Εμβόλιο COVID-19
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το εμβόλιο COVID-19 έχει ως σκοπό να προσδώσει επίκτητη ανοσία κατά του κορωνοϊού που προκαλεί το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο τύπου 2 (severe acute respiratory syndrome coronavirus 2 ή SARS-CoV-2), γνωστό και ως ασθένεια COVID-19 (coronavirus disease 2019). Πριν από την πανδημία της COVID-19, οι προσπάθειες για την ανάπτυξη ενός εμβολίου κατά της νόσου του κορωνοϊού, όπως το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS) και το αναπνευστικό σύνδρομο της Μέσης Ανατολής (MERS) αποκόμισαν γνώσεις σχετικά με τη δομή και τη λειτουργία των κορωνοϊών. Αυτή η πληθώρα γνώσεων επέτρεψε την ταχεία ανάπτυξη διαφόρων τεχνολογιών εμβολίων στις αρχές του 2020.[1]
Έως τον Φεβρουάριο του 2021, έχουν υπάρξει 299 υποψήφια εμβόλια, 223 βρίσκονται σε προκλινικές έρευνες, 72 υποψήφια εμβόλια βρίσκονται σε κλινικές δοκιμές, συμπεριλαμβανομένων 21 σε κλινικές δοκιμές Φάσης Ι, 25 σε κλινικές δοκιμές Φάσης Ι – ΙΙ, 6 σε κλινικές δοκιμές Φάσης ΙΙ και 20 σε κλινικές δοκιμές Φάσης ΙΙΙ. Οι δοκιμές για τέσσερις άλλες υποψηφιότητες τερματίστηκαν[2]. Στις ενδιάμεσες αναλύσεις κλινικής δοκιμής Φάσης III, αρκετά εμβόλια COVID-19 καταγράφουν αποτελεσματικότητα έως και 95% στην πρόληψη συμπτωματικών λοιμώξεων COVID-19. Μέχρι τον Μάρτιο του 2021, δέκα εμβόλια έχουν εγκριθεί από τουλάχιστον μία εθνική ρυθμιστική αρχή για δημόσια χρήση: δύο εμβόλια RNA (το εμβόλιο Pfizer-BioNTech και το εμβόλιο Moderna), τρία συμβατικά αδρανοποιημένα εμβόλια (BBIBP-CorV, Covaxin και CoronaVac), τέσσερα εμβόλια ιικού φορέα (Sputnik V, το εμβόλιο Oxford-AstraZeneca, Convidicea και το εμβόλιο Johnson & Johnson) και ένα εμβόλιο πεπτιδίου (EpiVacCorona)[2]
Στην παρούσα φάση, πολλές χώρες του κόσμου χρησιμοποιούν στρατηγικές προτεραιοποίησης του εμβολιασμού, στοχεύοντας ομάδες που διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών, όπως οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα, όπως επίσης και ομάδες οι οποίες διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο μόλυνσης και μετάδοσης της ασθένειας, όπως το υγειονομικό προσωπικό.[3] Σε παγκόσμια κλίμακα, μέχρι τις 23 Αυγούστου 2021, έχουν χορηγηθεί 7.98 δις δόσεις εμβολίου κατά της COVID-19,[4] ενώ ο ρυθμός εμβολιασμού είναι λίγο πάνω από τις 31 εκατομμύρια δόσεις ημερησίως.[5]
Μέχρι τον Δεκέμβριο 2020, έχουν παραγγελθεί περισσότερες από 10 δις δόσεις εμβολίου κατά της νόσου,[6] με τις μισές από αυτές να προορίζονται για τις χώρες με υψηλό βιοτικό επιπέδο, οι οποίες αποτελούν το 14% του παγκόσμιου πληθυσμού.[7] Μέσα στο 2021, η εταιρεία AstraZeneca αναμένει να παράγει 3 δις δόσεις εμβολίου, οι Pfizer-BioNTech 1,3 δις δόσεις, και οι εταιρείες που παράγουν τα εμβόλια Sputnik V, Sinopharm, Sinovac και Johnson & Johnson από 1 δις δόσεις η καθεμία. Η Moderna στοχεύει στην παραγωγή 600 εκ. δόσεων και η εταιρεία παραγωγής της Convidecia 500 εκ. δόσεων.[8][9]