Ρομαντισμός
περίοδος καλλιτεχνικής κίνησης / From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ρομαντισμός (γνωστός και ως Ρομαντικό κίνημα ή Ρομαντική εποχή) ήταν ένα καλλιτεχνικό και πνευματικό κίνημα που ξεκίνησε στην Ευρώπη προς τα τέλη του 18ου αιώνα. Στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης βρισκόταν στο απόγειό του από το 1800 ως το 1850 περίπου. Ο ρομαντισμός χαρακτηριζόταν από την έμφαση που έδινε στο συναίσθημα και τον ατομικισμό, τη λαθρόβια λογοτεχνία και τον παγανισμό. Οι ρομαντικοί στοχαστές εξιδανικεύαν τη φύση, ήταν συχνά καχύποπτοι για την εκβιομηχάνιση και τον ορθολογισμό, και συχνά δόξαζαν το Μεσαίωνα (καθώς και άλλες, προγενέστερες περιόδους) απεικονίζοντάς τους με ηθικολογικές, εξιδανικευμένες μορφές.[1] Ο ρομαντισμός ήταν εν μέρει μια αντίδραση στη Βιομηχανική Επανάσταση[2] και στην κυρίαρχη ιδεολογία της Εποχής του Διαφωτισμού, ιδιαίτερα στον επιστημονικό εξορθολογισμό της Φύσης.[3] Ενσωματώθηκε πιο έντονα στις εικαστικές τέχνες, τη μουσική και τη λογοτεχνία και είχε επίσης σημαντικό αντίκτυπο στην ιστοριογραφία,[4] την εκπαίδευση,[5] το σκάκι, τις κοινωνικές και τις φυσικές επιστήμες[6]. Είχε μια σημαντική και περίπλοκη επίδραση στην πολιτική: η ρομαντική σκέψη επηρέασε το συντηρητισμό, το φιλελευθερισμό, το ριζοσπαστισμό και τον εθνικισμό.[7][8]
Το κίνημα έδωσε έμφαση στο έντονο συναίσθημα ως αυθεντική πηγή αισθητικής εμπειρίας. Έδωσε μια νέα σημασία σε εμπειρίες συμπάθειας, δέους, θαυμασμού και τρόμου, εν μέρει φυσικοποιώντας τέτοια συναισθήματα ως απαντήσεις στο «όμορφο» και το «υψηλό».[9][10] Οι ρομαντικοί τόνισαν την ευγένεια της λαϊκής τέχνης και των αρχαίων πολιτιστικών πρακτικών, αλλά υποστήριζαν επίσης τη ριζοσπαστική πολιτική, την αντισυμβατική συμπεριφορά και τον αυθεντικό αυθορμητισμό. Σε αντίθεση με τον ορθολογισμό και τον κλασικισμό του Διαφωτισμού ο Ρομαντισμός αναβίωσε το μεσαιωνισμό[11] και αντιπαρέθεσε μια βουκολική αντίληψη ενός πιο «αυθεντικού» ευρωπαϊκού παρελθόντος με μια εξαιρετικά κριτική άποψη για τις πρόσφατες κοινωνικές αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της αστικοποίησης, που επέφερε η Βιομηχανική Επανάσταση.
Πολλά ρομαντικά ιδανικά διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους Γερμανούς στοχαστές του κινήματος Sturm und Drang (Θύελλα και Ορμή), που εξύψωσε τη διαίσθηση και το συναίσθημα πάνω από τον ορθολογισμό του Διαφωτισμού.[12] Τα γεγονότα και η ιδεολογία της Γαλλικής Επανάστασης επηρέασαν επίσης άμεσα το κίνημα. Πολλοί πρώιμοι ρομαντικοί σε όλη την Ευρώπη συναισθάνονταν τα ιδανικά και τα επιτεύγματα των Γάλλων επαναστατών.[13] Ο ρομαντισμός σημάδεψε τα επιτεύγματα των «ηρωικών» ατόμων – ιδιαίτερα των καλλιτεχνών, που άρχισαν να εκπροσωπούνται ως πολιτιστικοί ηγέτες (ένας λαμπρός ρομαντικός, ο Πέρσυ Μπυς Σέλλεϋ, περιέγραψε τους ποιητές ως τους «ανομολόγητους νομοθέτες του κόσμου» στο έργο του «Υπεράσπιση της ποίησης»). Ο ρομαντισμός έδωσε επίσης προτεραιότητα στη μοναδική, ατομική φαντασία του καλλιτέχνη πάνω από τους περιορισμούς της κλασικής φόρμας. Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ο ρεαλισμός εμφανίστηκε ως απάντηση στο ρομαντισμό και ήταν κατά κάποιο τρόπο μια αντίδραση εναντίον του. Ο ρομαντισμός υπέστη συνολική παρακμή αυτή την περίοδο, καθώς επισκιάστηκε από νέα πολιτιστικά, κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, πολλά από τα οποία ήταν εχθρικά στις αντιληπτές ψευδαισθήσεις και τις ενασχολήσεις των ρομαντικών. Ωστόσο είχε μόνιμο αντίκτυπο στο Δυτικό πολιτισμό και πολλοί «ρομαντικοί», «νεορομαντικοί» και «μεταρομαντικοί» καλλιτέχνες και στοχαστές δημιούργησαν τα διαρκέστερα έργα τους μετά το τέλος της ρομαντικής εποχής ως τέτοια.