Ανοσολογική ανεπάρκεια
παθολογική κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ανοσολογική ανεπάρκεια ή ανοσοανεπάρκεια είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα δεν είναι σε θέση να επιτελέσει σωστά και πλήρως τον ρόλο του (είναι δηλαδή ανεπαρκές), με αποτέλεσμα η ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμήσει παθογόνα μικρόβια, παράσιτα και ιούς να είναι περιορισμένη ή εντελώς απούσα. Παρόλο που το άρθρο αυτό επικεντρώνεται στον άνθρωπο (Homo sapiens), ανοσολογική ανεπάρκεια μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιοδήποτε οργανισμό που έχει ανοσοποιητικό σύστημα, όπως π.χ. στον κοινό ποντικό (Mus musculus). Το άτομο που παρουσιάζει ανοσολογική ανεπάρκεια χαρακτηρίζεται ως ανοσοκατεσταλμένο (immunocompromised). Η ανοσολογική ανεπάρκεια, συνήθως, σχετίζεται με ανεπαρκή αριθμό ή αδυναμία δράσης είτε των ειδικών κυττάρων άμυνας του οργανισμού (π.χ. Β-λεμφοκύτταρα, Τ-λεμφοκύτταρα) είτε κάποιων άλλων πρωτεϊνών του πλάσματος (π.χ. συστήματος του συμπληρώματος. Υπάρχουν δυο κύριες κατηγορίες ανοσολογικής ανεπάρκειας: η πρωτογενής και η δευτερογενής ή επίκτητη.