Βυζαντινή Βόρεια Αφρική
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Βυζαντινή κυριαρχία στην Βόρεια Αφρική διήρκησε για περίπου 175 χρόνια. Ξεκίνησε τα έτη 533/534 μ.Χ. με την ανακατάκτηση της περιοχής που άνηκε προηγουμένως στην Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία από την Ανατολική (Βυζαντινή) Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπό τον Ιουστινιανό Α´ τον Μέγα και τελείωσε κατά την βασιλεία του Ιουστινιανού Β´ με την Κατάκτηση της Καρχηδόνας (698 μ.Χ.) και του τελευταίου προπύργιου των Βυζαντινών, του Σέπτου (708/711 μ.Χ.), από τους Άραβες.[1]
Η διοικητική δομή της περιοχής ήταν αρχικά σύμφωνη με τις τυπικές διοικητικές δομές της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου που υπήρχαν τα τελευταία 300 χρόνια. Οι πολιτικές εξουσίες ήταν έτσι στα χέρια του Επάρχου του Πραιτωρίου, του επικεφαλής της ανώτατης πολιτικής διοικητικής αρχής στην Ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Την στρατιωτική εξουσία, ωστόσο, αναλάμβανε ο Μάγιστρος του Στρατού. Το 591 μ.Χ. αυτά τα δύο αξιώματα συγχωνεύθηκαν σε ένα, αυτό του Εξάρχου. Το Εξαρχάτο της Αφρικής ήταν ένα από τα δύο εξαρχάτα, που ιδρύθηκαν από τον Αυτοκράτορα Μαυρίκιο μετά από τις δυτικές ανακαταλήψεις του Ιουστινιανού Α΄, για την πιο αποτελεσματική διοίκηση των εδαφών, μαζί με το Εξαρχάτο της Ραβέννας. Αυτή η διοικητική δομή παρέμεινε μέχρι το τέλος της Βυζαντινής κυριαρχίας.
Η ανακατάκτηση της Βόρειας Αφρικής ήταν ύψιστης στρατηγικής και οικονομικής σημασίας και διήρκησε περισότερο από όλες τις κατακτήσεις στην δύση. Ενώ το Βασίλειο των Λομβαρδών εισέβαλε το 568 μ.Χ. και κατέκτησε τα περισσότερα βυζαντινά εδάφη στην Ιταλία, ενώ η Βυζαντινή κυριαρχεία στην Νότια Ισπανία έφτασε στο τέλος της ενδιάμεσα του τελευταίου και πιο καταστροφικού Βυζαντινοπερσικού Πολέμου, τα εδάφη στην Βόρεια Αφρική παρέμειναν εξ ολοκλήρου σε Ρωμαϊκά χέρια μέχρι την προέλαση των Αράβων.