Επιστολή Μπίξμπι
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Επιστολή Μπίξμπι είναι ένα γράμμα που εστάλη από τον Πρόεδρο των Η.Π.Α. Αβραάμ Λίνκολν σε μία χαροκαμένη μητέρα πέντε γιων, οι οποίοι πιστεύεται ότι έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας με το πλευρό των Βορείων στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Το σύντομο μήνυμα παρηγοριάς γράφτηκε το Νοέμβριο του 1864 με παραλήπτη την Λίντια Μπίξμπι, μία χήρα που ζούσε στη Βοστώνη, κατόπιν αιτήματος του Κυβερνήτη της Μασαχουσέτης, Τζον Άλμπιον Άντριου. Το κείμενο έχει επαινεθεί ως ένα από τα ωραιότερα γραπτά κείμενα του Λίνκολν μαζί με την Ομιλία στο Γκέτισμπεργκ και την ομιλία κατά τη δεύτερη ορκωμοσία του ως Πρόεδρος των Η.Π.Α.[1]
Υπάρχει κάποια διαμάχη σχετικά με τον παραλήπτη, το θέμα και την πατρότητα της επιστολής[2]. Αν και οι γιοι της φέρονται να έπεσαν μαχόμενοι για την Ένωση, η κα Μπίξμπι φαίνεται να υποστήριζε προσωπικά τις Συνομόσπονδες Πολιτείες της Αμερικής ενώ υπάρχουν και αμφιβολίες στο αν πράγματι έχασαν τη ζωή τους και οι πέντε γιοι στον πόλεμο. Επιπλέον, οι ιστορικοί διαφωνούν μεταξύ τους στο κατά πόσον το κείμενο γράφτηκε από τον ίδιο τον Λίνκολν και όχι από τον προσωπικό του γραμματέα, Τζον Χέι. Η επιστολή ανατυπώθηκε ευρέως και το πρωτότυπο θεωρείται χαμένο, γεγονός που συχνά αμφισβητείται καθώς κατά καιρούς βρίσκονται και εξετάζονται νέα αντίγραφα της επιστολής.