Ολικά διαλυμένα στερεά
Ολικά διαλυμένα στερεά (TDS) είναι ένα μέτρο των σύνθετων περιεχομένων ουσιών όλων των ανόργανων και οργανικών ενώσεων που περιέχονται σε έν / From Wikipedia, the free encyclopedia
Ολικά διαλυμένα στερεά (Total dissolved solids ή TDS) είναι ένα μέτρο των σύνθετων περιεχομένων ουσιών όλων των ανόργανων και οργανικών ενώσεων που περιέχονται σε ένα υγρό σε μοριακή, ιονισμένη ή μικροκοκκώδη αιωρούμενη μορφή. Γενικά, ο λειτουργικός ορισμός είναι ότι τα στερεά πρέπει να είναι αρκετά μικρά για να επιβιώσουν της διήθησης μέσα από ένα φίλτρο πόρων ονομαστικού μεγέθους δύο μικρομέτρων ή μικρότερων. Τα ολικά διαλυμένα στερεά κανονικά εξετάζονται μόνο για συστήματα γλυκού νερού, επειδή η αλατότητα περιλαμβάνει μερικά από τα ιόντα που αποτελούν τον ορισμό των TDS. Η κύρια εφαρμογή των TDS είναι στη μελέτη της ποιότητας του νερού για ρυάκια, ποταμούς και λίμνες, αν και τα TDS δεν θεωρούνται γενικά ως βασικοί ρύποι (π.χ. δεν θεωρούνται ότι συσχετίζονται με επιπτώσεις υγείας) χρησιμοποιούνται ως μια ένδειξη των αισθητικών χαρακτηριστικών του πόσιμου νερού και ως ένας συγκεντρωτικός δείκτης της παρουσίας μιας πλατιάς σειράς χημικών ρυπαντών.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Οι κύριες πηγές για τα TDS στα ύδατα υποδοχής είναι η γεωργική και η αστική απορροή, ύδατα βουνών πλούσιων σε άργιλο, η απόπλυση των αποβλήτων της ρύπανσης των υδάτων από το έδαφος και το σημείο εκπομπής από βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή επεξεργασία λυμάτων. Τα πιο συνηθισμένα χημικά συστατικά είναι ασβέστιο, φωσφορικά, νιτρικά, νάτριο, κάλιο και χλώριο, που βρίσκονται σε απορροή θρεπτικών συστατικών, γενική απορροή από όμβρια ύδατα και από κλίματα με χιόνια όπου ρίχνεται αλάτι για ξεπάγωμα των δρόμων. Τα χημικά μπορεί να είναι κατιόντα, ανιόντα, μόρια ή συσσωματώματα της τάξης χιλίων ή λιγότερων μορίων, εφόσον σχηματίζεται ένας διαλυτός μικροκόκκος. Πιο επιβλαβή για τα TDS είναι τα παρασιτοκτόνα που προκύπτουν από την επιφανειακή απορροή. Κάποια φυσικά εμφανιζόμενα ολικά διαλυμένα στερεά προκύπτουν από την διάβρωση και τη διάλυση των πετρωμάτων και των εδαφών. Οι ΗΠΑ έχουν καθιερώσει μια δευτερεύουσα τυπική ποιότητα του νερού 500 mg/l για να προβλέψουν τη γευστικότητα του πόσιμου νερού.
Τα ολικά διαλυμένα στερεά διαφέρουν από τα ολικά αιωρούμενα στερεά (total suspended solids ή TSS), επειδή τα δεύτερα δεν μπορούν να περάσουν μέσα από έναν ηθμό δύο μικρομέτρων και ακόμα αιωρούνται επ' αόριστο στο διάλυμα. Ο όρος "καθιζάνοντα στερεά (settleable solids)" αναφέρεται στα υλικά οποιουδήποτε μεγέθους τα οποία δεν θα παραμείνουν αιωρούμενα ή διαλυμένα σε μια δεξαμενή κατακράτησης όταν δεν υπόκεινται σε κίνηση και αποκλείει και τα TDS και τα TSS.[1] Τα καθιζάνοντα στερεά μπορεί να περικλείουν μεγαλύτερα μικροσωματίδια ή αδιάλυτα μόρια.