Προεδρική εκλογή των Ηνωμένων Πολιτειών 2000
From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών του 2000 (αγγλικά: 2000 United States presidential election), ήταν οι 54ες προεδρικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες διεξήχθησαν την Τρίτη, 7 Νοεμβρίου 2000.
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
Νέος και 43ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, εξελέγη, ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος και Κυβερνήτης του Τέξας, Τζορτζ Ο. Μπους (και γιος του 41ου προέδρου Τζορτζ Χ.Ο. Μπους), νικώντας τον Δημοκρατικό υποψήφιος και απερχόμενο Αντιπρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Αλ Γκορ. Νέος και 46ος Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, εξελέγη ο Ρεπουμπλικανός συνυποψήφιος του Τζορτζ Ο. Μπους, και πρώην Υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντικ Τσέινι, νικώντας τον Δημοκρατικό συνυποψήφιο του Αλ Γκορ, Γερουσιαστή Τζο Λίμπερμαν.[1]
Οι προεδρικές εκλογές του 2000, ήταν μία από τις 5 συνολικά προεδρικές εκλογές, όπου ο νικητής των εκλογών, έχασε τη λαϊκή ψήφο. Επίσης, ήταν μία από τις πιο οριακές νίκες προέδρου στις Ηνωμένες Πολιτείες, και μάλιστα ύστερα από έναν κύκλο από δικαστικές διαμάχες. Οι Ρεπουμπλικανοί Τζορτζ Ο. Μπους και Ντικ Τσέινι, έλαβαν συνολικά 271 από τις 538 εκλεκτορικές ψήφους, έναντι 266 (267) από τις 538 εκλεκτορικές ψήφους, για τους Δημοκρατικούς Αλ Γκορ και Τζο Λίμπερμαν.[2]
Ο τότε εν ενεργεία πρόεδρος Μπιλ Κλίντον (Δημοκρατικό Κόμμα), ήταν μη εκλέξιμος υποψήφιος, προκειμένου να έθετε υποψηφιότητα για 3η θητεία, λόγω των συνταγματικών ορίων, που ορίζουν ότι ένας πρόεδρος δεν μπορεί να υπηρετήσει περισσότερο από 2 θητείες.
Οι εκλογές λόγω των οριακών αποτελεσμάτων, δεν ήταν ξεκάθαρες από την εκλογική βραδιά της 7ης Νοεμβρίου 2000, διότι η πολιτεία της Φλόριντα, η οποία τότε διέθετε 25 εκλεκτορικές ψήφους, ήταν αμφίβολο για το ποιος από τους δύο υποψηφίους, είχε πάρει περισσότερες ψήφους. Λόγω της εξαιρετικά οριακής διαφοράς, προέκυψαν αρκετές επανακαταμετρήσεις, οι οποίες έδειχαν ότι ο Τζορτζ Ο. Μπους, είχε κερδίσει με διαφορά 537 ψήφων (+0.009%). Ύστερα από ένα μήνα από τις εκλογές, και ύστερα από πολλές δικαστικές διαμάχες, η αμφιλεγόμενη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών (υπόθεση Bush v. Gore), ψήφισε οριακά με 5 δικαστές υπέρ και 4 δικαστές κατά, έτσι ώστε να σταματήσουν εκ νέου επανακαταμετρήσεις των ψήφων, ακυρώνοντας ουσιαστικά την απόφαση του πολιτειακού Ανώτατου Δικαστηρίου της Φλόριντα.[3][4]