Ροβινσώνες Κρούσοι της Βαρσοβίας
Πολωνοί που κρύβονταν στα ερείπια της Βαρσοβίας / From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Ροβινσώνες Κρούσοι της Βαρσοβίας ήταν Πολωνοί οι οποίοι, μετά το τέλος της Εξέγερσης της Βαρσοβίας του 1944 και την επακόλουθη προγραμματισμένη καταστροφή της Βαρσοβίας από τη Ναζιστική Γερμανία, αποφάσισαν να μείνουν και να κρυφτούν στα ερείπια της υπό γερμανικής κατοχής πόλη. Η περίοδος της απόκρυψης διήρκεσε τρεισήμισι μήνες, από την ημέρα της συνθηκολόγησης της εξέγερσης, 2 Οκτωβρίου 1944, μέχρι την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στις 17 Ιανουαρίου 1945. Τα άτομα που κρύβονταν ζούσαν στα ερείπια σπιτιών, υπογείων και αποθηκών που είχαν προετοιμαστεί εκ των προτέρων. Ζούσαν σε εξαιρετικά άθλιες συνθήκες, ενώ η πόλη καταστρέφονταν γύρω τους. Κάποιοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τη Βαρσοβία, πολλοί συνελήφθησαν και σκοτώθηκαν από τους Γερμανούς, ενώ άλλοι επέζησαν μέχρι την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων.
Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των ατόμων ποικίλλουν από αρκετές εκατοντάδες έως περίπου δύο χιλιάδες. Παρόλο που η πλειονότητα των Ροβινσώνων πέθανε κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι περισσότερες πληροφορίες για τις συνθήκες τους προέρχονται από αυτούς που επέζησαν. Η μεγαλύτερη ομάδα ατόμων αποτελούνταν από περίπου 36 άτομα που καθοδηγούνταν από δύο ιατρούς. Οι Ροβινσώνοι περιλάμβαναν επίσης μια ομάδα Εβραϊκής Οργάνωσης Μάχης (πολωνικά: Żydowska Organizacja Bojowa), μαχητές του Γκέτο της Βαρσοβίας, που κατάφεραν να εγκαταλείψουν την ερειπωμένη πόλη στα μέσα Νοεμβρίου.
Οι όροι «Ροβινσώνοι Κρούσοι» ή «Ροβινσώνοι» για τα άτομα που κρύβονταν εμφανίστηκαν σχεδόν αμέσως και διαδόθηκαν σε πολλά σύγχρονα και μεταγενέστερα έργα, όπως απομνημονεύματα, αναφορές εφημερίδων και ταινίες, τόσο από τους συγγραφείς όσο και από τους ίδιους τους «Ροβινσώνους», όπου από τους πιο διάσημους ήταν ο συνθέτης Βουαντίσουαφ Σπίλμαν, του οποίου η ιστορία ήταν το θέμα των ταινιών Ροβινσώνας της Βαρσοβίας (1950)[1] και Ο Πιανίστας (2002).