Θαλάσσιο νερό
From Wikipedia, the free encyclopedia
To θαλάσσιο νερό είναι το νερό των θαλασσών και των ωκεανών της Γης. Κατά μέσο όρο το θαλάσσιο νερό έχει αλατότητα περίπου 3,5% (35 γραμμάρια αλάτων ανά λίτρο ή 599 mM). Η μέση πυκνότητα του θαλάσσιου νερού στην επιφάνεια της θάλασσας είναι 1,025 gr/cm3. Το θαλάσσιο νερό είναι πυκνότερο τόσο από το γλυκό νερό, όσο και από το χημικώς καθαρό νερό (που έχει πυκνότητα ακριβώς 1,0 gr/cm3 σε θερμοκρασία 4 °C), επειδή τα διαλυμένα σε αυτό άλατα προσθέτουν μάζα χωρίς να αυξάνουν αισθητά τον όγκο του. Επίσης, το σημείο στερεοποιήσεως του θαλάσσιου νερού μειώνεται όσο αυξάνεται η περιεκτικότητα σε άλατα. Για μία μέση περιεκτικότητα, στερεοποιείται στους –2 °C περίπου[1]. Το ψυχρότερο θαλάσσιο νερό που καταγράφηκε ποτέ σε υγρή μορφή ήταν σε ένα ρεύμα κάτω από έναν παγετώνα της Ανταρκτικής το έτος 2010, και είχε θερμοκρασία –2,6 °C[2].