Γκόταρντ Χάινριτσι
Γερμανός στρατηγός της Βέρμαχτ / From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Γκόταρντ Χάινριτσι (συναντάται επίσης και ως Χαϊνρίτσι και λιγότερο συχνά ως Χαϊνρίκι, Gotthard Fedor August Heinrici, 25 Δεκεμβρίου 1886 – 10 Δεκεμβρίου 1971) ήταν Γερμανός στρατιωτικός. Ήταν αρχιστράτηγος της Βέρμαχτ κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ένας από τους 160 αποδέκτες του Σταυρού των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού με Φύλλα Δρυός και Ξίφη.
Γκόταρντ Χάινριτσι | |
---|---|
![]() | |
Ψευδώνυμο | Unser Giftzwerg, κυριολεκτικά «ο δηλητηριώδης νάνος μας», μεταφορικά «ο μικρός σκληρός μας μπάσταρδος» |
Γέννηση | 25 Δεκεμβρίου 1886 Γκούμπινεν, Ανατολική Πρωσία |
Θάνατος | 10 Δεκεμβρίου 1971 (ετών 85) Βάιμπλινγκεν, Βάδη-Βυρτεμβέργη |
Ενταφιασμός | Κοιμητήριο Μπεργκέκερ, Φράιμπουργκ ιμ Μπράισγκαου |
Χώρα | Γερμανικό Ράιχ !![]() Δημοκρατία της Βαϊμάρης ! ![]() Ναζιστική Γερμανία ! ![]() |
Κλάδος | ![]() ![]() ![]() |
Εν ενεργεία | 1905–1945 |
Βαθμός | Αρχιστράτηγος (Generaloberst) |
Διοικήσεις | XII Σώμα Στρατού, XXXXIII Σώμα Στρατού, 4η Στρατιά, 1η Στρατιά Πάντσερ, Ομάδα Στρατιών Βιστούλα |
Μάχες/πόλεμοι | Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Τιμές | Σταυρός των Ιπποτών του Σιδηρού Σταυρού με Φύλλα Δρυός και Ξίφη |
Συγγενείς | Γκερντ φον Ρούντστεντ (ξάδερφος) |
![]() | |
δεδομένα (π • σ • ε ) |
Γεννημένος στο Γκούμπινεν, Ανατολική Πρωσία, και γιος Ευαγγελικού πάστορα, ήταν βαθιά θρησκευόμενος, και εξίσου συντηρητικός. Πολέμησε κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά τον τραυματισμό του στη μάχη του Βερντέν (1916) έλαβε επιτελικές θέσεις. Παρέμεινε στον γερμανικό στρατό του Μεσοπολέμου, λαμβάνοντας πάλι κυρίως επιτελικές θέσεις.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Χάινριτσι διοίκησε το XXXXIII[Σημ. 1] Σώμα Στρατού, με το οποίο διακρίθηκε ιδιαίτερα στις εκστρατείες της Γαλλίας (1940) και κατά τα πρώτα στάδια της γερμανικής εισβολής στη Σοβιετική Ένωση (1941)[εκκρεμεί παραπομπή]. Έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στη μάχη της Μόσχας (Χειμώνας 1941/42) όπου κατόρθωσε να σταθεροποιήσει το μέτωπο έξω από τη Μόσχα. Ηγήθηκε της 4ης Στρατιάς στον κεντρικό τομέα του μετώπου, αλλά λόγω της αντίθεσής του στη ναζιστική πολιτική [εκκρεμεί παραπομπή] της «καμένης γης» στην Ανατολή έπεσε στη δυσμένεια του Χέρμαν Γκέρινγκ και τον Αδόλφου Χίτλερ και παραμερίστηκε. Μετά από αρκετούς μήνες ανενεργούς υποχρεωτικής παραμονής στη Βοημία, επανήλθε και διοίκησε μια φερώνυμη Ομάδα Στρατιάς στην Ουγγαρία (1944-1945) απέναντι σε υπέρτερες Σοβιετικές δυνάμεις. Αναδείχτηκε κατά τη μάχη του Βερολίνου, κατά τη διάρκεια της οποίας ανέλαβε να κρατήσει το μέτωπο του Όντερ, ως διοικητής της Ομάδας Στρατιών «Βιστούλας», και για τη μάχη στα Υψώματα Ζέελοβ. Προσπαθώντας να περιορίσει τις άσκοπες καταστροφές υποδομών που διέταζε η παραπαίουσα ναζιστική ηγεσία, όπως και τις απώλειες στρατιωτών σε απέλπιδα μέτωπα, απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά του λίγες ημέρες πριν την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Γερμανίας (8 Μαΐου 1945). Αν και υπήρξε από τους καλύτερους στρατιωτικούς ηγέτες που αναδείχτηκαν κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παραμένει σχεδόν άγνωστος ως σήμερα, αποτελώντας έτσι έναν από τους πιο παραγνωρισμένους στρατηγούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.[1]
Περιήλθε κατόπιν σε βρετανική αιχμαλωσία, περνώντας τα τρία επόμενα χρόνια σε στρατόπεδα υψηλόβαθμων αιχμαλώτων πολέμου πριν την απελευθέρωσή του. Επέστρεψε στη Γερμανία και πέθανε στη Βάδη-Βυρτεμβέργη, δώδεκα ημέρες πριν τα 85α γενέθλιά του.