Ισπανική Μεταπολίτευση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ισπανική Μεταπολίτευση (ισπανικά: Transición española, ισπανική Μετάβαση) είναι η περίοδος της σύγχρονης ιστορίας της Ισπανίας κατά την οποία αποκαταστάθηκε το δημοκρατικό πολίτευμα μετά τον θάνατο του Φρανθίσκο Φράνκο και το τέλος της δικτατορίας το 1975. Η μετάβαση άρχισε λίγο μετά το θάνατο του Φράνκο στις 20 Νοεμβρίου 1975, ενώ η ολοκλήρωσή της συνήθως τοποθετείται στο Ισπανικό Σύνταγμα του 1978, στην αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στις 23 Φεβρουαρίου 1981, ή στην εκλογική νίκη του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος στις βουλευτικές εκλογές της 28ης Οκτωβρίου 1982. Μολονότι ήρθε αντιμέτωπη με πολιτικές και οικονομικές κρίσεις,[1] η παραδειγματική κατά τα άλλα[2] μετάβαση στη δημοκρατία ήταν ένας από τους παράγοντες που επέτρεψαν στην Ισπανία να γίνει μέλος της ΕΟΚ και του ΝΑΤΟ και να εκσυγχρονιστεί πολιτικά και κοινωνικά.
Παράλληλα με τη μετάβαση από την δικτατορία στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, η Ισπανία έγινε μάρτυρας της μετατροπής της από ένα εκ των πιο συγκεντρωτικών κρατών της Ευρώπης σε ένα εκ των πιο αποκεντρωμένων με την προώθηση και εγκαθίδρυση του Καθεστώτος των Αυτονομιών.[3] Πρωταγωνιστές της Μεταπολίτευσης υπήρξαν ο νέος βασιλιάς της χώρας, Χουάν Κάρλος Α΄, ο ηγέτης της Ένωσης Δημοκρατικού Κέντρου, Αδόλφο Σουάρεθ, και ο πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ισπανίας, Σαντιάγο Καρίγιο.[4] Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η νέα πολιτική και οικονομική ισπανική ελίτ που αποτελείτο από άτομα που δεν είχαν βιώσει τον Εμφύλιο και που επέδειξαν διάθεση υπερκερασμού του έως τότε εθνικού διχασμού μεταξύ νικητών και ηττημένων όπως ο νεαρός τότε πρόεδρος του PSOE, Φελίπε Γκονθάλεθ.[3]
Η Ισπανική Μεταπολίτευση ήταν παράλληλη της μετάβασης στη δημοκρατία των δύο έτερων «Νοτιοευρωπαϊκών δικτατοριών», αυτών της Ελλάδας και της Πορτογαλίας, διαδικασία η τελευταία που είχε άμεση επίδραση στη στάση των πρωταγωνιστών της.[5]