Παράδοξο της ακτογραμμής
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το παράδοξο της ακτογραμμής είναι η αντιφατική παρατήρηση ότι η ακτογραμμή μιας ηπειρωτικής περιοχής δεν έχει σαφώς καθορισμένο μήκος. Η παρατήρηση αυτή προκύπτει από τις ιδιότητες των ακτογραμμών που μοιάζουν με φράκταλ, δηλαδή από το γεγονός ότι μια ακτογραμμή έχει γενικά μια μορφοκλασματική διάσταση. Αν και το "παράδοξο του μήκους" είχε ήδη παρατηρηθεί από τον Χιούγκο Στάινχαους[1], η πρώτη συστηματική μελέτη του φαινομένου αυτού πραγματοποιήθηκε από τον Λιούις Φράι Ρίτσαρντσον[2][3] και αναπτύχθηκε από τον Μπενουά Μάντελμπροτ[4][5].