Κόρη (ανατομία)
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η κόρη είναι το μεταβλητό σε μέγεθος άνοιγμα του ματιού στο κέντρο της ίριδας. Στον άνθρωπο έχει κυκλικό σχήμα, ενώ σε άλλα ζώα συχνά έχει σχισμοειδές σχήμα. Η κόρη ρυθμίζει την ποσότητα του φωτός που μπαίνει στο μάτι.[1] Φαίνεται μαύρη επειδή το φως που τη διαπερνά απορροφάται από τους ιστούς στο εσωτερικό του ματιού. Συνήθως οι κόρες και των δύο ματιών έχουν το ίδιο μέγεθος. Η λέξη ετυμολογείται από το θηλυκό του αρχαίου ελληνικού «κόρος»[2]<κούρος. Η λέξη σήμαινε τη νεαρή κοπέλα, σημασία με την οποία συνδέεται το «κόρη οφθαλμού» που πιθανώς σήμαινε αρχικά τη μικρή εικόνα ως αντανάκλαση του οπτικού ειδώλου.