From Wikipedia, the free encyclopedia
Η σαλάτα είναι έδεσμα ορεκτικό ή συμπληρωματικό του κυρίως φαγητού, που αποτελείται από ετερογενή υλικά, όπως ωμά ή βρασμένα λαχανικά, ζυμαρικά, κομμάτια κρέατος, τόνου κ.λπ. με προσθήκη αρτυματικού, π.χ. λάδι, ξύδι, αλάτι, ή σάλτσας. Σερβίρεται συνήθως κρύα, αν και κάποιες πατατοσαλάτες σερβίρονται ζεστές.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η λέξη χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά στην έκφραση «τα κάνω σαλάτα» δηλαδή, προκαλώ μπέρδεμα ή αποτυγχάνω παταγωδώς.
Αυτό το λήμμα σχετικά με τη Γαστρονομία χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.