Κρανιοεγκεφαλική κάκωση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Κρανιοεγκεφαλική κάκωση, λέγεται και τραυματική εγκεφαλική βλάβη, είναι μια διαταραχή στη φυσιολογική λειτουργία του εγκεφάλου που προκαλείται από μια εξωτερική δύναμη.[1] Μπορεί να ταξινομηθεί με βάση τη βαρύτητα (από ήπια έως βαριά), τον μηχανισμό (κλειστή ή ανοιχτή/διεισδυτική) ή άλλα χαρακτηριστικά (π.χ. εμφάνιση σε μια συγκεκριμένη περιοχή ή σε μια ευρεία περιοχή).[2] Η κρανιοεγκεφαλική κάκωση είναι μια ευρύτερη κατηγορία που μπορεί να περιλαμβάνει βλάβη σε άλλες δομές όπως το τριχωτό της κεφαλής και το κρανίο. Ο τραυματισμός της κεφαλής μπορεί να προκαλέσει σωματικά (πονοκέφαλος, ναυτία κ.α.), γνωστικά (προσοχή, συγκέντρωση κ.α.), συναισθηματικά και συμπεριφορικά (κατάθλιψη, άγχος κ.α.) συμπτώματα.[3] Τα αποτελέσματα μπορεί να κυμαίνονται από πλήρη ανάρρωση έως κώμα, μόνιμη αναπηρία ή θάνατο.[4][5][6]
Κρανιοεγκεφαλική κάκωση | |
---|---|
Η αξονική τομογραφία δείχνει εγκεφαλικές θλάσεις, αιμορραγία εντός των ημισφαιρίων και υποσκληρίδιο αιμάτωμα. Υπάρχει επίσης μετατοπισμένο κάταγμα κρανίου αριστερών εγκάρσιων βρεγματικών και κροταφικών οστών. | |
Ειδικότητα | νευροχειρουργική, νευρολογία |
Συμπτώματα | Σωματικά, γνωστικά, αισθητηριακά, κοινωνικά, συναισθηματικά και συμπεριφορικά |
Είδη | Ήπιο έως σοβαρό |
Αίτια | Τραύμα στο κεφάλι |
Διαγνωστική μέθοδος | νευρολογική εξέταση, ιατρική απεικόνιση |
Θεραπεία | ανάπαυση, φαρμακευτική αγωγή, χειρουργική επέμβαση, αποκατάσταση |
Ταξινόμηση |
Τα αίτια που προκαλούν κρανιοεγκεφαλική κάκωση περιλαμβάνουν πτώσεις, συγκρούσεις οχημάτων και βία.[4] Το εγκεφαλικό τραύμα εμφανίζεται ως συνέπεια μιας ξαφνικής επιτάχυνσης ή επιβράδυνσης εντός του κρανίου ή από έναν περίπλοκο συνδυασμό κίνησης και ξαφνικής πρόσκρουσης. Εκτός από τη βλάβη που προκαλείται τη στιγμή του τραυματισμού, διάφορα γεγονότα μετά τον τραυματισμό μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω τραυματισμό. Αυτές οι διεργασίες περιλαμβάνουν αλλαγές στην εγκεφαλική ροή αίματος και στην πίεση μέσα στο κρανίο.[7]
Η διάγνωση του βαθμού της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης πραγματοποιείται με τη χρήση νευρολογικών εξετάσεων, νευροψυχολογικών τεστ, και απεικονιστικών μεθόδων, όπως ακτινογραφία κρανίου, αξονική τομογραφία και μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου. Ανάλογα με τον τύπο, τη θέση και τη βαρύτητα του τραυματισμού, η απαιτούμενη θεραπεία μπορεί να αποτελείται από απλή ανάπαυση ή μπορεί να περιλαμβάνει παρεμβάσεις όπως φάρμακα, αποκατάσταση (φυσικοθεραπεία, λογοθεραπεία), επείγουσα χειρουργική επέμβαση ή χειρουργική επέμβαση χρόνια αργότερα.[4][6][7]