Ταινία του Ρομπέρτο Ροσελίνι (1945) From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη (Πρωτότυπος τίτλος: Roma città aperta) είναι Ιταλική νεορεαλιστική δραματική ταινία του 1945, σε σκηνοθεσία Ρομπέρτο Ροσελίνι. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Άννα Μανιάνι, Άλντο Φαμπρίτσι και Μαρτσέλο Παλιέρο και πραγματεύεται την περίοδο της γερμανικής κατοχής της Ρώμης το 1944. Κέρδισε βραβεία σε πολλές κινηματογραφικές διοργανώσεις και έλαβε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Σεναρίου.
Ρώμη, ανοχύρωτη πόλη (Roma città aperta) | |
---|---|
Σκηνοθεσία | Ρομπέρτο Ροσελίνι |
Παραγωγή | Τζουζέπε Αμάτο Φερούτσο Ντε Μαρτίνο Ρομπέρτο Ροσελίνι |
Σενάριο | Φεντερίκο Φελίνι Σέρτζιο Αμιντέι Τζόρτζο Μπασάνι |
Πρωταγωνιστές | Άννα Μανιάνι Άλντο Φαμπρίτσι Μαρτσέλο Παλιέρο |
Μουσική | Ρέντσο Ροσελίνι |
Φωτογραφία | Ουμπάλντο Αράτα |
Μοντάζ | Εράλντο ντα Ρόμα και Γιολάνντα Μπενβενούτι[1] |
Εταιρεία παραγωγής | Minerva Film |
Διανομή | Minerva Film και Netflix |
Πρώτη προβολή | 27/9/1945 |
Κυκλοφορία | 1945 |
Διάρκεια | 105 λεπτά |
Προέλευση | Βασίλειο της Ιταλίας |
Γλώσσα | Ιταλικά |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η παρακάτω περίληψη πλοκής του έργου που αφορά το λήμμα είναι ημιτελής. |
Η υπόθεση της ταινίας διαδραματίζεται το 1944, στη Ρώμη. Τα συμμαχικά στρατεύματα, που είχαν αποβιβαστεί στην νότια Ιταλία, κατευθύνονται προς το βορρά αλλά δεν έχουν φτάσει ακόμα στην ιταλική πρωτεύουσα. Στο μεταξύ ιταλικές αντιστασιακές οργανώσεις δραστηριοποιούνται κατά των Γερμανών και των ιταλικών φασιστικών δυνάμεων.
Ο Τζόρτζιο Μανφρέντι (Μαρσέλο Παλιέρο), κομμουνιστής και ένας από τους επικεφαλής της αντίστασης, αφού καταφέρνει με τη βοήθεια της σπιτονοικοκυράς του να ξεφύγει από τους Γερμανούς, που τον αναζητούν, αναζητά καταφύγιο στο σπίτι του Φραντζέσκο, ενός φίλου του τυπογράφου που μετέχει επίσης στην αντίσταση. Εκεί συναντά την αρραβωνιαστικιά του Φραντζέσκο, την Πίνα (Άννα Μανιάνι), που είναι χήρα, μητέρα ενός παιδιού, του Μαρτσέλλο (Βίττο Αννικιάρικο) και έγκυος και με την οποία ο Φραντζέσκο πρόκειται να παντρευτεί την επόμενη μέρα. Η Πίνα αρχικά αντιμετωπίζει τον Τζόρτζιο αρνητικά επειδή πιστεύει ότι είναι αστυνομικός όταν όμως καταλαβαίνει ότι είναι αντιστασιακός αλλάζει στάση απέναντί του. Με τη βοήθεια της Πίνα ο Τζόρτζιο έρχεται σε επαφή με τον καθολικό ιερέα Δον Πιέτρο Πελεγκρίνι (Άλντο Φαμπρίτσι), που βοηθάει την αντίσταση, και του ζητά να μεταφέρει μηνύματα και χρήματα σε μια ομάδα αντιστασιακών που βρίσκεται έξω από την πόλη, καθώς ο ίδιος δεν μπορεί να μετακινηθεί επειδή των αναζητά η Γκεστάπο.
