Περαία (Εγγύς Ανατολή)
From Wikipedia, the free encyclopedia
Περαία ονομαζόταν το τμήμα του βασιλείου του Ηρώδη του Μέγα, που καταλάμβανε την ανατολική πλευρά της κοιλάδας του Ιορδάνη ποταμού, από περίπου το ένα τρίτο της απόστασης ως το τμήμα του Ιορδάνη, που συνδέει τη Θάλασσα της Γαλιλαίας και τη Νεκρά Θάλασσα, ως περίπου το ένα τρίτο κάτω από τη βορειοανατολική ακτή της Νεκράς Θάλασσας. Δεν εκτεινόταν πολύ μακριά στα ανατολικά.
Το βασίλειο του Ηρώδη του Μεγάλου κληροδοτήθηκε σε τέσσερις κληρονόμους, από τους οποίους ο Ηρώδης Αντίπας έλαβε τόσο την Περαία όσο και τη Γαλιλαία. Το 39 μ.Χ., η Περαία και η Γαλιλαία μεταφέρθηκαν από τον Ηρώδη Αντίπα, που είχε πέσει σε δυσμένεια, στον Αγρίππα Α' από τον Καλιγούλα. Με το θάνατό του το 44 μ.Χ., η συγχωνευμένη περιοχή του Αγρίππα έγινε ξανά επαρχία, συμπεριλαμβανομένης της Ιουδαίας και για πρώτη φορά, της Περαίας.
Από εκείνη την εποχή, η Περαία ήταν μέρος των μεταβαλλόμενων ρωμαϊκών επαρχιών στα δυτικά της: Ιουδαία, και αργότερα η Συρία Παλαιστίνη, η Παλαιστίνη και η Παλαιστίνη Α'.
Ο όρος απαντάται ως επί το πλείστον στα βιβλία του Φλάβιου Ιώσηπου και ήταν πιο σπάνια χρησιμοποιούμενος στα τέλη της ρωμαϊκής περιόδου. Εμφανίζεται στο γεωγραφικό έργο του Ευσέβιου της Καισαρείας "Ονομαστικόν", αλλά στη λατινική μετάφραση του Ιερώνυμου, χρησιμοποιείται ο όρος "Υπεριορδανία".
Τα Γάδαρα[1] της Περαίας ήταν η κύρια πόλη ή μητρόπολη της Περαίας (δεν πρέπει να συγχέεται με τα Γάδαρα της Δεκάπολης, μιας ελληνιστικής πόλης)[2][3]. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση της Ιουδαίας με επικεφαλής τον Πομπήιο το 63 π.Χ., ο Άουλος Γαβίνιος, ανθύπατος της Συρίας, διέσπασε το πρώην Ασμοναϊκό Βασίλειο σε πέντε περιοχές νομικών και θρησκευτικών συμβουλίων (στο εβραϊκό υπόβαθρο περισσότερο γνωστών ως Σανχεντρίν) και βασίζεται στην Ιερουσαλήμ, στην Ιεριχώ, στη Σέπφωρι (Γαλιλαία), στην Αμαθούντα (Περαία) και στα Γάδαρα.