Μόνκτον
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Μόνκτον (αγγλικά και γαλλικά: Moncton) είναι πόλη του ανατολικού Καναδά και η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της επαρχίας του Νιου Μπράνσγουικ. Στην αστική περιοχή του Μόνκτον ανήκουν η παλιά πόλη του Μόνκτον, η Διέππη (Dieppe) και το Ρίβερβιου (Riverview). Το Μόνκτον έχει πληθυσμό 79.470 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021[2], ενώ ο πληθυσμός της ευρύτερης αστικής περιοχής ανέρχεται σε 157.717 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021.[3]
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Μόνκτον | |
---|---|
Χώρα | Καναδάς |
Διοικητική υπαγωγή | Westmorland County |
Ίδρυση | 1766 |
Έκταση | 140,67 km² |
Πληθυσμός | 79.470 (2021)[1] |
Ταχ. κωδ. | E1A-E1G |
Ζώνη ώρας | Ζώνη Ώρας Ατλαντικού |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το Μόνκτον είναι χτισμένο σε μία στροφή του ποταμού Πετικοντιάκ (Petitcodiac), στα ΝΑ της επαρχίας του Νιου Μπράνσγουικ, σε απόσταση περίπου 50 χλμ. από τις ακτές του Ατλαντικού. Έως τη δεκαετία του 1960, ο ποταμός Πετικοντιάκ ήταν πλωτός μέχρι το Μόνκτον, αλλά με την κατασκευή ενός επίχωστου δρόμου, ο ποταμός γέμισε με προσχωσιγενή υλικά, το βάθος του μειώθηκε σημαντικά και, τελικά, έπαψε να είναι πλωτός.
Η παλιά πόλη του Μόνκτον βρίσκεται στη βόρεια όχθη του ποταμού Πετικοντιάκ. Στη νότια όχθη του βρίσκεται το Ρίβερβιου, ενώ η Διέππη βρίσκεται στη βόρεια όχθη του ποταμού λίγο πιο ανατολικά από το παλιό Μόνκτον.
Μέχρι την άφιξη των πρώτων ευρωπαίων εποίκων, στην περιοχή του Μόνκτον, γύρω από τις όχθες του Πετικοντιάκ κατοικούσαν αυτόχθονες Μίκμακ. Οι πρώτοι έποικοι που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή ήταν Γάλλοι (Ακαδιανοί), οι οποίοι το 1733 έχτισαν ένα μικρό αγροτικό χωριό στη θέση του σημερινού παλιού Μόνκτον. Το χωριό το ονόμασαν Λε Κουντ (γαλλ. Le Coude), που σημαίνει Ο Αγκώνας, επειδή εκεί στρίβει ο ποταμός Πετικοντιάκ.
Το 1755, η περιοχή έπεσε στα χέρια των Βρετανών. Διοικητής του βρετανικού στρατού που κατέλαβε την περιοχή ήταν ο αντισυνταγματάρχης Ρόμπερτ Μόνκτον, ο οποίος διέταξε κατόπιν την εκτόπιση όλων των Ακαδιανών από την περιοχή.
Το χωριό παρέμεινε άδειο μέχρι το 1766, οπότε Ολλανδοί έποικοι έφυγαν από την Πενσυλβάνια για να εγκατασταθούν στην περιοχή του Μόνκτον. Οι νέοι έποικοι ονόμασαν το χωριό η Στροφή του Πετικοντιάκ (αγγλ. The Bend of the Petitcodiac). Κατά τις επόμενες δεκαετίες, το χωριό αυτό γνώρισε οικονομική άνθηση επειδή στην περιοχή γίνονταν η ναυπήγηση πλοίων με ξυλεία από τα πλούσια παρακείμενα δάση.
Το 1855, το χωριό μετονομάστηκε σε Μόνκτον, προς τιμή του βρετανού αντισυνταγματάρχη Ρόμπερτ Μόνκτον, και αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητος δήμος. Δύο χρόνια κατόπιν στο Μόνκτον κατασκευάστηκε η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή που συνέδεε την πόλη με άλλες πόλεις του Νιου Μπράνσγουικ.
Με την εμφάνιση των πρώτων ατμόπλοιων, τα ναυπηγεία ξύλινων πλοίων στο Μόνκτον έκλεισαν. Ωστόσο, η πόλη άρχισε και πάλι να αναπτύσσεται με την ανάπτυξη των σιδηροδρόμων. Το 1871, η τότε εταιρεία των καναδικών σιδηροδρόμων (Intercolonial Railway of Canada) έχτισε στο Μόνκτον μεγάλο σταθμό επισκευής και συντήρησης των τρένων, ένα μεγάλο εργοτάξιο δηλαδή, που παρέμεινε σε λειτουργία μέχρι το 1988.
Τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι., στο Μόνκτον άρχισαν να συρρέουν Ακαδιανοί από τα ΒΑ παράλια του Νιου Μπράνσγουικ, οι οποίοι αναζητούσαν εργασία στην πόλη. Σιγά-σιγά η αγγλική φυσιογνωμία της πόλης άλλαξε. Το 1963 ιδρύθηκε το γαλλόφωνο Πανεπιστήμιο του Μόνκτον. Ο Δήμος του Μόνκτον ανακηρύχθηκε επισήμως δίγλωσσος (αγγλικά και γαλλικά). Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Καναδική Βασιλική Αεροπορία έχτισε πολεμική βάση στη Διέππη για την εκπαίδευση πιλότων. Η βάση αυτή έκλεισε το 1976, αλλά το αεροδρόμιο ανακατασκευάστηκε και έγινε το Διεθνές Αεροδρόμιο του Μόνκτον.
Το Μόνκτον γνώρισε έντονη οικονομική ύφεση κατά τη δεκαετία του 1980, όταν έκλεισε το εργοτάξιο επισκευής των τρένων και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις της περιοχή. Αργότερα, ωστόσο, η οικονομία του Μόνκτον ανέκαμψε χάρη στην άνοδο του τομέα των υπηρεσιών, όπως π.χ. ο τομέας των τηλεφωνικών υπηρεσιών.
Το σημερινό Μόνκτον περιλαμβάνει τους πρώην ανεξάρτητους δήμους της Διέππης και του Ρίβερβιου. Η παλιά πόλη του Μόνκτον έχει πληθυσμό 61.000 κατοίκους (απογραφή 2001), από τους οποίους τα δύο τρίτα είναι αγγλόφωνοι και το ένα τρίτο περίπου γαλλόφωνοι. Το δημοτικό διαμέρισμα της Διέππης κατοικείται κυρίως από γαλλόφωνους, ενώ στο δημοτικό διαμέρισμα του Ρίβερβιου είναι οι κάτοικοι κατά 95% αγγλόφωνοι.
Το Μόνκτον έχει ηπειρωτικό κλίμα, το οποίο όμως επηρεάζεται και από τις παρακείμενες παραθαλάσσιες κλιματικές μεταβολές. Ο χειμώνας χαρακτηρίζεται από πολλές χιονοπτώσεις και από θερμοκρασίες που πέφτουν μέχρι τους –15°C και περιστασιακά μέχρι και τους –25°C. Το καλοκαίρι είναι θερμό και υγρό με συχνές βροχές και καταιγίδες και θερμοκρασία από 20 έως 30°C.
Το Μόνκτον συνδέεται σιδηροδρομικώς με το Χάλιφαξ και το Μόντρεαλ. Από το Μόνκτον επίσης ο Υπερκαναδικός Αυτοκινητόδρομος, που διασχίζει όλη τη χώρα από τον Ατλαντικό έως τον Ειρηνικό. Τέλος, το Μόνκτον εξυπηρετείται και από το Διεθνές Αεροδρόμιο του Μόνκτον, που βρίσκεται στη Διέππη. Η πόλη εξυπηρετείται από τακτικό δίκτυο αστικών συγκοινωνιών.
Στην πόλη, ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει παραστάσεις θεάτρου στο Capitol Theatre, κτίριο του 1920 με μοναδική αρχιτεκτονική, ή στο γαλλόφωνο Theatre l'Escaouette. Κάθε Απρίλιο, στο Μόνκτον πραγματοποιείται το φεστιβάλ αγγλόφωνης και γαλλόφωνης λογοτεχνίας Northrop Frye Literary Festival, προς τιμή του καναδού κριτικού της λογοτεχνίας Νόρθροπ Φράυ (1912–1991), που έζησε σ' αυτήν την πόλη. Επίσης κάθε Αύγουστο, στην πόλη γίνεται η Γιορτή των Θαλασσινών του Ατλαντικού (Atlantic Seafood Festival) και η γιορτή των Ακαδιανών Le 15 août des fous.
Η πόλη διαθέτει δύο μουσεία, ζωολογικό κήπο (Magnetic Hill Zoo), εμπορικά κέντρα και μεγάλο αθλητικό κέντρο. Το 2010, στο Μόνκτον έγινε το Διεθνές Πρωτάθλημα Στίβου Νέων της IAAF.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.