελφή της Ελισάβετ Φεοντόροβνας. Λίγες μέρες μετά το θάνατο του τσάρου Αλεξάνδρου, ο Νικόλαος και η Αλίκη παντρεύτηκαν στην Αγία Πετρούπολη.
Το 1896 έλαβε χώρα η στέψη του αυτοκρατορικού ζεύγους και οι εορτασμοί έγιναν στη Μόσχα, όπως απαιτούσε η παράδοση. Λόγω της περίστασης, ο Σέργιος έφερε το ηλεκτρικό ρεύμα στην πόλη. Όπως συνέβη και μετά τις στέψεις των δύο προηγούμενων τσάρων, ο λαός συγκεντρωνόταν στο πεδίο Κοντύνκα, ένα ανοιχτό χώρο στη βορειοδυτική Μόσχα, για να πάρει τα δώρα που μοίραζε ο νέος αυτοκράτορας. Όμως, παρά τη μεγάλη αναμενόμενη προσέλευση, ο αριθμός Κοζάκων και αστυνομικών ήταν πολύ μικρός. Ήδη από τα χαράματα της 30ης Μαΐου, πολλοί συγκεντρώθηκαν στο χώρο και σύντομα ξέσπασε φήμη ότι τα δώρα άρχισαν να μοιράζονται. Ο κόσμος συνέρρευσε με ορμή και το αποτέλεσμα ήταν τραγικό: 1300 νεκροί και χιλιάδες ακόμη τραυματίες.
Ο Σέργιος θεωρήθηκε υπεύθυνος τουλάχιστον για την έλλειψη προνοητικότητας, αλλά δεν ανέλαβε καμία ευθύνη που του επέρριψαν. Κατηγόρησε τον Υπουργό της Αυτοκρατορικής Αυλής, με τον οποίο είχε διαφωνήσει για τη διαχείριση των εορτασμών, και τον Αρχηγό της Αστυνομίας. Όμως, η κοινή γνώμη είχε στραφεί εναντίον του Σεργίου λόγω του ότι δεν επισκέφθηκε τον τόπο της τραγωδίας. Πολλά μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας θεώρησαν ότι οι εορτασμοί της στέψης έπρεπε να ακυρωθούν, όμως ο Σέργιος και οι αδελφοί του διαφώνησαν γιατί πίστευαν ότι δεν έπρεπε ένα χαρμόσυνο γεγονός να αμαυρωθεί από πένθος. Σύντομα, η ευρύτερη οικογένεια Ρομανώφ χωρίστηκε από το δίλημμα της παραμονής ή της παραίτησης του Σεργίου. Παρότι στηρίχθηκε από τους αδελφούς του, ο Σέργιος τελικά συναίνεσε στην παραίτησή του, αλλά ο Νικόλαος Β΄ δεν την αποδέχθηκε. Ο ίδιος ο Τσάρος και η Αυτοκράτειρα κατηγορήθηκαν για τη στάση τους μετά την τραγωδία και η εικόνα τους αμαυρώθηκε.
Το 1904 η Ρωσία ενεπλάκη σε πόλεμο με την Ιαπωνία. Μαζί ξέσπασαν και εξεγέρσεις, με σημαντικότερες τη Ματωμένη Κυριακή (22 Ιανουαρίου 1905) και την επανάσταση του ακολούθησε. Ο Σέργιος επέδειξε σκληρή συμπεριφορά απέναντι στους διαμαρτυρόμενους. Φοβούμενος εμφύλια σύρραξη, ο Νικόλαος Β΄ υιοθέτησε πιο ευνοϊκή στάση, αλλά ο Σέργιος αντέδρασε σε αυτήν την αδύναμη- όπως την θεώρησε- τακτική του Νικολάου και των υπουργών του. Παραιτήθηκε από τη θέση του διοικητή της Μόσχας έπειτα από 13 χρόνια θητείας, αλλά εξακολούθησε να είναι διοικητής της στρατιωτικής μονάδας της περιφέρειας.
Μετά την παραίτησή του, μετακόμισε με την οικογένειά του στο Παλάτι Νεσκούτσνογιε και σύντομα στο Παλάτι του Νικολάου στο Κρεμλίνο. Τόσο ο Σέργιος όσο και η σύζυγός του ακολούθησαν τις οδηγίες των συμβούλων του και δεν έβγαιναν από το παλάτι για την ασφάλειά τους, ενώ δέχονταν μόνο τους κοντινότερους φίλους τους.
Στις 15 Φεβρουαρίου 1905 η οικογένεια παρακολούθησε συναυλία στο θέατρο Μπολσόι. Εκείνο το βράδυ υπήρχε σχέδιο δολοφονίας του από τον Ιβάν Καλυάγυεβ, μέλος του Κόμματος των Σοσιαλεπαναστατών, αλλά ακυρώθηκε λόγω της κατακραυγής που θα ακολουθούσε ο θάνατος της Ελισάβετ Φεοντόροβνας και των δύο παιδιών. Τελικά, η δολοφονία έγινε δύο μέρες μετά, όταν ο Σέργιος κατευθυνόταν μαζί με τον οδηγό του προς το μέγαρο του διοικητή της Μόσχας. Καθώς η άμαξα περνούσε στην πλατεία Σενάτσκαγια, ο Καλυάγυεβ πέταξε μια βόμβα νιτρογλυκερίνης που εκτίναξε το όχημα και σκότωσε το Σέργιο ακαριαία. Το σώμα του καταστράφηκε τελείως σε σημείο που δύσκολα αναγνωριζόταν. Ο οδηγός της άμαξας πέθανε από τα τραύματα λίγες μέρες μετά ενώ ο δολοφόνος συνελήφθη αμέσως, καταδικάστηκε και εκτελέστηκε δύο μήνες μετά.
Η σωρός του Σεργίου τάφηκε στο Μοναστήρι Τσούντοβ. Η μονή γκρεμίστηκε το 1928 και στη θέση της χτίστηκε το προεδρικό κτίριο του Ανωτάτου Σοβιέτ, αλλά το 1990 το φέρετρο βρέθηκε κατά τη διάρκεια οικοδομικών εργασιών. Τελικά, η σωρός μεταφέρθηκε σε κρύπτη στη Μονή Νοβοσσπάσκυ. Ένας επιμνημόσυνος σταυρός ανηγέρθη στο σημείο που δολοφονήθηκε το 1908. Ο σταυρός καταστράφηκε μετά την πτώση των Ρομανώφ.
Μετά το θάνατο του Σεργίου, η Ελισάβετ Φεοντόροβνα εγκατέλειψε τα κοσμικά και ίδρυσε το Μοναστήρι των Αγίων Μάρθας και Μαρίας στη Μόσχα. Εκτελέστηκε μαζί με άλλους Ρομανώφ από τους Μπολσεβίκους το 1918.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.