Καρδιοκεντρική υπόθεση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η καρδιοκεντρική υπόθεση ήταν η ιστορική πεποίθηση ότι η καρδιά ελέγχει την αίσθηση, τη σκέψη και την κίνηση του σώματος. Ο καρδιοκεντρισμός προήλθε για πρώτη φορά από την αρχαία αιγυπτιακή πεποίθηση ότι η καρδιά ήταν το κέντρο της σκέψης και της ψυχής. Αυτή η ιδέα έγινε αργότερα αποδεκτή από αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους όπως ο Αριστοτέλης,[1] ο Διοκλής ο Καρύστιος και ο Πραξαγόρας ο Κώος. Με την ανάπτυξη της σύγχρονης επιστήμης και της ανατομίας, η καρδιοκεντρική υπόθεση αποδείχθηκε τελικά λανθασμένη, αν και η έμφασή του στην Αρχαιότητα μπορεί να συνέβαλε στην ανακάλυψη του καρδιαγγειακού συστήματος και να επηρέασε τον Μεσαίωνα και την Ισλαμική Ανάσταση.
Μια αντίθετη θεωρία που ονομάζεται «κεφαλοκεντρισμός», η οποία πρότεινε ότι ο εγκέφαλος έπαιζε τον κυρίαρχο ρόλο στον έλεγχο του σώματος, εισήχθη για πρώτη φορά από τον Πυθαγόρα το 550 π.Χ., ο οποίος υποστήριξε ότι η ψυχή κατοικεί στον εγκέφαλο και είναι αθάνατη.[2] Οι δηλώσεις του υποστηρίχθηκαν από τον Πλάτωνα, τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό της Περγάμου. Ο Πλάτωνας πίστευε ότι το σώμα είναι μια «φυλακή» του νου και της ψυχής και ότι στο θάνατο ο νους και η ψυχή διαχωρίζονται από το σώμα, πράγμα που σημαίνει ότι κανένα από τα δύο δεν θα μπορούσε να πεθάνει.[3]