Ο Δον Πιέτρο πρόκειται να τελέσει το γάμο του Φραντζέσκο με την Πίνα. Ο Φραντζέσκο δεν είναι θρήσκος αλλά προτιμά να τον παντρέψει ένας πατριώτης ιερέας παρά ένας φασίστας ανώτερος υπάλληλος. Η Πίνα από την άλλη είναι μεν θρήσκα αλλά συχνά αναρωτιέται γιατί ο Θεός επιτρέπει να συμβαίνουν τόσο τρομερά πράγματα στους ανθρώπους. Ο γιός της ο Μαρτσέλλο μαζί με τους φίλους του συμμετέχει και αυτός στην αντίσταση βάζοντας βόμβες. Η αδερφή της Πίνα, η Λάουρα μένει μαζί της και εργάζεται μαζί με μια φίλη της, τη Μαρίνα, σε ένα καμπαρέ, όπου συχνάζουν ναζιστές και φασίστες. Η Μαρίνα είχε παλαιότερα δεσμό με τον Τζόρτζιο και τον αναζητά αν και έχουν χωρίσει. Τόσο η Λάουρα όσο και η Μαρίνα δεν μετέχουν στην αντίσταση.
Ο Διοικητής της Γκεστάπο στην πόλη, Φριτς Μπέργκμαν (Harry Feist), υποψιάζεται ότι ο Τζόρτζιο κρύβεται στο σπίτι του Φραντζέσκο. Για τη σύλληψή του γίνεται επιδρομή στο κτίριο όπου ήταν το σπίτι του Φραντζέσκο και συλλαμβάνονται δεκάδες άνδρες. Ο Τζόρτζιο καταφέρνει να ξεφύγει όμως ο φίλος του συλλαμβάνεται και οδηγείται μαζί με τους άλλους συλληφθέντες σε φορτηγά που περίμεναν έξω από το κτίριο. Η Πίνα τρέχει πίσω από τα φορτηγά που φεύγουν φωνάζοντας το όνομα του αρραβωνιαστικού της και σκοτώνεται από τα πυρά των στρατιωτών. Παρόντες στη δολοφονία της είναι μεταξύ άλλων ο γιός της και ο δον Πιέτρο. Αργότερα έξω από την πόλη μέλη της αντίστασης επιτίθενται στο κομβόι με τα φορτηγά που μεταφέρουν τους συλληφθέντες και τα στρατιωτικά οχήματα και πολλοί από τους συλληφθέντες, μεταξύ αυτών και ο Φραντζέσκο, καταφέρνουν να ξεφύγουν. Ο Φραντζέσκο επιστρέφει στη Ρώμη, βρίσκει το Τζόρτζιο και ζητούν τη βοήθεια του δον Πιέτρο που προσφέρεται να τους κρύψει σε ένα μοναστήρι.
Από την προβολή της η ταινία χαρακτηρίστηκε ως δείγμα νεορεαλισμού και αποτελεί το πρώτο μέρος μιας άτυπης τριλογίας του Ροσελίνι που ονομάζεται Νεορεαλιστική τριλογία (ή Τριλογία του πολέμου) − οι άλλες δύο ταινίες που τη συμπληρώνουν είναι το Παϊζά (Paisà, 1946), γνωστό επίσης ως Αυτοί που έμειναν ζωντανοί, και το Γερμανία έτος μηδέν (Germania anno zero, 1948). Ο ιστορικός κινηματογράφου Ρόμπερτ Μπαργκόιν αναφέρει την ταινία σαν το «σημαντικότερο δείγμα αυτού του είδους κινηματογραφικής δημιουργίας (νεορεαλισμός) του οποίου ο χαρακτηρισμός αποδόθηκε από τον Αντρέ Μπαζέν».[2].
Αυτό που κάνει το φιλμ συγκλονιστικότερο είναι η γνώση ότι ο Ροσελίνι ξεκίνησε να το γυρίζει όταν οι Γερμανοί βρίσκονταν ακόμη στη Ρώμη. Με την ιταλική κινηματογραφική βιομηχανία κυριολεκτικά ερειπωμένη και τα στούντιο της Τσινετσιτά κλειστά, ο Ροσελίνι δεν μπορούσε παρά να γυρίσει την ταινία του σε πραγματικές τοποθεσίες υπό τον συνεχή φόβο της κατάσχεσης και της σύλληψης. Αργότερα, όταν οι Σύμμαχοι απελευθέρωσαν την Ιταλία, τα προβλήματα δεν σταμάτησαν. Ο Ροσελίνι μπόρεσε να πάρει άδεια για να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ (στην πραγματικότητα γύριζε σκηνές για το Roma città aperta) και το μόνο διαθέσιμο φιλμ που μπορούσε να βρει ήταν χαμηλής ποιότητας, κατάλληλο μόνο για βουβές ταινίες. Παρά τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες όμως (ή ίσως εξαιτίας τους), το τελικό αποτέλεσμα όχι μόνο καταφέρνει να καταγράψει ένα κομμάτι της ιστορικής αλήθειας μέσα από τη μυθοπλασία του, αλλά αποτελεί κινηματογραφικό επίτευγμα. Έτσι μέσα από τα ερείπια και τις στάχτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αναδύθηκε το έργο που αποτέλεσε την αρχή του νεορεαλισμού και τη γέννηση του νέου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
Το φιλμ του Ροσελίνι γυρίστηκε στους δρόμους μιας ρημαγμένης από τον πόλεμο Ρώμης και τους ηθοποιούς πλαισίωναν αληθινά πρόσωπα, πρόσωπα τα οποία είχαν υποφέρει από τη λαίλαπα του πολέμου. Έτσι η μυθοπλασία κι η πραγματικότητα έγιναν ένα ώστε ο θεατής να μην μπορεί να ξεχωρίσει αν υπάρχει τελικά κάποιος ο οποίος να ερμηνεύει κάποιο ρόλο. Ο Ροσελίνι μέσα από την ταινία θίγει θέματα "ταμπού" τόσο για εκείνη όσο και για τη σημερινή εποχή όπως η εξάρτηση από απαγορευμένες ουσίες, η ομοφυλοφιλία κι η πορνεία. Η ταινία έγινε επίσης αφορμή να γίνει διεθνώς γνωστή η Άννα Μανιάνι, η Πίνα της ταινίας ή η Ναναρέλα όπως είναι γνωστή στην Ιταλία. Ο Ροσελίνι υπήρξε εραστής της Μανιάνι μέχρι το 1949, χρονιά που μπήκε ανάμεσά τους η Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
Το σενάριο φέρει την υπογραφή εκτός των άλλων και ενός άσημου ακόμα Φεντερίκο Φελίνι, ο οποίος ανέλαβε τις κωμικές ατάκες του Άλντο Φαμπρίτσι, (πατήρ Δον Πιέτρο Πελεγκρίνο στην ταινία). Πέντε χρόνια αργότερα ο Φελίνι πήρε στα χέρια του το τιμόνι της σκηνοθεσίας γυρίζοντας την πρώτη του ταινία. Στο μεταξύ όμως συνεργάστηκε ξανά το 1948 με τον Ροσελίνι αυτή τη φορά και ως ηθοποιός στην ταινία Αγάπη (L'Amore) υποδυόμενος έναν αγύρτη που ξεγελά και αφήνει έγκυο μια απλοϊκή χωριατοπούλα, την οποία υποδύεται η Μανιάνι.
Η προβολή της ταινίας στην Αμερική το 1946 λογοκρίθηκε με αποτέλεσμα να αφαιρεθούν 15 λεπτά από το φιλμ. Σε άλλες χώρες όπως η πρώην Δυτική Γερμανία η προβολή της απαγορεύτηκε από το 1951 ως το 1960, επίσης στην Αργεντινή η ταινία αποσύρθηκε από τις αίθουσες το 1947 έπειτα από κυβερνητική εντολή[3].
Υποψηφιότητα:
National Board of Review (1946)
Ένωση Κριτικών Νέας Υόρκης (1946)
Μέγα Βραβείο του Φεστιβάλ - Ρομπέρτο Ροσελίνι
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.